logo-print

Προστασία της ανθρώπινης ζωής και συνταγματικές ελευθερίες: Συμπόρευση ή αντιπαλότητα;

26/11/2020

27/11/2020

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Πολιτειολογία

της Γλυκερίας - Χριστίνας Τερζή*

Ι. Προοίμιο

1. Το 2020 απετέλεσε για όλη την ανθρωπότητα ένα έτος ορόσημο, κατά το οποίο δεν αναπτύχθηκαν μόνον αγωνιώδεις ιατρικοί προβληματισμοί και ανταγωνισμοί για την αντιμετώπιση της πανδημίας1 του νέου κοροναϊού, αλλά συγχρόνως πυροδοτήθηκε μια πρωτοφανής και λίαν εκτεταμένη επιστημονική συζήτηση για το επιτρεπτό και τα όρια των συνταγματικών περιορισμών, που έπρεπε να επιβληθούν για τον σκοπό αυτό. Κατά τους μήνες που ακολούθησαν την έναρξη της πανδημίας έχουμε γίνει μάρτυρες μιας σφοδρής αντιπαράθεσης σε παγκόσμια κλίμακα μεταξύ αυτών, οι οποίοι αποθεώνουν τα περιοριστικά μέτρα για την καταπολέμηση της μετάδοσης του νέου κοροναϊού και εκείνων που θεωρούν ότι τα μέτρα αυτά καταπατούν κατάφωρα βασικές συνταγματικές αρχές δίχως να συντρέχει η σχετική επιτακτική ανάγκη. Παρά την έντονη διαφωνία των δύο πλευρών το αξιοσημείωτο είναι, ότι -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων που εμφανίζονται ως αρνητές της πανδημίας- και οι δύο πλευρές δηλώνουν τον πλήρη σεβασμό τους τόσο προς τις συνταγματικές αρχές, όσο και προς την ανάγκη προστασίας της δημόσιας υγείας και της ανθρώπινης ζωής.

2. Άρα, για να είμαστε ακριβείς, η διαφωνία των αντιμαχόμενων πλευρών έγκειται κυρίως στη διαφορετική εκτίμηση κάθε πλευράς ως προς την αναγκαιότητα και καταλληλότητα/προσφορότητα των επιβαλλόμενων περιοριστικών μέτρων, κυρίως υπό το φως της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25§1 εδ.4).

Επομένως ο επιστημονικός προβληματισμός ως προς τη συνταγματικότητα των μέτρων αυτών, ανάγεται στη στάθμιση των εκάστοτε επιβαλλόμενων μέτρων στο πλαίσιο της εν λόγω αρχής και άρα είναι προφανές, ότι για να δώσουμε την, όσο το δυνατόν, πιο πειστική απάντηση στο σημαντικό αυτό ερώτημα, πρέπει να επικεντρώσουμε την ερμηνευτική μας προσέγγιση κυρίως στο κρίσιμο αυτό σημείο2.

3. Η ερευνητική πρόκληση είναι ελκυστική αφού, όπως εύστοχα παρατηρήθηκε: «Η πανδημία του κορωνοϊού είναι και μία μεγάλη πρόκληση για τα εθνικά συντάγματα, το διεθνές δίκαιο και την έννομη τάξη της ΕΕ. Είναι ένα φαινόμενο που ξεπερνά τις προβλέψεις του συντακτικού και του διεθνούς νομοθέτη, όπως αυτός λειτούργησε τα τελευταία 75 χρόνια, μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και τον ζόφο του Ολοκαυτώματος»3.

Αληθεύει το λεχθέν ότι «η διαχείριση της πανδημίας του Covid-19 έφερε στο προσκήνιο και μια πραγματική «πανδημία ερμηνειών» σχετικά με το Σύνταγμα, τους θεσμούς, τα δικαιώματα, τη δημοκρατία, καθώς και τη σχέση του Κράτους με την παγκοσμιοποίηση και την Ευρωπαϊκή Ένωση»4.

4. Όμως, εκτός από τις θέσεις πολλών θεωρητικών του Συνταγματικού Δικαίου που τον τελευταίο καιρό έχουν με ζήλο επιδοθεί στον ερμηνευτικό «μαραθώνιο», ως προς τη συνταγματική συμβατότητα ή μη των περιορισμών (με εκ διαμέτρου ερμηνευτικές τοποθετήσεις παρατηρεί κανείς), έχουμε ήδη μπροστά μας και μια διαμορφούμενη νομολογιακή πραγματικότητα -τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς- που επιχειρεί να αξιολογήσει τα μέτρα σε σχέση με το συνταγματικό πλαίσιο προστασίας των ελευθεριών με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας, καθώς και την ανθρώπινη αξία.

ΙΙ. Ο πυρήνας και το κριτήριο του προβληματισμού

1. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πυρήνας του προβληματισμού και η αφετηρία της ερμηνευτικής προσέγγισης του πιο πάνω καίριου ζητήματος περιστρέφονται γύρω από το δίλημμα της αποδοχής ή της απόρριψης των επιστημονικών (τεχνικών) κρίσεων, ιατρικής φύσεως, βάσει των οποίων οι ειδικοί (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, λοιμωξιολόγοι κλπ.) εισηγούνται την επιβολή των περιοριστικών μέτρων5 σε θεμελιώδη δικαιώματα. Αυτά αναφέρονται κυρίως στην ελευθερία της κίνησης –που οφείλω πάραυτα να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι δεν είναι κεκτημένο του πολιτισμού, αλλά προϋπήρχε πριν από κάθε πολιτισμό- και σε όλα τα συναφή δικαιώματα, η άσκηση των οποίων προϋποθέτει σωματική κίνηση και συνάθροιση (όπως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι), αλλά και στην οικονομική και θρησκευτική ελευθερία, ως και στην προστασία της περιουσίας (π.χ. βλ. την αναγκαστική μείωση των μισθωμάτων επαγγελματικών χώρων).

2. Είναι πλέον γνωστό, ότι ειδικά στην Ελλάδα οι επαΐοντες κατ’ εκτίμηση των υγειονομικών δεδομένων κρίνουν ως επιστημονικώς επιβεβλημένη την λήψη των πιο πάνω περιοριστικών μέτρων ως προϋπόθεση «sine qua non» για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας. Δυστυχώς, η εξέλιξη αυτής μετά την ραγδαία εξάπλωσή της, ιδίως κατά το λεγόμενο «δεύτερο κύμα» του Φθινοπώρου, φαίνεται ότι δικαιολογεί έως κάποιο βαθμό την καταφυγή εκεί.

3. Οι αμφισβητούντες τη συνταγματική συμβατότητα των περιοριστικών μέτρων οφείλουν πρώτα να αμφισβητήσουν με βάσιμα επιχειρήματα, στηριγμένα στην ιατρική επιστήμη6, αλλά και στην στατιστικά τεκμηριωμένη υγειονομική πραγματικότητα, είτε τη μη αναγκαιότητα είτε καταλληλότητα/προσφορότητα ή stricto sensu αναλογικότητα των εκάστοτε λαμβανόμενων μέτρων ή έστω την υπερβολή τους για την ανθρώπινη αξία σε σχέση με το μέγεθος της πανδημικής απειλής. Ειδάλλως, οι γενικόλογες θεωρητικές αιτιάσεις που θεμελιώνονται επί άλλων ερμηνευτικών βάσεων, θεωρώ ότι δεν είναι δυνατό να στοιχειοθετήσουν βάσιμα την αντίθεση των μέτρων προς την αρχή της αναλογικότητας. Δεν δείχνει να προσφέρει κάτι στη στοιχειοθέτηση αυτού του είδους η αμφισβήτηση που περιορίζεται αποκλειστικά σε αιτιάσεις πολιτικού χαρακτήρα περί «διάβρωσης» και «υποβάθμισης» της δημοκρατίας, διότι «με αφορμή την αντιμετώπιση της έκτακτης υγειονομικής περίστασης, οι κρίσιμες αποφάσεις ανατέθηκαν και πάλι στους τεχνοκράτες, με αποτέλεσμα το δίκαιο να μην έχει την πρωτοκαθεδρία στη ρύθμιση της κοινωνικοπολιτικής ζωής και οι κανόνες που πλαισιώνουν τη συμβίωσή μας να εκπηγάζουν από την αυθεντία των ειδικών» (βλ. Ιφ. Καμτσίδου, ΔτΑ 3/2020)7.

Επίσης, η οξεία κριτική τοποθέτηση του Καθ. Ξεν. Κοντιάδη (www. syntagmawatch.gr), κατά την οποία «η κυβέρνηση καταφεύγει στο απόλυτο και ισοπεδωτικό μέτρο του lock down χωρίς να πείσει ότι έχει εξαντλήσει ισοδύναμα λειτουργικά μέτρα για την αντιμετώπιση του δεύτερου κύματος» προφανώς στερείται οιασδήποτε θεμελίωσης σε ιατρικά και στατιστικά δεδομένα σχετικά με την ήδη ραγδαία και θανατηφόρο εξάπλωση της πανδημίας, κατά το δεύτερο κύμα (ο ίδιος, σημειωτέον, είχε υποστηρίξει την άποψη ότι οι πρώτοι περιορισμοί, την Άνοιξη, ήταν σύμφωνοι με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ, παρά τη μικρότερη, τότε, εξάπλωση της πανδημίας!)8.

4. Ασφαλώς είναι σαφές, ότι σε περίπτωση αδυναμίας λυσιτελούς τεκμηρίωσης τέτοιων αμφισβητήσεων, τότε κάθε άλλη κριτική προσέγγιση με αποσπασματική επίκληση των απαγορεύσεων του Συντάγματος προσκρούει καταφανώς στην ενδεδειγμένη ερμηνεία του. Και αυτό, διότι η συγκεκριμένη ερμηνευτική μεθοδολογία προσεγγίζει το ελληνικό Σύνταγμα σε τελείως φορμαλιστική βάση, γεγονός που κατ’ αποτέλεσμα «θρυμματίζει» τη θεσμική του ενότητα και ακυρώνει την κυρίαρχη στόχευσή του ως προς την προστασία του ανθρώπου9.

Σε τελική ανάλυση ο ίδιος ο συνταγματικός νομοθέτης έχει θέσει τα όρια ανάπτυξης των δικαιωμάτων και συγκεκριμένα στο άρθρο 25 παρ.3, όπου ορίζεται ότι «H καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται».

ΙΙΙ. Η μέριμνα του Συντάγματος για την ανθρώπινη ζωή και υγεία.

1. Το Σύνταγμά μας ως κατ’ εξοχήν ανθρωποκεντρικό νομοθέτημα μεριμνά και προνοεί expressis verbis για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και υγείας.

Όπως επεσήμανε και ο Καθηγητής Αντ. Μανιτάκης (ό.π.) «η ζωή του ανθρώπου αποτελεί πρωταρχική φροντίδα του Συντάγματος, με τρόπο κατηγορηματικό και απόλυτο: “όλοι όσοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους χωρίς διάκριση” (άρθρο 5§2)».

Εκτός από τις προαναφερθείσες συνταγματικές προβλέψεις των άρθρων 2§1 και 5§2 που ορθώνουν αδιαπέραστο προστατευτικό πλέγμα για την ανθρώπινη αξία και ζωή, το Σύνταγμά μας, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας περιλαμβάνει και συγκεκριμένες διατάξεις, όπως την διάταξη που αναγνωρίζει ρητά το δικαίωμα στην υγεία (άρθρο 5§5), αλλά και την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την υγεία των πολιτών (άρθρο 21§3).

2. Ο συνταγματικός νομοθέτης, επίσης ρητά, εντάσσει τη δημόσια υγεία, ως κατ’ εξοχήν προστατευτέο αγαθό, σε ένα πλέγμα διατάξεων, που ενεργοποιείται, όταν υπάρχει διακινδύνευση αυτής, όπως είναι το άρθρο 18§3 Σ που επιτρέπει την επίταξη πραγμάτων για να αντιμετωπιστεί κρίση στη δημόσια υγεία, αλλά και το άρθρο 22§4 Σ που επιτρέπει την επίταξη των προσωπικών υπηρεσιών, δηλαδή ακόμη και την επιβολή αναγκαστικής εργασίας, ώστε να προστατευθεί η δημόσια υγεία!

3. Ακόμη, όμως, και υποθετική περίπτωση που το Σύνταγμά μας δεν είχε προνοήσει καν για προστατευτικές της ζωής και της υγείας ρυθμιστικές προβλέψεις, εννοείται ότι η αδήριτη ανάγκη που εκπηγάζει από την πραγματικότητα της κρίσης10, θα καθιστούσε οπωσδήποτε νομιμοποιημένη τη λήψη αναγκαίων περιοριστικών μέτρων, μέσα από το γενικότερο πλαίσιο των αξιακών του αναφορών, εφόσον μόνον αυτά θα θωράκιζαν τον πληθυσμό κατά των υγειονομικών απειλών.

4. Συνεπώς, δεν υπάρχει λόγος να αποστούμε από τη σαφώς εύστοχη παραδοχή του Ευάγ. Βενιζέλου (ό.π.), σύμφωνα με την οποία: «Όταν καλείσαι να αντιμετωπίσεις μια κατάσταση ανάγκης, μια κατάσταση έκτακτη και εξαιρετική, δύσκολη, δεν σημαίνει ότι οδηγείσαι σε αυτό που ανέφερα ως «συντακτικό» δίκαιο της ανάγκης. Δηλαδή, σε ένα δίκαιο της ανάγκης που υπερβαίνει το Σύνταγμα, που επικαλείται τη ρήτρα salus populi suprema lex esto (…). Μπορεί να έχουμε μια «ερμηνεία ανάγκης». Αλλά, πάντως, ερμηνεία ανάγκης υφισταμένων προβλέψεων της έννομης τάξης σε όλα τα επίπεδά της».

IV. Η στάση της νομολογίας.

1. Αρχικά είναι σκόπιμο να τονιστεί, ότι διαχρονικά η νομολογία δικαιώνει -καλώς ή κακώς- σταθερά την άποψη που αποδέχεται την κάμψη ακόμη και των πλέον βασικών συνταγματικών αρχών προκειμένου να υπηρετηθεί σκοπός προστασίας του δημοσίου ή γενικού συμφέροντος11, εφόσον, βεβαίως τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Συγκεκριμένα, ως προς την κάμψη της αρχής της ισότητας βλ. ΑΕΔ 1, 2/2012, 9/2009, 3, 4/2007, Ολ.Α.Π. 4/2012, 11/2008, 3/2006, 38/2005, ΟλΣτΕ 425/2015, σκ. 34, 668/2012, σκ. 38. Ως προς την αρχή της οικονομικής ελευθερίας βλ. ΟλΣτΕ 221/2020, 2090/2015, σκ. 15, 3037/2008, ΑΠ 1281/2015, ενώ ως προς την προστασία της ιδιοκτησίας βλ. ΟλΣτΕ 2563-2566/2015, σκ. 21, 425/2015 σκ. 31, 3173/2014, 3342-9/2013 1972/2012, Ολ.Α.Π. 3/2006, ΑΠ 1281/2015, 2/2014, 804/2002.

2. Ειδικά, όμως, για το ζήτημα των περιοριστικών μέτρων λόγω της πανδημίας, η μέχρι σήμερα, διαμορφωθείσα νομολογία καταφεύγει στην ερμηνευτική παραδοχή ότι συντρέχουν προς τούτο επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος. Ενδεικτικά:

α) Με τις πρόσφατες αποφάσεις 262 και 263/2020, η Επιτροπή Αναστολών ΣτΕ (Ολομ.) έκρινε ότι το μέτρο της προσωρινής απαγόρευσης (από 15.11.2020 ώρα 6.00 π.μ. έως 18.11.2020 ώρα 9.00 μ.μ.) των δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων τεσσάρων ατόμων και άνω σε όλη την επικράτεια ελήφθη, διότι συντρέχουν εξαιρετικώς επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος, που αφορούν την προστασία της δημόσιας υγείας από τον σοβαρό κίνδυνο διασποράς του «COVID-19» και ως εκ τούτου κωλύεται η χορήγηση αναστολής εκτελέσεως της σχετικής κανον. απόφασης.

β) Εξάλλου, με τις αποφ. Ε.Α. ΣτΕ 1992/2020, 173/2020, απορρίφθηκαν αιτήσεις αναστολής κανον. αποφάσεων για προσωρινές κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, λαμβανομένων υπόψη των σοβαρών λόγων δημοσίου συμφέροντος, που υπαγόρευσαν την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων, οι οποίοι ανάγονται στην προστασία της δημόσιας υγείας έναντι της διασποράς του νέου κοροναϊού.

γ) Τέλος, με την απόφαση ΔιοικΠρΠατρών 21/2020, κρίθηκε ότι οι επιβληθείσες κυρώσεις λόγω παραβίασης περιοριστικών μέτρων, ενόψει και του επιτακτικού λόγου δημοσίου συμφέροντος, στην εξυπηρέτηση του οποίου αποσκοπούν (προστασία δημόσιας υγείας) δεν αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον δεν είναι προδήλως ακατάλληλες για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού.

Συνεπώς, καθίσταται νομολογιακά αποδεκτό ότι, όταν η ανθρώπινη υγεία διακυβεύεται δικαιολογείται η κάμψη ακόμη και σημαντικών συνταγματικών εγγυήσεων12 και, ασφαλώς, το Σύνταγμα δεν είναι δυνατόν να αποτελεί το εμπόδιο, αλλά το «εφαλτήριο» στην επίπονη προσπάθεια της Πολιτείας για τη σωτηρία του πληθυσμού!

V. Τελικά συμπεράσματα

1. Παρά τις εκφραζόμενες ανησυχίες για το γεγονός ότι οι πολιτικοί κινούνται πια μέσα σε στενό πλαίσιο επιλογών, το οποίο καθορίζεται από τις οδηγίες των ειδικών επιστημόνων για την καταπολέμηση της πανδημίας, πρέπει να παραδεχθούμε, ότι εν μέσω επιδεινούμενων υγειονομικών συνθηκών σε ένα σύστημα Υγείας -που όλοι παραδέχονται πως δεν το αντέχει- δεν έχουμε καταρχήν την «πολυτέλεια» να αμφισβητήσουμε βασίμως τα περιοριστικά μέτρα που εισηγούνται οι λοιμωξιολόγοι ως αναποτελεσματικά για την αναχαίτιση της πανδημίας13. Κατά συνέπεια, με δεδομένο ότι αυτό ανάγεται πλέον σε ζήτημα επιτακτικού δημοσίου και γενικού συμφέροντος θεωρώ ότι ο μόνος τρόπος να ανιχνεύσει κανείς τις παραβιάσεις της συνταγματικής τάξης κατά την επιβολή των προτεινόμενων περιορισμών είναι στην αυτονόητη περίπτωση που προβλέπει το Σύνταγμά μας στο άρθρο 25§1 εδ. 4, δηλαδή κατά τη θέσπιση ακραίων περιοριστικών επιλογών που υπερβαίνουν εξόφθαλμα την αναγκαιότητα ή/και προσφορότητα της επιβολής τους.

2. Περαιτέρω, συντάσσομαι ανεπιφύλακτα με την άποψη ότι δεν υπάρχει η ανάγκη της λεγόμενης «συντακτικής» ερμηνείας, δηλαδή μιας ερμηνείας έκτακτης ανάγκης, που θα κινείται πέρα και έξω από το Σύνταγμά μας, αφού αυτό παρέχει ήδη όλα τα κατάλληλα «εργαλεία», ώστε τα πιο πάνω μέτρα να ληφθούν από την Πολιτεία αποσκοπώντας στην προστασία της ανθρώπινης ζωής και υγείας, αξίες, τις οποίες ο συνταγματικός νομοθέτης αποθεώνει και προστατεύει κατ’ απόλυτη προτεραιότητα.

3. Επομένως, με «ακοίμητο φρουρό» την αρχή της αναλογικότητας, ο νομοθέτης των ρυθμίσεων, οι οποίες αποσκοπούν να αποσοβήσουν την εξάπλωση της πανδημικής κρίσης, οφείλει να προσδιορίζει με υπευθυνότητα τα προσήκοντα όρια των αναγκαίων περιορισμών (ειδικά όταν αυτοί τείνουν να γίνονται «καθολικοί» και «ακραίοι») των συνταγματικών μας ελευθεριών, κινούμενος εξισορροπητικά μέσα από λελογισμένες σταθμίσεις αξιών και πραγματικών καταστάσεων λαμβάνοντας σταθερά υπόψη του την ειδική επιστημονική γνώση.-

* Η Γλυκερία-Χριστίνα Τερζή είναι απόφοιτος του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών. Κατέχει ΜΔΕ Φορολογικού Δικαίου, ενώ ενεργεί και δημοσιογραφικές εργασίες. (e-mail επικοινωνίας: glyk.terzi@gmail.com)

  • 1. Η ετυμολογική σημασία της λέξης «πανδημία» είναι «ολόκληρος ο λαός ή ο πληθυσμός μιας πόλης» (παν+δήμος), (βλ. Ερμηνευτ. Λεξικό Δ. Δημητράκου), η έννοια, όμως, αυτή συνδέθηκε με λοιμογόνο νόσο, που απειλεί το σύνολο του πληθυσμού.
  • 2. Πολύ εύστοχα ο Καθ. Σπ. Βλαχόπουλος επισημαίνει ότι «το συνταγματικό δίκαιο καλείται να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά, χωρίς να υποκύπτει ούτε στον «συνταγματικό λαϊκισμό» αλλά ούτε και στον «συνταγματικό μιθριδατισμό» («Συνταγματικός μιθριδατισμός, οι ατομικές ελευθερίες σε εποχή πανδημίας», εκδ. Ευρασία 2020).
  • 3. Ευάγ. Βενιζέλος, «Πανδημία, Θεμελιώδη Δικαιώματα και Δημοκρατία», Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΔτΑ), 2020, σελ. 275.
  • 4. Α. Παπατόλιας, «Η «επόμενη μέρα» του εθνικού και ευρωπαϊκού συνταγματισμού - Ερμηνευτικοί (ανα)στοχασμοί μετά την πανδημία» (εκδ. Παπαζήση).
  • 5. Δυστυχώς, μέσα σε λίγες εβδομάδες, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αντί για τον όρο «καραντίνα», που χρησιμοποιούσαμε επί αιώνες στη χώρα για τα περιοριστικά μέτρα, επέβαλαν την κακόηχη λέξη «lockdown», που τείνει να εκτοπίσει κάθε άλλη συναφή λέξη. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφορμή για την πρόσφατη δημοσίευση ενός άρθρου μου στο διαδίκτυο (www.alfavita.gr) με τίτλο «Η ελληνική γλώσσα σε lockdown».
  • 6. Ως γνωστόν, άλλωστε, οι ουσιαστικές εκτιμήσεις και σταθμίσεις τεχνικών (ιατρικών) κρίσεων από νομικούς δεν είναι επιτρεπτές.
  • 7. Δεν πρέπει εντούτοις να λησμονούμε ότι το Δίκαιο είναι το προϊόν της «συνάντησης» του νομοθέτη με την κοινωνική και επιστημονική πραγματικότητα σε δεδομένη χρονική στιγμή και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να «πορεύεται» εντελώς αυτόνομα σε μοναχικούς δρόμους.
  • 8. Ξεν. Κοντιάδης, Πανδημία, βιοπολιτική και δικαιώματα, εκδ.Καστανιώτη 2020.
  • 9. Το Σύνταγμα δεν είναι απλώς ένα θετό κείμενο δικαιωμάτων, αλλά και ένα κείμενο στο οποίο εγκιβωτίζονται οι θεμελιώδεις αρχές και αξίες της έννομης κοινωνικής μας συμβίωσης (Α.Μανιτάκης, ό.π.).
  • 10. Η αντίληψη ότι το δίκαιο πρέπει να εμμένει να θέτει όλα τα όρια της πραγματικότητας σε διαρκή δοκιμασία αντοχής, χωρίς να υποχωρεί προ μιας σοβαρής απειλής, διατυπώνεται είτε με άγνοια κινδύνου είτε με συνειδητή διακινδύνευση (βλ. και Κ. Πισπιρίγκο, ό.π.).
  • 11. Κατά τον Καθ. Α. Δημητρόπουλο: «Ο συντακτικός νομοθέτης αντιλαμβάνεται το δημόσιο συμφέρον ως γενικό συμφέρον, ως την σύνθεση δηλαδή των συμφερόντων των φορέων των συνταγματικών δικαιωμάτων» (Συνταγματικά Δικαιώματα, σελ. 169).
  • 12. Γ. Τασσόπουλος, ό.π.
  • 13. Ποιος άλλος νομιμοποιείται να το κρίνει, άν όχι οι ειδικοί; Οι νομικοί ή οι συνταγματολόγοι; (Α. Μανιτάκης, ό.π.)
Προκαταρκτική εξέταση - ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ)

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΜΑΡΙΑ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΟΥ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΥΚΑΚΗΣ

Η ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΑΘΡΑΚΟΚΟΙΛΗΣ

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ

send