logo-print

Καταδίκη ιατρού για παράνομη τεχνητή διακοπή κύησης σε ανήλικη (ΑΠ 665/2024)

Νομίμως παρίσταται η έγκυος προς υποστήριξη της κατηγορίας – Εξέταση της εγκυρότητας της συναίνεσης της ανήλικης στην τέλεση της αξιόποινης πράξης

01/03/2025

19/03/2025

Πολυκώδικας, 20η έκδ., 2025
Κώδικας Ποινικής Δικονομίας -Ερμηνεία Κατ΄άρθρο - Τόμος Ι - Β έκδοση

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

Επικυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο η καταδίκη ιατρού – γυναικολόγου που προέβη σε χειρουργική επέμβαση για την τεχνητή διακοπή κυήσεως σε ανήλικη, χωρίς τη  συναίνεση των γονέων της (ΑΠ 665/2024).

Συγκεκριμένα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι ο αναιρεσείων, υπό την ιδιότητα του ιατρού γυναικολόγου, σε οργανωμένη νοσηλευτική μονάδα μαιευτικής κλινικής, αν και γνώριζε την υποχρέωσή του με βάση τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας να διερευνήσει την ηλικία της ασθενούς (άρθρο 14 §§ 2, 4 και 12 § 2 β' περίπτ. αα Ν. 3418/2005), η οποία άλλωστε αποτυπωνόταν και στον ιατρικό της φάκελο, και κατ' επέκταση σε περίπτωση ανηλικότητας την υποχρέωσή του πριν προβεί σε οποιαδήποτε ιατρική πράξη να λάβει τη συναίνεση των ασκούντων την γονική μέριμνα αυτής, με πρόθεση διέκοψε την εγκυμοσύνη της ανήλικης, η οποία βρίσκονταν στην 12η περίπου εβδομάδα της κύησης, με τη συναίνεση της ιδίας, χωρίς όμως τη συναίνεση των γονέων της.

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο πρώτος εκ των συγκατηγορουμένων διατηρούσε σχέση με την ανήλικη και όταν η ανήλικη τον ενημέρωσε για την εγκυμοσύνη, εκείνος, από κοινού με την συγκατηγορούμενη μητέρα του, προχώρησαν σε απειλές και εκφοβισμό της, προκειμένου να την πείσουν να προχωρήσει σε άμβλωση. Η ίδια, αντιμετωπίζοντας προβλήματα στο οικογενειακό της περιβάλλον, απέκρυψε το γεγονός της εγκυμοσύνης από τους γονείς της και, υποκύπτοντας στις απειλές και τον εκφοβισμό, δέχθηκε να προχωρήσει σε άμβλωση. Ακολούθως, οι ανωτέρω συγκατηγορούμενοι ήρθαν σε επαφή με τον αναιρεσείοντα ιατρό.

Κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, αποδείχθηκε πως κατά την επίσκεψη της ανήλικης στη γυναικολογική κλινική του αναιρεσείοντος για την τεχνητή διακοπή της κύησης, πριν τη διενέργεια της χειρουργικής επέμβασης δεν πραγματοποιήθηκε προεγχειρητικός έλεγχος (όπως αιματολογικές εξετάσεις, λήψη ιστορικού και ΑΜΚΑ), δεν διενεργήθηκε υπερηχογράφημα κύησης για την έγκυρη διαπίστωση της προχωρημένης ηλικίας του εμβρύου, ούτε δόθηκε προς συμπλήρωση από την έγκυο ερωτηματολόγιο, από το οποίο θα προέκυπτε η ανηλικότητά της.

Κατά το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης ανήλικης, με τη συναίνεσή της, χωρίς όμως τη συναίνεση των ασκούντων την γονική μέριμνα αυτής (ανήλικης), στοιχειοθετεί αξιόποινη πράξη για τον ιατρό που προέβη σ' αυτήν. Για να μη είναι άδικη η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης σε ανήλικη, δηλαδή κάτω των 18 ετών, απαιτείται, εκτός από την προσωπική απόφαση της ανήλικης, η συναίνεση ενός από τα πρόσωπα που ασκούν τη γονική μέριμνα αυτής, ρύθμιση που υποδηλώνει την επιθυμία και προσδοκία του νομοθέτη ότι μία τόσο σημαντική απόφαση θα είναι το αποτέλεσμα συνεργασίας των γονέων με την ανήλικη, δεν μπορεί δε η συναίνεση αυτή να λειτουργήσει ως στείρα αντίδραση των γονέων.

Αντικείμενο της ανωτέρω αξιόποινης πράξης της τεχνητής διακοπής εγκυμοσύνης ανήλικης, με τη συναίνεσή της, χωρίς όμως τη συναίνεση των ασκούντων την γονική μέριμνα αυτής, δεν είναι η έγκυος, αλλά το κυοφορούμενο έμβρυο, παράλληλα όμως, βεβαίως, προστατεύεται η υγεία της ανήλικης γυναίκας, η ζωή της, αλλά και η κοινωνική της πρόοδος και η ελευθερία της διάθεσης της προσωπικότητάς της. Η ικανότητα για συναίνεση συνίσταται στην ουσιαστική ικανότητα του φορέα του αγαθού να μπορεί να εκτιμήσει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση τη σημασία και τις συνέπειες της συναίνεσής του, ως εκ τούτου δε την εν λόγω ικανότητα μπορούν να έχουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, και οι ανήλικοι. Η συναίνεση όμως της ανήλικης, για την τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης της, για να είναι ισχυρή, πρέπει να είναι σοβαρή, να ανταποκρίνεται πράγματι προς την αληθινή βούλησή της και να μη είναι προϊόν πλάνης, βίας ή απειλής.

Περαιτέρω, το ανώτατο δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα της τυχόν πρόκλησης δικονομικής ακυρότητας, λόγω παράνομης παράστασης της ανήλικης προς υποστήριξη της κατηγορίας. Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η τεχνητή διακοπή εγκυμοσύνης ανήλικης, με τη συναίνεσή της, χωρίς όμως τη συναίνεση των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής, στοιχειοθετεί αξιόποινη πράξη (άρθρο 304 του Π.Κ.), στην τέλεση της οποίας συμμετέχει και η ανήλικη έγκυος, αφού συντελείται με τη συναίνεσή της. Ανεξαρτήτως αυτού, όμως, έχει δικαίωμα και η ίδια, δηλαδή η ανήλικη έγκυος, να παραστεί στο ακροατήριο του ποινικού δικαστηρίου προς υποστήριξη της κατηγορίας, σε βάρος του υπαιτίου της τέλεσης της ανωτέρω αξιόποινης πράξης, αν ισχυριστεί ότι η συναίνεσή της στην τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης της δεν ήταν έγκυρη, ως προϊόν πλάνης, απάτης ή απειλής. Τούτο δε διότι, η ανήλικη έγκυος, ως φορέας του προστατευόμενου από τη διάταξη του άρθρου 304 του Π.Κ. έννομου αγαθού, έχει δικαίωμα παράστασης προς υποστήριξη της κατηγορίας στο ακροατήριο του ποινικού δικαστηρίου για την προαναφερθείσα αξιόποινη πράξη της τεχνητής διακοπής της εγκυμοσύνης της, ακόμη και αν τελέστηκε με τη συναίνεσή της, χωρίς όμως τη συναίνεση των ασκούντων τη γονική μέριμνα αυτής, δικαίωμα το οποίο είναι δυνατόν να καταλυθεί, με την προβολή, από τον υπαίτιο, ισχυρισμών περί οικείου πταίσματος και καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματός της (ανήλικης εγκύου), στοιχεία όμως που δεν ασκούν έννομη επιρροή στη νομιμότητα του ως άνω δικαιώματός της, αλλά στην ουσιαστική βασιμότητά του. 

Εν προκειμένω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επεσήμανε ότι, ούσα η παθούσα ανήλικη και λειτουργούσα υπό το κράτος απειλής, τυγχάνει ερευνητέο το κατά πόσο η συναίνεση ήταν έγκυρη, αφενός υπό το πρίσμα της διάγνωσης της δυνατότητας της ανήλικης παθούσας να αξιολογήσει το έννομο αγαθό αφετέρου υπό το πρίσμα της διάγνωσης της ελαττωματικότητας του χαρακτήρα της συναινέσεως και της ακυρότητάς της λόγω απειλής. Συνεπώς, ορθώς κρίθηκε ότι νομιμοποιείται ενεργητικά να δηλώσει παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας, μετά την παραδοχή ότι η εγκυρότητα της συναίνεσής της στην τέλεση ως άνω αξιόποινης πράξης, αφενός λόγω της ανηλικότητάς της και αφετέρου λόγω της επίκλησης ότι η συναίνεσή της ήταν προϊόν και αποτέλεσμα απειλών σε βάρος της, ήταν ερευνητέο ζήτημα της αποδεικτικής διαδικασίας. 

Απόσπασμα απόφασης

Ο δόλος του πρώτου κατηγορουμένου για τη διενέργεια της παράνομης αμβλώσεως σε ανήλικη αποδεικνύεται ότι αν και ιατρός γυναικολόγος και μάλιστα ιδιοκτήτης ιδιωτικής μαιευτικής κλινικής (υπό την επωνυμία …) είχε έλθει σε συνεννόηση για τη διενέργεια της επέμβασης όχι με την ίδια, αλλά με τρίτο πρόσωπο, χωρίς να εξακριβώσει ούτε και καν με μία ερώτηση τι σχέση είχε με την έγκυο. Με την τρίτη κατηγορουμένη Σ. Γ. μητέρα του Λ. Γ. και άσχετο τελείως πρόσωπο προς την έγκυο κατά παράβαση κάθε νόμιμης διαδικασίας συμφώνησε την συνάντηση για να προβεί σε άμβλωση σε τρίτο πρόσωπο από αυτό που κανόνιζε μαζί του και μάλιστα συμφώνησε μαζί του το χρηματικό ποσό, το οποίο εν συνεχεία, οι δεύτερος και τρίτη των κατηγορουμένων παρέδωσαν δια του δευτέρου στη Λ. Ρ. προκειμένου να του το καταβάλει ως αντίτιμο για την επέμβαση. Όταν μπήκε στο ιατρείο του η ανήλικη, ο κατηγορούμενος ιατρός δεν τη ρώτησε τίποτα εκ των οποίων απαιτούνται και άπαντες οι ενεργούντες κατά τους κανόνες της επιστήμης και του νόμου ιατροί λαμβάνουν γνώση προκειμένου να υποβάλουν ασθενή σε παρόμοια ιατρική πράξη που αποτελεί χειρουργική επέμβαση όπως ΑΜΚΑ, ιστορικό ασθενειών, την εβδομάδα της κύησης, αποτελέσματα προσφάτων εξετάσεων αίματος. Το μόνο για το οποίο ενδιαφέρθηκε ήταν να λάβει στην κατοχή του τα χρήματα που η ανωτέρω παθούσα παρέδωσε στον ίδιο άνευ εκδόσεως φορολογικής αποδείξεως και χωρίς να την οδηγήσει στον υπέρηχο για να διαπιστώσει την ηλικία της κύησης και με συνοπτικές διαδικασίες της διέκοψε αμέσως την κύηση. Αν ζητούσε το ΑΜΚΑ της εγκαλούσας, τότε αυτό θα είχε καταγραφεί στα βιβλία του. Επομένως, είτε γνώριζε κατόπιν συνεννόησης με την Κ. Σ. ότι ήταν ανήλικη είτε δεν επιθυμούσε να το διαπιστώσει, αποδεχόμενος την πιθανότητα αυτή, δια της μη υποβολής της ούτε μιας απλής ερώτησης για την ηλικία της. Ο πρώτος κατηγορούμενος δεν είχε κανένα ενδοιασμό να ενεργήσει παράνομη άμβλωση και δεν ήθελε, διαπιστώνοντας πληροφορίες για το πρόσωπο της εγκύου, που θα εμπόδιζαν τη συνέχιση της διαδικασίας, να μην προβεί σε αυτήν. Η άμβλωση αποτελεί χειρουργική επέμβαση και προ κάθε χειρουργικής επέμβασης τυγχάνει υποχρεωτική η καταγραφή του ιστορικού παθήσεων του ασθενή, η διενέργεια εξετάσεων και δη αιματολογικών προκειμένου να διαγνωσθεί η αιμοδυναμική σταθερότητα του ασθενούς, αν τυχόν πάσχει από αναιμία και σε ποια ομάδα αίματος ανήκει προκειμένου να αντιμετωπισθεί κάποια πιθανόν προκληθείσα αιμορραγία. Περαιτέρω έπρεπε να είχε προβεί σε υπερηχογράφημα κύησης για να διαπιστώσει την εβδομάδα κύησης καθώς απαγορευόταν να προβεί στην άμβλωση εάν στην προκειμένη περίπτωση είχε συμπληρώσει δώδεκα (12) εβδομάδες κύησης. Περαιτέρω παρά το γεγονός ότι την υπέβαλε στη χειρουργική επέμβαση αδιαφόρησε πλήρως για τη μετεγχειρητική της πορεία. Δεν ενδιαφέρθηκε για το αν παρουσίασε εν συνεχεία κάποια αιμορραγία. Ο ισχυρισμός του ότι η ανήλικη δεν τον ενημέρωσε για την ηλικία της ή ότι δεν αντιλήφθηκε ο ίδιος ότι ήταν ανήλικη λόγω του ότι η σωματική της διάπλαση και η στάση και συμπεριφορά της παρέπεμπε σε ενήλικη κοπέλα δεν τυγχάνει βάσιμος δεδομένου ότι ο ίδιος καθώς θα προέβαινε σε χειρουργική επέμβαση όφειλε να ρωτήσει τουλάχιστον την ηλικία της καθώς και το ΑΜΚΑ της, εκ των έξι (6) πρώτων ψηφίων του οποίου θα προέκυπτε η ηλικία της, γεγονός που δεν το έπραξε, αποδεχόμενος την απόξεση σε ανήλικη. Περαιτέρω στο απολογητικό του υπόμνημα διαφαίνεται ότι δεν κανόνισε την πράξη της απόξεσης με την ανήλικη αλλά με έτερο πρόσωπο, το οποίο κατέβαλε και την αμοιβή του. Ως εκ τούτου υπό τις συνθήκες αυτές όφειλε να είχε ρωτήσει την παθούσα να του εκφράσει τη ρητή συναίνεσή της ώστε να αντιληφθεί εάν αυτή είχε εξαναγκασθεί. Ηθελημένα ωστόσο ο κατηγορούμενος δεν προέβη ούτε σε απλή ερώτηση αναφορικά με τη συναίνεσή της προς την παθούσα, καίτοι φαινόταν μικρής ηλικίας, καίτοι είχε μεταβεί εκεί με σχολικό σακίδιο στην πλάτη και συνοδευόμενη από φίλη της νεαρής ηλικίας, προκειμένου να μην της δοθεί η ευκαιρία να εκφράσει την αντίθετη βούλησή της ώστε να δύναται πειστικότερα να επικαλείται άγνοια, αν τυχόν προέκυπτε κάτι, γεγονός που έπραττε κατά τα φαινόμενα συστηματικά, σε όλες τις περιπτώσεις, ως προκύπτει από τον προσκομιζόμενο από τον ίδιο κατάλογο τον εγκύων, των οποίων είχε διακόψει την κύηση, εκ του βιβλίου ασθενών του, εις τον οποίο αποδεικνύεται ατελής συμπλήρωση των στοιχείων τους και μη αναφορά του ΑΜΚΑ τους. Όφειλε τουλάχιστον να έλθει σε κάποιον διάλογο με την ανήλικη, ώστε να δύναται να διακριβώσει αν πράγματι συγκατατίθεται στην τέλεση της πράξης, αν αντιλαμβάνεται τη σημασία της συναίνεσής της, γεγονός που θα του επέτρεπε να λάβει γνώση και της ανηλικότητάς της. Αντιθέτως, σύμφωνα και με την επ' ακροατηρίω κατάθεση της παθούσας "(συγγνώμη που) ο γιατρός δεν ρώτησε καν, που μόνη μου πήγα και του είπα ότι είμαι η Ρ. Λ. από τον … και του έδωσα τα λεφτά...", τα χρήματα, όπως και το ιατρικό ραντεβού είχαν κανονισθεί μεταξύ των τριών πρώτων κατηγορουμένων. Αναληθώς υποστηρίζεται από τον ιατρό υπονοώντας τον ισχυρισμό ότι το έμβρυο ήταν μη βιώσιμο λόγω προγενέστερης πράξης της παθούσας και για τον λόγο αυτό όφειλε σε κάθε περίπτωση, χωρίς δεύτερη σκέψη και χωρίς υποχρέωση να εξακριβώσει την ανηλικότητά της, να προβεί σε άμβλωση λόγω προφανώς έκτακτης ανάγκης, διότι δήθεν είχε η παθούσα δρομολογήσει τη διαδικασία αποβολής του εμβρύου με φαρμακευτική αγωγή, και χωρίς την υποχρέωση να εξακριβώσει την ηλικία της. Ουδεμία φαρμακευτική αγωγή ανέφερε που δήθεν ελάμβανε η παθούσα, ουδεμία φαρμακευτική αγωγή κατέγραψε ούτε της ζήτησε. Το μόνο χάπι που έλαβε η παθούσα πριν την άμβλωση ήταν αυτό που ο ίδιος ο πρώτος κατηγορούμενος γυναικολόγος της χορήγησε στην αίθουσα αναμονής για να αρχίσουν οι συσπάσεις της μήτρας και να ξεκινήσει η διαδικασία αποβολής του εμβρύου, για να προχωρήσει σε άμβλωση. Η παθούσα όταν εισήλθε στην κλινική του πρώτου κατηγορουμένου, με το σχολικό σακίδιο στον ώμο, καθώς προς το σκοπό της υποβολής της σε άμβλωση απουσίασε από τη σχολική διδασκαλία την ημέρα εκείνη, του είπε ότι ήταν η Λ. Ρ. από τον …, του ανέφερε απλά ότι "έχετε μιλήσει με τη Σ." και του έδωσε το ποσό των 300 ευρώ, χωρίς να ερωτηθεί κάτι από τον πρώτο κατηγορούμενο. Μάλιστα σύμφωνα με την κατάθεση της παθούσας, που κρίνεται αληθής και βάσιμη από το Δικαστήριο ο γυναικολόγος πρώτος κατηγορούμενος μετά την επέμβαση της έκτρωσης της είπε ότι ήταν 3 - 3,5 μηνών έγκυος και ότι δυσκολεύθηκε να ενεργήσει εξ αυτού του λόγου ήτοι λόγω της προχωρημένης κυήσεως και του μεγάλου μεγέθους του εμβρύου την επέμβαση της άμβλωσης. Ωστόσο, όφειλε την ηλικία της κυήσεως να την είχε διακριβώσει νωρίτερα δια διενέργειας σχετικού υπερηχογραφήματος και όχι μετά την επέμβαση να διακριβώνει δεδομένα της υπόθεσης που έπρεπε να είχε διακριβώσει πριν την επέμβαση και να μην είχε προβεί σε αυτήν λόγω των δεδομένων αυτών, θέτοντας ο ίδιος σε κίνδυνο με τις σκόπιμες παραλείψεις του την υγεία της εγκύου ένεκα της λήψεως εύκολου και γρήγορου οικονομικού ανταλλάγματος. 

Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr

Το προσύμφωνο στο κτηματολογικό δίκαιο - Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 23
Τεχνητή Νοημοσύνη & ανταγωνισμός
send