Συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση δικηγόρου σε δικόγραφα προτάσεων και προσθήκης (ΑΠ 855/2022)
Ο εναγόμενος δικηγόρος, ο οποίος φέρει την αποκλειστική ευθύνη σύνταξης των δικογράφων, τελούσε σε γνώση της αναλήθειας των ισχυρισμών και της προσφορότητάς τους να πλήξουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος
Απορρίφθηκε από τον Άρειο Πάγο αίτηση αναίρεσης απόφασης, με την οποία επιδικάστηκε στον ενάγοντα δικηγόρο χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη, από τη συκοφαντική δυσφήμιση και εξύβριση που τελέστηκε εις βάρος του μέσω αναφορών σε δικόγραφα προτάσεων και προσθήκης – αντίκρουσης (ΑΠ 855/2022).
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, κρίθηκε ψευδής ο διαλαμβανόμενος στο δικόγραφο των προτάσεων και της προσθήκης του εναγομένου, ομοίως δικηγόρου, ισχυρισμός ότι ο ενάγων με τις ενέργειες του παρέβη το καθήκον του ως δικηγόρος και προέβη σε ενέργειες που απάδουν του λειτουργήματος του δικηγόρου, ακόμη και εάν η επικαλούμενη παράβαση καθήκοντος δεν εμπίπτει στην έννοια του ποινικού δικαίου (άρθρο 259 ΠΚ) αλλά μπορεί να στοιχειοθετήσει πειθαρχική ευθύνη αυτού. Κρίθηκε δε ψευδής και ο διαλαμβανόμενος στα ως άνω δικόγραφα ισχυρισμός ότι ο Αντεισαγγελέας Εφετών δήθεν προτίθετο να ασκήσει ποινική δίωξη μετά από την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος των καταγγελλομένων για παράβαση καθήκοντος.
Όπως τόνισε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, ο εναγόμενος, ο οποίος φέρει την αποκλειστική ευθύνη σύνταξης των δικογράφων, τελούσε σε γνώση της αναλήθειας των ισχυρισμών αυτών όπως και της προσφορότητάς τους να πλήξουν την τιμή και την υπόληψη του ενάγοντος καθώς και ο ίδιος έχει την ιδιότητα του δικηγόρου και γνωρίζει το νομικό πλαίσιο που διέπει τους δικηγόρους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, είχε δε αντίληψη της αναλήθειας που επικαλούνταν αναφορικά με την εκπεφρασμένη πρόθεση του Αντεισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου να ασκήσει ποινική δίωξη σε βάρος του εν προκειμένω ενάγοντος και παρά ταύτα προέβη στη διατύπωση των ως άνω ισχυρισμών.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, η απόδοση σε κάποιον πράξεων που η κοινωνία αποδοκιμάζει γιατί ενέχουν απαξία, εμπίπτει στα πλαίσια της προστασίας της προσωπικότητας. Τέτοιες πράξεις, διαταρακτικές της κοινωνικής προσωπικότητας του ανθρώπου, είναι και εκείνες που εμπεριέχουν ονειδισμό ή αμφισβήτηση της προσωπικής ή επαγγελματικής εντιμότητας του προσώπου, ακόμη και όταν αυτές απλώς τον καθιστούν ύποπτο ότι μετέρχεται ανέντιμες μεθόδους, κατά την ενάσκηση των επαγγελματικών καθηκόντων ή άλλων εκφάνσεων της δραστηριότητας του στη ζωή.
Περαιτέρω, στην έννοια του τρίτου περιλαμβάνεται οποιοδήποτε (πλην του δράστη και του παθόντος) φυσικό πρόσωπο ή αρχή, όπως ο γραμματέας, ο δικαστικός επιμελητής, οι δικαστές, οι εισαγγελείς, αστυνομικοί κ.λπ., που έλαβαν γνώση του δυσφημιστικού ισχυρισμού ή της διάδοσης, αφού δεν γίνεται σ' αυτές οποιαδήποτε εξαίρεση ή διάκριση για τα όργανα που είναι κατά το νόμο αρμόδια να παραλαμβάνουν ή να εξετάζουν δικόγραφα, μηνύσεις, καταθέσεις, αναφορές κλπ.
Εφόσον στην έννοια του τρίτου εντάσσονται και οι δικαστές, εισαγγελείς και γραμματείς, στους οποίους γίνεται γνωστό το περιεχόμενο των δικογράφων και μπορεί με τις σ' αυτά αναφορές να προσβάλλεται η τιμή και υπόληψη του αντιδίκου, η εξύβριση και η δυσφήμιση, απλή ή συκοφαντική, τελούνται και όταν ο ισχυρισμός ή η διάδοση γίνονται με τα γραφόμενα στα δικόγραφα, χωρίς να είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν σε προφορική διαδικασία, ήτοι να αποκτήσουν δημοσιότητα οι ισχυρισμοί ή διαδόσεις, αφού, άλλωστε, δεν είναι προϋπόθεση της διάπραξης αυτών η γνωστοποίηση των πραγματικών περιστατικών που συνιστούν τον ισχυρισμό ή τη διάδοση και σε άλλα, πλην των ανωτέρω, πρόσωπα.
Εν προκειμένω, ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι ορθά το εφετείο δέχθηκε ότι οι χαρακτηρισμοί «βουλημία, αλαζονεία και αρπακτικότητα» συνιστούν προσβλητικούς για το πρόσωπο του αναιρεσίβλητου χαρακτηρισμούς, που ενέχουν αμφισβήτηση της κοινωνικής και ηθικής αξίας αυτού και προσβάλλουν την τιμή και υπόληψη του και οι οποίοι πληρούν την αντικειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της εξύβρισης. Επιπλέον, ορθά έκρινε το Εφετείο ότι η στα δικόγραφα αναφορά περί εκπεφρασμένης άποψης του Αντεισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου για άσκηση ποινικής δίωξης, αποτελεί ισχυρισμό, ήτοι ανακοίνωση, γεγονότος για συμβάν του εξωτερικού κόσμου που υποπίπτει στις αισθήσεις και αναφέρεται σε περιστατικό που έχει ήδη συμβεί, δηλαδή στην γενόμενη ήδη συγκεκριμένη ενημέρωση και όχι στην ενέργεια που θα γίνει στο μέλλον και ότι τούτο το γεγονός είναι ψευδές, ο αναιρεσείων τελούσε σε γνώση της αναλήθειας και του ισχυρισμού αυτού και της προσφορότητας να πλήξει την τιμή και υπόληψη του αναιρεσιβλήτου. Τέλος, ορθά το εφετείο δέχθηκε ότι τρίτοι είναι και οι δικαστές που επιλαμβάνονται της δικαστικής διαφοράς, καθώς και οι γραμματείς του δικαστηρίου, σε γνώση των οποίων περιήλθαν, κατά τις παραδοχές της απόφασης, οι διατυπούμενοι στις προτάσεις και την προσθήκη των προτάσεων του αναιρεσείοντος ισχυρισμοί.
Απόσπασμα απόφασης
Στην προκείμενη περίπτωση, υπό τις ανωτέρω παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης:
1) Ο πρώτος λόγος, κατά το μέρος που διατυπώνεται αιτίαση για εσφαλμένη ερμηνεία των άρθρων 362 και 363 ΠΚ, υποστηρίζοντας ότι το Εφετείο παρερμήνευσε την έννοια του γεγονότος και εσφαλμένα εκτίμησε ως γεγονός τους χαρακτηρισμούς "βουλημία, αλαζονεία και αρπακτικότητα" στηρίζεται σε εσφαλμένη βάση, καθόσον το Εφετείο δεν δέχθηκε ότι οι ως άνω λέξεις συνιστούν γεγονότα, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, όπως υποστηρίζει ο αναιρεσείων, αλλά προσβλητικούς για το πρόσωπο του αναιρεσίβλητου χαρακτηρισμούς που ενέχουν αμφισβήτηση της κοινωνικής και ηθικής αξίας αυτού και προσβάλλουν την τιμή και υπόληψη του και οι οποίοι πληρούν την αντικειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της εξύβρισης και όχι της δυσφήμισης, απλής ή συκοφαντικής.
2) Ο ίδιος λόγος κατά το μέρος που προβάλλεται αιτίαση ότι με εσφαλμένη ερμηνεία των ως άνω διατάξεων εκτιμήθηκαν ως γεγονός τα ισχυριζόμενα στα επίδικα δικόγραφα για την εκπεφρασμένη άποψη του Αντεισαγγελέα Εφετών Ναυπλίου, την οποία ανακοίνωσε σ' αυτόν, δηλαδή ότι προτίθεται να ασκήσει ποινική δίωξη σε βάρος του αναιρεσίβλητου μετά την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης για την τέλεση από εκείνον αξιόποινων πράξεων, είναι αβάσιμος, καθόσον ορθά έκρινε το Εφετείο ότι η σχετική στα δικόγραφα αναφορά, αποτελεί ισχυρισμό, ήτοι ανακοίνωση, γεγονότος για συμβάν του εξωτερικού κόσμου που υποπίπτει στις αισθήσεις και αναφέρεται σε περιστατικό που έχει ήδη συμβεί, δηλαδή στην γενόμενη ήδη συγκεκριμένη ενημέρωση και όχι στην ενέργεια που θα γίνει στο μέλλον και ότι τούτο το γεγονός είναι ψευδές, ο αναιρεσείων τελούσε σε γνώση της αναλήθειας και του ισχυρισμού αυτού και της προσφορότητας να πλήξει την τιμή και υπόληψη του αναιρεσιβλήτου.
3) Ο ίδιος, επίσης, λόγος κατά το μέρος που αιτιάται εσφαλμένη ερμηνεία των ως άνω διατάξεων ως προς την έννοια του τρίτου ενώπιον του οποίου πρέπει να γίνει ο ισχυρισμός ή η διάδοση για να πληροί την απαιτούμενη κατ' αυτές προϋπόθεση της αντικειμενικής υπόστασης των αξιόποινων πράξεων της δυσφήμισης, απλής ή συκοφαντικής, είναι, με βάση τα προαναφερόμενα, αβάσιμος, καθόσον δεν έσφαλε το Εφετείο δεχόμενο ότι τρίτοι είναι και οι δικαστές που επιλαμβάνονται της δικαστικής διαφοράς, καθώς και οι γραμματείς του δικαστηρίου, σε γνώση των οποίων περιήλθαν, κατά τις παραδοχές της απόφασης, οι διατυπούμενοι στις προτάσεις και την προσθήκη των προτάσεων του αναιρεσείοντος ισχυρισμοί. Επομένως, το Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις προαναφερθείσες διατάξεις και δεν υπέπεσε στην αποδιδόμενη με τον ως άνω λόγο, από τον αρ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, πλημμέλεια.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.