1. Σκοπός του παρόντος νόμου είναι να εξασφαλίσει ότι τα θύματα αξιόποινων πράξεων τυγχάνουν της δέουσας πληροφόρησης, υποστήριξης και προστασίας προκειμένου να συμμετέχουν στην ποινική διαδικασία. Τα θύματα αναγνωρίζονται και αντιμετωπίζονται με σεβασμό, ευαισθησία, εξατομικευμένη, επαγγελματική και χωρίς διακρίσεις προσέγγιση λόγω της φυλής, του χρώματος, της εθνικότητας, της εθνότητας, της γλώσσας, της θρησκείας, της κοινωνικής προέλευσης, των πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, της περιουσιακής κατάστασης, της ηλικίας, του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού, της ταυτότητας ή των χαρακτηριστικών φύλου, της αναπηρίας ή οποιασδήποτε άλλης κατάστασης αυτού, σε κάθε επαφή με τις αρμόδιες υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων ή τις υπηρεσίες αποκαταστατικής δικαιοσύνης, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται από το νόμο ή κάθε άλλη αρμόδια αρχή, που ενεργούν στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας. Τα δικαιώματα που θεσπίζονται στον παρόντα νόμο ισχύουν για όλα τα θύματα χωρίς διακρίσεις, ανεξαρτήτως της εθνικότητας ή υπηκοότητάς τους και του καθεστώτος διαμονής τους.
2. Αν το θύμα εγκληματικής πράξης είναι ανήλικος, πρωταρχικό κριτήριο κατά την εφαρμογή του παρόντος νόμου, είναι το βέλτιστο συμφέρον του ανήλικου θύματος, το οποίο αξιολογείται σε εξατομικευμένη βάση. Κάθε ανήλικο θύμα προσεγγίζεται με ευαισθησία, λαμβανομένων δεόντως υπόψη της ηλικίας, του βαθμού ωριμότητας, των απόψεων, των αναγκών και των ανησυχιών αυτού, χωρίς καμία διάκριση σε βάρος αυτού ή των γονέων του ή των νομίμων εκπροσώπων του. Ο ανήλικος και ο ασκών τη γονική του μέριμνα ή τυχόν άλλος νόμιμος εκπρόσωπός του, ενημερώνονται για τυχόν μέτρα ή δικαιώματα που τον αφορούν.