logo-print

Στο Δικαστήριο της ΕΕ η υπόθεση του μοναχού Ειρηναίου κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

Μπορεί ένα μοναχός της Εκκλησίας της Ελλάδος να είναι δικηγόρος;

09/10/2017

16/11/2017

Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση
Ευρωπαϊκό Εργατικό Δίκαιο, 2η έκδ., 2024

Στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισήχθη τελικώς η υπόθεση του Μοναχού Ειρηναίου κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (C-431/17).

Ο μοναχός Ειρηναίος (Ιερά Μονή Πέτρας Νομού Καρδίτσας), κατά κόσμον Αντώνιος Γιακουμάκης, ζήτησε από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών (Δ.Σ.Α.) να εγγραφεί στο ειδικό μητρώο του Συλλόγου, ως δικηγόρος που απέκτησε τη δικηγορική ιδιότητα σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. (Κύπρο), συνυποβάλλοντας όλα τα σχετικά δικαιολογητικά.

Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με απόφαση του Δ.Σ.Α. το 2015, κατ’ επίκληση του  π.δ. 152/2000 και του Κώδικα Δικηγόρων.

Ο Κώδικας Δικηγόρων προβλέπει στα άρθρα 1 έως 5, ότι ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός του οποίου το λειτούργημα αποτελεί θεμέλιο του Κράτους Δικαίου, ότι ασκεί ελεύθερο επάγγελμα στο οποίο προέχει το στοιχείο της εμπιστοσύνης του εντολέα του προς αυτόν, ότι κατά την άσκηση των καθηκόντων του διατηρεί την ελευθερία χειρισμού της υπόθεσης και ότι δεν υπόκειται σε υποδείξεις και εντολές αντίθετες προς τον νόμο και μη συμβατές προς το συμφέρον του εντολέα του. Κατά το άρθρο 6, ο δικηγόρος πρέπει να μη φέρει την ιδιότητα του κληρικού ή μοναχού.

Το προεδρικό διάταγμα 152/2000, προβλέπει ότι οι εθνικοί κανόνες που αναφέρονται σε περιπτώσεις ασυμβιβάστου με το δικηγορικό λειτούργημα, όπως η ιδιότητα του μοναχού κατά το άρθρο 6, του Κώδικα Δικηγόρων, καταλαμβάνουν και τους δικηγόρους που επιθυμούν να ασκήσουν δικηγορία στην Ελλάδα με βάση τη δικηγορική ιδιότητα που απέκτησαν σε άλλο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κατά τον Δ.Σ.Α η απόρριψη της αιτήσεως δικαιολογείται από θεμελιώδεις αρχές και κανόνες που διέπουν την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.

Ειδικότερα:

α) Ο δικηγόρος πρέπει να απασχολείται πλήρως με την άσκηση του λειτουργήματός του, ο δε μοναχός δεν δύναται να το επιτύχει αυτό, λόγω των δεσμεύσεών του,

β) Η άσκηση της δικηγορίας επάγεται αντιδικία, ασύμβατη με το μοναχικό σχήμα,

γ) Προϋπόθεση της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος είναι η ανεξαρτησία του δικηγόρου, ο δε μοναχός υπόκειται στον πειθαρχικό έλεγχο των εκκλησιαστικών οργάνων και δικαστηρίων,

δ) Ο δικηγόρος οφείλει να έχει έδρα και γραφείο στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου όπου είναι διορισμένος, ενώ ο μοναχός οφείλει να εγκαταβιώνει στη μονή της μετάνοιάς του, δυνάμενος κατ’ εξαίρεση να λαμβάνει άδειες από τον Ηγούμενο, γεγονός που καταδεικνύει και την έλλειψη ανεξαρτησίας του,

ε) Δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα, ενώ ο μοναχός δεν επιτρέπεται να ασκεί κατά σύστημα αμειβόμενη επαγγελματική δραστηριότητα.

Ο μοναχός Ειρηναίος υποστηρίζει ότι οι ανωτέρω διατάξεις αντίκεινται στην οδηγία 98/5/ΕΚ, η οποία επιβάλλει πλήρη εναρμόνιση ως προς τις προϋποθέσεις εγγραφής των ενωσιακών δικηγόρων στα μητρώα άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στα πλαίσια της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιόν του, το Συμβούλιο της Επικρατείας ρωτά το ΔΕΕ αν η οδηγία 98/5/ΕΚ, για τη διευκόλυνση της μόνιμης άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος σε κράτος μέλος διάφορο εκείνου στο οποίο αποκτήθηκε ο επαγγελματικός τίτλος,  έχει την έννοια ότι η εγγραφή ενός μοναχού της Εκκλησίας της Ελλάδος ως δικηγόρου στα μητρώα της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο έχει αποκτήσει τον επαγγελματικό του τίτλο, προκειμένου να ασκεί εκεί το επάγγελμά του υπό τον επαγγελματικό του τίτλο καταγωγής, μπορεί να απαγορεύεται από τον εθνικό νομοθέτη, για τον λόγο ότι οι μοναχοί της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν δύνανται, κατά το εθνικό δίκαιο, να εγγράφονται στα μητρώα των δικηγορικών συλλόγων, επειδή δεν παρέχουν, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, ορισμένα απαραίτητα για την άσκηση της δικηγορίας εχέγγυα.

Το μέτρο απόδειξης στην πιθανολόγηση ΕΠολΔ 30
Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως ΙΙΙ/α Β έκδοση
send