logo-print

Γάμος: Οικουμενικό δικαίωμα ή Προνόμιο λόγω φύλου;

23/01/2024

05/02/2024

Σύχρονα και κρίσιμα θέματα της συνταγματικής νομολογίας του ελεγκτικού συνεδρίου

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Mobbing Ευθύνη λόγω ηθικής παρενόχλησης στην εργασία

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΠΟΥΜΠΟΥΧΕΡΟΠΟΥΛΟΣ

Της Κωνσταντίνας Χριστοπούλου, ασκούμενης δικηγόρου

Διανύοντας τον πρώτο μήνα του 2024, φτάνουμε όλο και πιο κοντά στην παρουσίαση του νέου νομοσχεδίου, αναφορικά με το δικαίωμα των ομοφύλων ζευγαριών στον γάμο και στην τεκνοθεσία. Η συζήτησή του, αρχικά, αναμενόταν να πραγματοποιηθεί έως το τέλος του 2023, κάτι που όμως δεν συνέβη, λόγω της αντίστασης που προβλήθηκε από αρκετά πρόσωπα του πολιτικού κόσμου, με το επιχείρημα ότι η κοινωνία δεν είναι ακόμη έτοιμη να δεχθεί μία τόσο ριζική αλλαγή στον θεσμό του γάμου. Μπορεί, λοιπόν, η ψήφιση του νομοσχεδίου να «πήρε αναβολή», δεν συνέβη, όμως, το ίδιο με τις αντιδράσεις των πολιτών, οι οποίοι διχάζονται καθημερινά στην μερίδα που θεωρεί τον γάμο δικαίωμα οικουμενικό και την τεκνοθεσία επιλογή που όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου, πρέπει να διαθέτουν, και στην μερίδα που υποστηρίζει ότι δικαίωμα στην ένωση μέσω γάμου και στην απόκτηση τέκνου έχουν, και πρέπει να έχουν, μόνο οι ετερόφυλοι.

Προκειμένου να λάβει κάποιος θέση ως προς το δίλημμα αυτό που ταλανίζει τόσο την ελληνική κοινωνία τους τελευταίους μήνες, σκόπιμο θα ήταν να εξετάσει την έννοια «οικογένεια» στον πυρήνα της, δηλαδή τόσο ως προς τον λόγο όσο και ως προς τον σκοπό της δημιουργίας της. Ο θεσμός της οικογένειας κατοχυρώνεται συνταγματικά στην παράγραφο 1 του άρθρου 21 του Συντάγματος, όπου διατυπώνεται ρητώς ότι τελεί υπό την προστασία του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την προαγωγή της και την διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών, προκειμένου ο θεσμός αυτός να ευδοκιμήσει. Πρόκειται για ένα δικαίωμα τόσο ατομικό όσο και κοινωνικό, που απορρέει από ένα βιολογικό γεγονός, αυτό της σαρκικής ένωσης, το οποίο αποδίδεται στο δίκαιο με την νομική έννοια της οικογένειας. Η τελευταία, όμως, εκτός από την νομική, διαθέτει και μία ηθική πτυχή, καθώς προωθεί την αγάπη, την στοργή, τον σεβασμό, την πίστη, την τιμή, την ομοφροσύνη και την αλληλοβοήθεια μεταξύ των μελών της.

Χαρακτηρίζεται, επίσης, ως κοινωνικός θεσμός και μάλιστα ο πρώτος που προάγει την κοινωνικοποίηση του τέκνου από την γέννησή του και έπειτα. Η μέριμνα για την ζωή και την ανάπτυξη των παιδιών εν γένει αποτελεί πρωταρχικό στόχο της οικογένειας, όποια μορφή και αν αποκτά, νόμιμη, φυσική, θετή, ανάδοχη, πυρηνική ή μονογονεϊκή. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο ο θεσμός της οικογένειας προστατεύεται από το άρθρο 9 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. καθώς και το άρθρο 7 του ίδιου νομοθετήματος, το οποίο προασπίζει το απαραβίαστο της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Το τελευταίο προστατεύεται και σε διεθνές επίπεδο από το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ενώ αντίστοιχα το άρθρο 12 της ΕΣΔΑ κατοχυρώνει το δικαίωμα του γάμου και της ίδρυσης οικογένειας μεταξύ προσώπων διαφορετικού φύλου.

Στο άρθρο 21 του Συντάγματος και συγκεκριμένα στην παράγραφο 1 αυτού, παρόλο που χρησιμοποιείται η ιδεολογικά φορτισμένη διατύπωση περί συντήρησης και προαγωγής του έθνους μέσω της οικογένειας, δεν τίθεται κάποιος περιορισμός λόγω φύλου ως προς την δημιουργία αυτής. Αντιθέτως, το ελληνικό Σύνταγμα παραμένει ουδέτερο, υπό την έννοια ότι δεν αναγνωρίζει ως αντισυνταγματική κάθε ένωση διαφορετική από αυτή του γάμου ετεροφύλων και κατ’ επέκταση την δημιουργία οικογένειας από αυτούς, εφόσον βεβαίως η ένωση αυτή δεν αποτελεί ακραία μορφή παραβίασης του θεσμού της συνταγματικώς κατοχυρωμένης οικογένειας. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να τηρηθεί διαφορετική στάση, καθώς πλειάδα ρυθμίσεων της οικογένειας και του γάμου έχει ήδη επεκταθεί στις ελεύθερες ενώσεις. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα ζήτημα πραγματικό, για το οποίο μένει να πραγματοποιηθεί η ρητή πλέον νομική επένδυση, προκειμένου να μην υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός στην αναγνώριση δικαιωμάτων μεταξύ ετεροφύλων και ομοφύλων ζευγαριών. Άλλωστε, όταν η πραγματικότητα τρέχει, η νομική επιστήμη δεν μπορεί να μένει στάσιμη. Πρέπει να επέλθει και η αντίστοιχη ρύθμιση, διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος αυθαιρεσίας.

Το άρθρο 21 παρ. 1 Σ προστατεύει εκτός από το δικαίωμα στην οικογένεια, το δικαίωμα στον γάμο, ο οποίος συχνά αποτελεί προστάδιο της τεκνοποιίας, όπως επίσης την ελεύθερη συμβίωση, με σύμφωνο ή χωρίς. Κατά μία άποψη, μάλιστα, το Σύνταγμα με την αναφορά στον «γάμο» χωρίς περαιτέρω διάκριση σχετικά με την διαφορά φύλου, όπως συμβαίνει σε συντάγματα άλλων χωρών, δεν αποκλείει την συμβίωση και την ένωση ομόφυλων ζευγαριών. Βεβαίως, δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω αναγκαστικά η φράση «ό,τι δεν απαγορεύεται επιτρέπεται». Κατά συνέπεια μία σαφέστερη ρύθμιση, όχι απαραίτητα συνταγματική, κρίνεται αναγκαία, ώστε να μην υπάρχουν κενά στην ερμηνεία αόριστων εννοιών, όπως αυτή του γάμου και της οικογένειας. Το επιχείρημα, εξάλλου, ότι ο γάμος ιστορικά πρεσβεύει την ένωση ανδρός και γυναικός και κατ’ επέκταση δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει την σύνδεση δύο ανδρών ή γυναικών, δεν φαίνεται να ευσταθεί, καθώς οι έννοιες «γάμος» και «οικογένεια» χαρακτηρίζονται εκ φύσεως δυναμικές. Προσαρμόζονται, δηλαδή, στις ανάγκες και τις προτιμήσεις κάθε κοινωνίας, ώστε να ικανοποιούν τις επιταγές των πολιτών.

Επιπροσθέτως, το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο διασφαλίζει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, κατοχυρώνει ως ειδικότερες πτυχές αυτής, την ελευθερία επιλογής συζύγου, άρα και του φύλου αυτού, όπως επίσης την ελευθερία σύναψης γάμου, συμφώνου συμβίωσης και φυσικά λύσης αυτών. Το άρθρο 4 παρ. 2 Σ, αντίστοιχα, διασφαλίζει την ισότητα των δύο φύλων, ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, όπως επίσης την ίση μεταχείριση αυτών, υπό το πρίσμα πάντοτε της αρχής της αναλογικότητας του άρθρου 25 του Συντάγματος. Βάσει των διατάξεων αυτών μπορεί και πρέπει να ερμηνευθεί το δικαίωμα σύναψης γάμου μεταξύ ομοφύλων ως έκφραση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των δύο φύλων και των ερωτικών επιλογών αυτών. Θα μπορούσε, μάλιστα, να διατυπωθεί το επιχείρημα ότι δεν τίθεται ζήτημα ισότητας φύλων, αλλά ισότητας ανθρώπων, ώστε κάθε άνθρωπος να έχει δικαίωμα στον γάμο ανεξαρτήτως του ποιος θα είναι ο μελλοντικός του σύζυγος.

Σε αυτό το σημείο τίθεται το εξής ερώτημα: «Γιατί πρέπει να θεσμοθετηθεί η δυνατότητα σύναψης γάμου μεταξύ ομοφύλων, στην στιγμή που ήδη υπάρχει το σύμφωνο συμβίωσης;». Πράγματι, με τον Νόμο 4356/2015, κατοχυρώθηκε το δικαίωμα σύναψης συμφώνου συμβίωσης και με άτομα του ιδίου φύλου. Με αυτό τον τρόπο δόθηκε η ευκαιρία στα ομόφυλα ζευγάρια να ρυθμίσουν την συμβίωσή τους με τρόπο αντίστοιχο με εκείνον που θα τους διασφάλιζε η σύναψη γάμου. Συγκεκριμένα, τα μέρη υποχρεούνται να συμβιώνουν και να συναποφασίζουν για τα ζητήματα που θα προκύπτουν κατά την διάρκεια της κοινής τους ζωής, ενώ σε περίπτωση λύσης του συμφώνου διαθέτουν αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα, και φυσικά δικαίωμα διατροφής. Σε περίπτωση θανάτου του ενός συμβίου, εξάλλου, ο έτερος εξομοιώνεται με τον επιζώντα σύζυγο στην κληρονομική διαδοχή, όπως επίσης διαθέτει δικαίωμα νόμιμης μοίρας. Γιατί, λοιπόν, μία μερίδα του πληθυσμού επιμένει τόσο στην κατοχύρωση της ελευθερίας σύναψης γάμου μεταξύ ομοφύλων; Πρόκειται απλώς για ζήτημα όρου;

Η απάντηση είναι σαφής. Προφανώς, δεν τίθεται απλώς ζήτημα λέξεων, αλλά η σύναψη γάμου διασφαλίζει στους συζύγους ζωτικές ελευθερίες, ιδίως προς την απόκτηση τέκνων, τις οποίες ένα σύμφωνο συμβίωσης δεν δύναται να παράσχει. Πιο αναλυτικά, στην περίπτωση του γάμου προβλέπεται ρητώς η δυνατότητα των συζύγων να υιοθετήσουν τέκνο, κάτι που δεν ισχύει στην περίπτωση του συμφώνου συμβίωσης. Υπάρχει, ωστόσο, η δυνατότητα αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων περί υιοθεσίας που διέπουν τις σχέσεις των συζύγων και συγκεκριμένα τα άρθρα 1542επ. ΑΚ. Ακόμη, στον γάμο τα τέκνα αποκτούν αυτοδικαίως το επώνυμο του πατέρα, εκτός αν οι γονείς αποφασίσουν διαφορετικά, ενώ στο σύμφωνο αποκτούν το επώνυμο επιλογής των γονέων τους, με έγγραφη και αμετάκλητη δήλωση των τελευταίων που ενσωματώνεται σε αυτό. Επιπροσθέτως, ενώ στον γάμο παρέχεται η δυνατότητα στους συζύγους να προσθέσουν ληξιαρχικά στο επώνυμό τους το επώνυμο του συζύγου, το σύμφωνο συμβίωσης δε παρέχει νομικά αυτή τη δυνατότητα και οι σύντροφοι επιτρέπεται, άτυπα μόνο, στις κοινωνικές τους συναναστροφές να χρησιμοποιούν το επώνυμο του άλλου συντρόφου.

Εκτός, όμως, από αυτές τις πολύ συγκεκριμένες, διαδικαστικές διαφορές, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν το γεγονός ότι ο γάμος χαρακτηρίζεται ως δεσμός ζωής, με τεράστια κοινωνική αξία, τον οποίο θα ήταν τουλάχιστον άδικο ορισμένα άτομα να μην μπορούν, εξαιτίας της προτίμησής, τους να απολαύσουν. Από την άλλη, αν ο γάμος απομονωθεί από το κοινωνικό-πολιτιστικό του υπόβαθρο, χαρακτηρίζεται απλώς ως συμφωνία και προστατεύεται από την ελευθερία των συμβάσεων, ως ειδική έκφανση της ελεύθερης ανάπτυξη της προσωπικότητας του άρθρου 5 παρ. 1 Σ. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα να αποφασίσει αν και με ποιον θα τον συνάψει. Σε αυτό το σημείο, κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στους όρους «πολιτικός γάμος» και «σύμφωνο συμβίωσης» και όχι στα αποτελέσματα αυτών. Και θα συνέχιζε τον συλλογισμό του με το ερώτημα: «Αφού έχει επιτραπεί η σύναψη συμφώνου συμβίωσης, γιατί παρουσιάζεται κώλυμα ως προς τον γάμο, ιδίως την στιγμή που το πρώτο αφήνει αρρύθμιστα ορισμένα ευαίσθητα ζητήματα, τα περισσότερα σχετιζόμενα με τα τέκνα;». Στο ερώτημα αυτό καλείται να απαντήσει η ψήφιση του νομοσχεδίου περί της ελευθερίας σύναψης γάμου και της τεκνοθεσίας από ομοφύλους.

Βεβαίως, το γεγονός ότι ο γάμος και η τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια δεν έχουν, ακόμα τουλάχιστον, νομιμοποιηθεί δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ζευγάρια του ιδίου φύλου τα οποία ανατρέφουν τέκνα που έχουν γεννηθεί ή υιοθετηθεί από τον έναν εκ των δύο συντρόφων. Γνωστό είναι το παράδειγμα της ΜΚΟ «Οικογένειες Ουράνιο Τόξο», η οποία απευθύνεται σε LGBTQI+ γονείς και σε όλους τους LGBTQI+ που επιθυμούν να γίνουν γονείς. Για την πληρέστερη κατανόηση, λοιπόν, της επιτακτικότητας της ρύθμισης αξίζει να σημειωθούν ορισμένες καθημερινές περιπτώσεις, κατά τις οποίες ομόφυλα ζευγάρια εκ των οποίων ο ένας σύντροφος έχει υιοθετήσει τέκνο αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα.

Κατ’ αρχάς, στην περίπτωση που ένας άνδρας ή μια γυναίκα που έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωση με άτομο του ίδιου φύλου υιοθετήσει, το παιδί αυτό δεν αναγνωρίζεται ως τέκνο του άλλου συντρόφου και κατά συνέπεια έχει μόνο έναν γονέα, αυτόν που πραγματοποίησε την υιοθεσία. Ο άλλος σύντροφος δεν δύναται να αναγνωρίσει το τέκνο αυτό ως δικό του, ούτε να το υιοθετήσει εκ των υστέρων. Κάτι αντίστοιχο δεν ισχύει στην περίπτωση των ετερόφυλων ζευγαριών, καθώς εάν ένας άνδρας ή μια γυναίκα υιοθετήσει και στην συνέχεια παντρευτεί άτομο του αντίθετου φύλου, το τελευταίο αναγνωρίζεται ως γονέας του παιδιού. Η διαφοροποίηση αυτή υφίσταται, καθώς το σύμφωνο συμβίωσης δεν παρέχει την δυνατότητα στους συντρόφους να υιοθετήσουν από κοινού τέκνο. Δικαίωμα υιοθεσίας παρέχεται αποκλειστικά σε έγγαμα ζευγάρια ή μεμονωμένα άτομα. Ο περιορισμός αυτό δημιουργεί ποικίλα πρακτικά προβλήματα.

Συγκεκριμένα, στην περίπτωση που αποβιώσει ο θετός γονέας, η επιμέλεια του τέκνου ανατίθεται σε κάποιο ίδρυμα ή στους συγγενείς του θανόντος θετού γονέα. Ο σύντροφος του τελευταίου δεν διαθέτει κανένα δικαίωμα γονικής μέριμνας- επιμέλειας του τέκνου, ακόμη και αν πριν τον θάνατο του θετού γονέα, αναγνωριζόταν από το τέκνο ως δεύτερος γονέας του. Στην περίπτωση που αποβιώσει ο σύντροφος του θετού γονέα, το παιδί δεν διαθέτει κληρονομικό δικαίωμα, ούτε νόμιμη μοίρα επί της κληρονομίας αυτού, ακόμη και αν ο θανών θεωρούσε και ανέτρεφε το εν λόγω παιδί ως δικό του. Ακόμη, αν χωρίσει ο θετός γονέας με τον σύντροφό του, ο τελευταίος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να συμβάλλει στην ανατροφή του παιδιού με την παροχή διατροφής, ούτε να εκπληρώσει τις εν γένει υποχρεώσεις που διαθέτει ένας διαζευγμένος γονέας.

Συγχρόνως, δεν διαθέτει κανένα δικαίωμα επικοινωνίας με το εν λόγω τέκνο, καθώς δεν ισχύει στην περίπτωση αυτή ο θεσμός της συνεπιμέλειας. Συνεχίζοντας, ο σύντροφος του θετού γονέα δεν δικαιούται να ταξιδέψει στο εξωτερικό με το τέκνο, χωρίς την χορήγηση άδειας από τον θετό γονέα, να προτείνει θεραπεία ή ιατρική επέμβαση, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του τελευταίου, να εγγράψει το παιδί στο σχολείο, όπως επίσης να του ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό με τον εαυτό του ως συνδικαιούχο. Εν ολίγοις, μπορεί το παιδί να μεγαλώνει αναγνωρίζοντας ως γονείς του τόσο τον θετό όσο και τον σύντροφο αυτού, η πολιτεία όμως διαθέτει αντίθετη στάση και θέτει προσκόμματα στην νομική ρύθμιση μίας κατάστασης που για πολλούς αποτελεί καθημερινότητα.

Όσον αφορά στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, μία ομοφυλόφιλη γυναίκα αποκτά νομίμως τέκνο με αυτόν τον τρόπο, κάτι που δεν ισχύει αντίστοιχα για τους ομοφυλόφιλους άνδρες, οι οποίο αναγκάζονται να καταφύγουν στο εξωτερικό, προκειμένου να αποκτήσουν παιδί μέσω παρένθετης μητέρας. Το τέκνο αυτό δεν μπορεί να εγγραφεί στο ελληνικό δημοτολόγιο, καθώς οικογενειακό μας δίκαιο δεν επιτρέπει κάτι τέτοιο χωρίς την δήλωση και την συγκατάθεση της μητέρας. Ο μόνος τρόπος για να επιτραπεί αυτό είναι να εγγραφεί το όνομα της παρένθετης μητέρας στο πιστοποιητικό γέννησης, το οποίο όμως δεν είναι νομικά και πραγματικά ορθό, καθώς η κυοφόρος δεν θεωρείται μητέρα του παιδιού. Επίσης, υπάρχουν Έλληνες που διαβιούν και έχουν αποκτήσει με νόμιμο τρόπο τέκνα στο εξωτερικό, οι οποίοι αντιμετωπίζουν κώλυμα κατά την εγγραφή των τέκνων τους στο ελληνικό δημοτολόγιο, καθώς το πιστοποιητικό γέννησής τους φέρει τους όρους «πατέρας- πατέρας» ή «μητέρα- μητέρα», κάτι που δεν αναγνωρίζεται από την ελληνική έννομη τάξη. Τα παιδιά αυτά δεν δικαιούνται να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια, παρόλο που έχουν γεννηθεί από Έλληνες γονείς, γεγονός που αντιτίθεται στο δίκαιο του αίματος (jus sanguinis), το οποίο ισχύει στην χώρα μας για την απόκτηση της  ελληνικής ιθαγένειας.

Από τα ποικίλα αυτά παραδείγματα συνάγεται το συμπέρασμα ότι με το να διατηρείται το ζήτημα της τεκνοθεσίας και του γάμου μεταξύ ομοφύλων, ως προθαλάμου αυτής, αρρύθμιστο προσβάλλονται δικαιώματα τρίτων προσώπων και συγκεκριμένα των ήδη υπάρχοντων τέκνων των ομόφυλων ζευγαριών. Η νομιμοποίηση, λοιπόν, των δύο αυτών θεσμών, που στα ετερόφυλα ζευγάρια παρουσιάζονται ως προσιτές επιλογές, ενώ στα ομόφυλα ως απλές προσδοκίες, κρίνεται αναγκαία, πρωτίστως για την διασφάλιση των συμφερόντων των παιδιών, που ήδη ανατρέφονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο.

Η ανάγκη της ρύθμισης εντείνεται περισσότερο, αν ληφθεί υπ‘ όψιν η κατάσταση που επικρατεί στο μεγαλύτερο τμήμα της Ευρώπης, στο οποίο σημειώνεται απίστευτη πρόοδος ως προς την αναγνώριση των φλέγοντων ζητημάτων του γάμου και της τεκνοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια.

Συγκεκριμένα, στην Δανία ήδη από το 1989 νομιμοποιήθηκε η συμβίωση των ομόφυλων ζευγαριών, με τη μορφή «δηλωμένης συντροφικής σχέσης», ενώ το 2012 θεσμοθετήθηκε και επίσημα ο γάμος, αλλά και η υιοθεσία μεταξύ αυτών. Στην Ολλανδία το 2001 προβλέφθηκε η δυνατότητα σύναψης γάμου μεταξύ ομοφύλων, καθώς και το δικαίωμα υιοθεσίας ως απορρέον από αυτόν. Ακολούθησε το Βέλγιο, το 2003 και η Ισπανία το 2005, τόσο ως προς το δικαίωμα στον γάμο όσο και ως προς την υιοθεσία. Στην Σουηδία και την Νορβηγία, ο γάμος ομοφύλων θεσμοθετήθηκε το 2009, ενώ το δικαίωμα στην υιοθεσία αναγνωριζόταν από το 2003 στην πρώτη και από το 2002 στην δεύτερη. Αντίστοιχα, στην Πορτογαλία και στην Ισλανδία επετράπη για πρώτη φορά ο γάμος και η υιοθεσία μεταξύ ομοφύλων το 2010, ενώ η Γαλλία το έτος 2013. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και ειδικότερα στην Αγγλία, την Ουαλία, την Σκωτία και την Βόρειο Ιρλανδία οι διαδικασίες νομιμοποίησης του γάμου και της υιοθεσίας ξεκίνησαν το 2013 και ολοκληρώθηκαν το 2019. Τέλος, το δικαίωμα αυτό κατοχυρώθηκε στο Λουξεμβούργο και στην Ιρλανδία το 2015, στην Φινλανδία, στην Μάλτα και στην Γερμανία το 2017, στην Αυστρία το 2019, στην Ελβετία το 2021, στην Ανδόρα και στην Σλοβενία το 2022, όπως επίσης στην Εσθονία το 2024, πριν λίγες μέρες.

Εκτός Ευρώπης, τώρα, στις ΗΠΑ το δικαίωμα στον γάμο μεταξύ ομοφύλων αναγνωρίζεται πλήρως στον Καναδά, το Μεξικό, στην Κόστα Ρίκα, στην Κούβα, στην Κολομβία, στην Αργεντινή, στην Βραζιλία, στην Χιλή, στο Εκουαδόρ, καθώς και στην Ουρουγουάη.

Η Ελλάδα, όπως και η Ιταλία, η Κύπρος, η Κροατία, η Ουγγαρία, η Τσεχία, το Μαυροβούνιο, το Λιχτενστάιν, το Μονακό και η Λετονία ανήκουν στις χώρες που προς το παρόν τουλάχιστον αναγνωρίζουν μόνο την δυνατότητα σύναψης συμφώνου συμβίωσης μεταξύ των ομόφυλων ζευγαριών.  

Ήδη με την έναρξη του νέου έτους, η Ελλάδα επιχειρεί να διαφοροποιηθεί από τις τελευταίες αυτές χώρες, θέτοντας υπό διαβούλευση το νέο νομοσχέδιο για την θεσμοθέτηση του γάμου και την τεκνοθεσία από ομόφυλους. Η ελληνική κοινωνία αναμένει τις εξελίξεις και φαίνεται, ως επί το πλείστον, έτοιμη να δεχθεί την νομιμοποίηση της -όχι και τόσο νέας, αλλά σίγουρα αναγκαίας για την διασφάλιση των δικαιωμάτων ορισμένων ατόμων- πραγματικότητας. Στην πορεία αυτή προς την πολυσυζητημένη ρύθμιση ταιριάζουν τα λόγια του Αμερικανού συγγραφέα H. Jackson Brown, Jr., ο οποίος έγραψε: «Να θυμάσαι ότι ένας πετυχημένος γάμος εξαρτάται από δύο πράγματα: 1) Να βρεις τον σωστό άνθρωπο. 2) Να είσαι ο σωστός άνθρωπος.», καθώς και το: «Θυμήσου ότι τα παιδιά, οι γάμοι και τα λουλούδια αντανακλούν το είδος της φροντίδας που παίρνουν.». Ας αποτελέσουν οι δύο αυτές φράσεις το έναυσμα, ώστε ο καθένας να αναρωτηθεί: «Εξαρτάται η σωστή επιλογή συζύγου από το φύλο του;», καθώς και: «Διαφοροποιείται η φροντίδα που δείχνουν οι δύο γονείς προς το παιδί τους, όταν έχουν μεταξύ τους αντίθετο φύλο;».

Βασική Νομοθεσία Ναυτικού Δικαίου

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΜΠΕΧΛΙΒΑΝΗΣ - ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΕΚΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΝΑΥΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Δίκαιο Δημοσίων Συμβάσεων Δ έκδοση

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΙΔΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΑΙΚΟΣ

send