logo-print

Επιστροφή προμήθειας χορήγησης δανείου μετά από πρόωρη αποπληρωμή: Ενδιαφέρουσα απόφαση του Δικαστηρίου ΕΕ

Συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία – Πρόωρη αποπληρωμή – Δικαίωμα του καταναλωτή σε μείωση του συνολικού κόστους της πίστωσης – Επιβαρύνσεις που εξαρτώνται από τη διάρκεια της σύμβασης – Προμήθεια για τη χορήγηση της πίστωσης καταβλητέα κατά τη σύναψη της σύμβασης

21/10/2024

22/10/2024

Ατομική δικονομική προστασία του καταναλωτή στο ελληνικό και το ευρωπαϊκό δίκαιο, 2025
Το εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τις έννομες συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων - Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 11

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος 

Με τη δημοσιευθείσα στις 17.10.2024 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι ο καταναλωτής, σε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής στεγαστικού δανείου, μπορεί να ανακτήσει μέρος της προμήθειας για τη χορήγηση της πίστωσης εάν δεν έχει ενημερωθεί ότι η προμήθεια αυτή δεν εξαρτάται από τη διάρκεια της σύμβασης.

Επιπλέον, σύμφωνα με το Δικαστήριο, το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που ο καταναλωτής κατέβαλε την προμήθεια αυτή εφάπαξ κατά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης.

Ιστορικό της υπόθεσης

Στην Πολωνία, μια καταναλώτρια συνήψε ενυπόθηκη πίστωση διάρκειας 360 μηνών. Κατά τη σύναψη της σύμβασης πίστωσης κατέβαλε προμήθεια για τη χορήγηση του δανείου, η οποία περιλαμβανόταν στο συνολικό κόστος του δανείου

Η καταναλώτρια αποπλήρωσε ολοσχερώς την πίστωση μετά την παρέλευση 19 μηνών. Ζήτησε από την τράπεζα να της επιστρέψει το μέρος της επίμαχης προμήθειας που αντιστοιχούσε στο εναπομένον διάστημα ισχύος της σύμβασης, ήτοι 341 μήνες. Κατόπιν της απόρριψης του αιτήματός της από την τράπεζα, η καταναλώτρια προσέφυγε στη δικαιοσύνη

Το επιληφθέν πολωνικό δικαστήριο διατηρώντας αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία της οδηγίας σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές οι οποίες αφορούν ακίνητα, ζήτησε από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν, σε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής ενυπόθηκης πίστωσης, θα πρέπει να επιστραφεί εν μέρει η προμήθεια για τη χορήγηση της πίστωσης αυτής. Υπογράμμισε συναφώς ότι η τράπεζα δεν ενημέρωσε τον καταναλωτή για το αν οι επίμαχες επιβαρύνσεις συνδέονται αντικειμενικώς με τη διάρκεια της σύμβασης πίστωσης. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, το πολωνικό δικαστήριο ζήτησε από το Δικαστήριο διευκρινίσεις σχετικά με τη μέθοδο υπολογισμού του ποσού που πρέπει να επιστραφεί στην καταναλώτρια.

Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο υπενθυμίσε ότι ο πιστωτικός φορέας που χορηγεί στεγαστικό δάνειο πρέπει να παρέχει στον καταναλωτή -μέσω του τυποποιημένου ευρωπαϊκού δελτίου πληροφοριών (ESIS), στο οποίο αναγράφονται όλες οι εξατομικευμένες πληροφορίες σχετικά με τα βασικά χαρακτηριστικά του δανείου ή ακόμη οι όροι της πρόωρης αποπληρωμής- προσυμβατικές πληροφορίες σχετικά με την κατηγοριοποίηση των επιβαρύνσεων, με βάση το αν καταβάλλονται εφάπαξ ή όχι. Ελλείψει πληροφόρησης βάσει της οποίας να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί αν οι οικείες επιβαρύνσεις εξαρτώνται από τη διάρκεια της σύμβασης ή όχι, πρέπει να θεωρείται ότι οι επιβαρύνσεις αυτές εξαρτώνται από την εν λόγω διάρκεια και μπορούν να μειωθούν σε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής. Η δε τράπεζα δεν φαίνεται να παρέσχε στην καταναλώτρια τέτοια πληροφόρηση όσον αφορά την επίδικη προμήθεια. Σε μια τέτοια περίπτωση, το εθνικό δικαστήριο οφείλει να διαπιστώσει ότι και η προμήθεια αυτή εμπίπτει στο δικαίωμα του καταναλωτή για μείωση του συνολικού κόστους της πίστωσης.

Πράγματι, κατά το Δικαστήριο, η έλλειψη της πληροφόρησης την οποία υποχρεούται να παράσχει στον καταναλωτή ο πιστωτικός φορέας δεν μπορεί να αποβαίνει εις βάρος του καταναλωτή. Επιπλέον, το γεγονός ότι ο καταναλωτής κατέβαλε μια δαπάνη εφάπαξ κατά τη σύναψη της σύμβασης δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι η δαπάνη αυτή είναι ανεξάρτητη από τη διάρκεια της σύμβασης και ότι, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να επιστραφεί εν μέρει.

Το Δικαστήριο παρατήρησε επίσης ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν επιβάλλει συγκεκριμένη μέθοδο υπολογισμού για τον καθορισμό του ποσού της μείωσης του συνολικού κόστους της πίστωσης. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να αποφανθεί επί του ζητήματος αυτού χρησιμοποιώντας μέθοδο που να διασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. 

Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.

Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

Η αρχή της οικονομίας της δίκης στις διοικητικές διαφορές, 2025
Ευρωπαϊκή Πολιτική Δικονομία - Β έκδοση