Υπαγωγή των οδηγών σχολικών λεωφορείων στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (ΔΠΑ 16111/2023)
Υπαγωγή στις βαριές και ανθυγιεινές εργασίες λόγω του χώρου στον οποίο παρέχεται οι εργασία, ανεξαρτήτως εάν οι εν λόγω μεταφορές ασκούνται από τον εργοδότη αποκλειστικά ως κύρια ή/και ως δευτερεύουσα δραστηριότητα
Με πρόσφατη απόφασή του, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι οι οδηγοί σχολικών λεωφορείων εντάσσονται στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (ΔΠΑ 16111/2023).
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων, ο οποίος απασχολούνταν ως οδηγός σχολικού λεωφορείου και εκτελούσε μεταφορά μαθητών, υπαγόταν στην ασφάλιση των Β.Α.Ε. κατά το ένδικο χρονικό διάστημα και, ως εκ τούτου, μη νομίμως με την απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Ασφάλισης (Π.Ε.Κ.Α.) Αττικής του e - Ε.Φ.Κ.Α. απορρίφθηκε η καταγγελία – δήλωση απασχόλησής του.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, από τις διατάξεις της νομοθεσίας σχετικώς με τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, με τις οποίες εισάγεται εξαιρετικό δίκαιο προς το σκοπό της ευνοϊκότερης ασφαλιστικής μεταχείρισης των απασχολούμενων σε ορισμένα επαγγέλματα, και, ως εκ της φύσης τους, είναι στενώς ερμηνευτέες και δεν επιδέχονται, κατά τα παγίως κριθέντα, ανάλογη εφαρμογή ή διασταλτική ερμηνεία, συνάγεται ότι ορισμένα επαγγέλματα κατατάσσονται από το νόμο στην κατηγορία των βαρέων και ανθυγιεινών από το είδος της εκτελούμενης εργασίας, ανεξαρτήτως του χώρου οπού παρέχεται, ενώ άλλα επαγγέλματα κατατάσσονται στην ανωτέρω κατηγορία από τις συνθήκες του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο παρέχεται η εργασία, οπότε η απασχόληση όλων όσοι εργάζονται στο εν λόγω ανθυγιεινό περιβάλλον λογίζεται ότι περιλαμβάνεται στην κατηγορία αυτή.
Στην τελευταία δε περίπτωση, ο νομοθέτης, όπως προκύπτει από το σχετικό πόρισμα της Διαρκούς Επιτροπής Κρίσεως Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων, για την υπαγωγή στα Β.Α.Ε., απέβλεψε στο χώρο όπου παρέχεται η εργασία, καθώς η παροχή της εργασίας στο χώρο αυτό συνδέεται με την έκθεση σε βλαπτικούς παράγοντες της υγείας Εξάλλου, κατά τις διατάξεις της περ. Α.51 του ισχύοντος Κ.Β.Α.Ε., οι οδηγοί λεωφορείων εν γένει υπάγονται στις βαριές και ανθυγιεινές εργασίες λόγω του χώρου στον οποίο παρέχεται οι εργασία, ήτοι λόγω των επιβατικών μεταφορών, ανεξαρτήτως εάν οι εν λόγω μεταφορές ασκούνται από τον εργοδότη αποκλειστικά ως κύρια ή/και ως δευτερεύουσα δραστηριότητα. Τέτοιο δε κριτήριο υπαγωγής στα Β.Α.Ε., ήτοι διάκριση μεταξύ κύριας και δευτερεύουσας δραστηριότητας του εργοδότη, δεν συνάγεται ούτε από τη γραμματική διατύπωση του Κ.Β.Α.Ε. (περ. Α.51) ούτε από το σκοπό του (βλ. Πόρισμα της Δ.Ε.Κ.Β.Α.Ε.).
Εν προκειμένω, το δικαστήριο έκρινε ότι, κατά τις διατάξεις της περ. Α.51 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Κ.Β.Α.Ε., οι οδηγοί λεωφορείων εν γένει υπάγονται στις βαριές και ανθυγιεινές εργασίες λόγω του χώρου στον οποίο παρέχεται οι εργασία, ήτοι λόγω των επιβατικών μεταφορών, ανεξαρτήτως εάν οι εν λόγω μεταφορές ασκούνται από τον εργοδότη αποκλειστικά ως κύρια ή/και ως δευτερεύουσα δραστηριότητα.
Το δικαστήριο επεσήμανε ότι το επικαλούμενο από τον καθ’ ου 51485/3.3.2020 γενικό έγγραφο του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Εισφορών, με το οποίο τίθεται το πρώτον ως κριτήριο υπαγωγής στα Β.Α.Ε. η κατά κύριο αντικείμενο άσκηση των επιβατικών μεταφορών, δεν αποτελεί δεσμευτικό κανόνα δικαίου, παρά μόνο παρέχει οδηγίες και διευκρινίσεις προς τους υπαλλήλους των ασφαλιστικών οργανισμών για την ορθή εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων, χωρίς να είναι καθ’ εαυτές δεσμευτικές για τους αποδέκτες και χωρίς να δημιουργούν νομική δέσμευση για αυτούς, ενώ, πάντως, δεν δύναται ερμηνευτικό έγγραφο να τροποποιήσει διάταξη νόμου.
Σε κάθε περίπτωση, το δικαστήριο τόνισε ότι ναι μεν οι διατάξεις περί υπαγωγής στα Β.Α.Ε. είναι, ως εκ της φύσης τους, στενώς ερμηνευτέες, ωστόσο λαμβανομένου υπόψη ότι ο σκοπός θέσπισής τους είναι η ευνοϊκότερη ασφαλιστική μεταχείριση των απασχολούμενων στα Β.Α.Ε., είναι ανεπίτρεπτη, εν προκειμένω, η ανωτέρω ερμηνεία του καθ’ ου περί διάκρισης μεταξύ κύριας και δευτερεύουσας δραστηριότητας, η οποία είναι αντίθετη προς το γράμμα και το σκοπό των εφαρμοστέων διατάξεων. Στην προκείμενη περίπτωση, οι οδηγοί σχολικών λεωφορείων μεταφέρουν επιβάτες και δη μαθητές, εκτιθέμενοι, κατά τα κοινώς γνωστά, σε βλαπτικούς για την υγεία τους παράγοντες (π.χ. εργασία σε περιορισμένο χώρο, θόρυβος, δονήσεις, στρες, οδήγηση με ασφάλεια, τήρηση χρονοδιαγράμματος, συχνές στάσεις, αυξημένη επαφή με τους μεταφερόμενους κ.λπ.), για λογαριασμό του εργοδότη τους. Μάλιστα, οι οδηγοί σχολικών λεωφορείων ασφαλίζονταν, μέχρι και την έκδοση του ένδικου 51485/4.3.2020 γενικού εγγράφου, στα Β.Α.Ε., σύμφωνα με την ταυτόσημου περιεχομένου διάταξη του άρθρου 104 περ. Α.67 του παλιού Κ.Β.Α.Ε. Οι δε υπάρχουσες στον παλαιό Κ.Β.Α.Ε. εργασίες και ειδικότητες παρέμειναν και στο νέο Κ.Β.Α.Ε., όπως προκύπτει από τα αναφερόμενα στο Πόρισμα της Δ.Ε.Κ.Β.Α.Ε.
Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr.