logo-print

Προσφυγή κατά περίληψης εγγραφής υποθήκης προς εξασφάλιση απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προερχομένων από φορολογικές οφειλές (ΔΠΑ 817/2025)

Μετά την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ., οι πράξεις της φορολογικής αρχής για την εγγραφή υποθήκης σε ακίνητα οφειλετών δεν μπορούν να βρουν νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του Α.Κ. ή του Κ.Ε.Δ.Ε., αλλά μόνον στις διατάξεις των άρθρων 46 παρ. 1 και 4 και 49 παρ. 1 και 2 του Κ.Φ.Δ. και υπό τη συνδρομή των προβλεπόμενων από αυτές ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων

12/05/2025

12/05/2025

Ο φορολογικός έλεγχος της Α.Α.Δ.Ε. στις τραπεζικές καταθέσεις ως βασικό εργαλείο κατά της φοροδιαφυγής, 2024
Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, 7η έκδ., 2024

Δεκτή έγινε προσφυγή κατά περίληψης εγγραφής υποθήκης επί ακίνητης ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος προς εξασφάλιση απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου, προερχομένων από φορολογικές οφειλές (ΔΠΑ 817/2025).

Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, μετά την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ. και την δι’ αυτού εισαγωγή ενός ολοκληρωμένου συστήματος για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου, η δυνατότητα εγγραφής υποθήκης προς εξασφάλιση της είσπραξης των εκ φόρων απαιτήσεων του Δημοσίου ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις νεότερες διατάξεις του Κ.Φ.Δ. Για τον λόγο αυτό, επί των συγκεκριμένων ζητημάτων δεν έχουν πλέον εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 1262 του ΑΚ - στις οποίες περιέχεται, για τις ανάγκες του αστικού δικαίου, γενική πρόβλεψη περί δυνατότητας του Δημοσίου προς εγγραφή υποθήκης για την εξασφάλιση «καθυστερούμενων φόρων» - ούτε, άλλωστε, οι διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Ε.Δ.Ε., το πεδίο εφαρμογής των οποίων περιορίζεται εφεξής σε περιπτώσεις λήψης αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη μη φορολογικού χαρακτήρα δημοσίων εσόδων.

Επομένως, μετά την έναρξη ισχύος του Κ.Φ.Δ. (1.1.2014), πράξεις της φορολογικής αρχής, επί τη βάσει των οποίων εγγράφεται υποθήκη σε ακίνητα των οφειλετών του για την εξασφάλιση της είσπραξης ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών τους, δεν μπορούν, κατ’ αρχήν, να βρουν νόμιμο έρεισμα στις διατάξεις του Α.Κ. ή του Κ.Ε.Δ.Ε., αλλά μόνον στις διατάξεις των άρθρων 46 παρ. 1 και 4 και 49 παρ. 1 και 2 του Κ.Φ.Δ. και υπό τη συνδρομή των προβλεπόμενων από αυτές ουσιαστικών και διαδικαστικών προϋποθέσεων.

Ακολούθως, με το άρθρο πρώτο του ν. 4987/2022 (Α' 206/4.11.2022) κυρώθηκε νέος Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, ο οποίος ρυθμίζει, κατά το άρθρο 1 αυτού, «... τη διαδικασία προσδιορισμού (βεβαίωσης) και είσπραξης των εσόδων του Δημοσίου που ορίζονται στο άρθρο 2, καθώς και τις κυρώσεις για τη μη συμμόρφωση με τη νομοθεσία, η οποία ρυθμίζει τα έσοδα αυτά». Επίσης, οι ρυθμίσεις των άρθρων 46 και 49 έχουν παρόμοιο περιεχόμενο με τις αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων 46 και 49 του προϊσχύσαντος Κ.Φ.Δ. (ν. 4174/2013), τούτο δε επιβεβαιώνεται και από την οικεία αιτιολογική έκθεση. Ήδη δε με τον ν. 5104/2024 (Α' 58/19.4.2024) εισήχθη νέος, τρίτος κατά σειρά, Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, ο οποίος ρυθμίζει τα ανωτέρω ζητήματα στα άρθρα 45 και 48.

Εν προκειμένω, η προσβαλλόμενη εντολή εγγραφής υποθήκης εκδόθηκε κατ’ επίκληση των άρθρων 1262 και 1289 του Α.Κ. ή του άρθρου 8 του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν. 4978/2022, Α΄ 190/7.10.2022) ή των άρθρων 46 και 49 του Κ.Φ.Δ. (ν. 4987/2022, Α' 206/4.11.2022) προς εξασφάλιση φορολογικών απαιτήσεων του Δημοσίου. Ωστόσο, οι διατάξεις του άρθρου 8 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Κ.Ε.Δ.Ε και των άρθρων 46 και 49 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Κ.Φ.Δ. δεν αφίστανται, ως προς το περιεχόμενό τους, των προγενέστερων σχετικών ρυθμίσεων, η εγγραφή υποθήκης επί του ακινήτου του προσφεύγοντος (στο οποίο διατηρεί δικαίωμα κυριότητας σε ποσοστό 50% εξ αδιαιρέτου) για την εξασφάλιση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών του δεν μπορεί να βρει έρεισμα στις προαναφερθείσες διατάξεις του Α.Κ. και του Κ.Ε.Δ.Ε., είτε αυτές ληφθούν υπόψη αυτοτελώς είτε συνδυαστικά, δεδομένου ότι επί των ζητημάτων αυτών τυγχάνουν πλέον εφαρμογής οι νεότερες και ειδικότερες διατάξεις των άρθρων 46 παρ. 1 και 4 και 49 παρ. 1 και 2 του Κ.Φ.Δ..

Ωστόσο, ούτε οι νεότερες αυτές διατάξεις, που μνημονεύονται στην προσβαλλόμενη πράξη, μπορούν, εν προκειμένω, να παράσχουν νόμιμο έρεισμα στην εγγραφείσα επί του ακινήτου του προσφεύγοντος υποθήκη, διότι από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης δεν προκύπτει αν στην προκειμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι εξαιρετικές προϋποθέσεις, υπό τις οποίες και μόνον επιτρέπεται η, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων αυτών, εγγραφή υποθήκης προς εξασφάλιση ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών.

Συγκεκριμένα, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι ούτε στην προσβαλλόμενη πράξη αναφέρεται ούτε εκ των λοιπών στοιχείων του φακέλου προκύπτει ότι ο προσφεύγων είχε προβεί σε προπαρασκευαστικές ενέργειες για τη μεταβίβαση του δικαιώματος κυριότητας επί του  ακινήτου και ότι, ως εκ τούτου, είχε πρόθεση να εκποιήσει την ακίνητη περιουσία του, κατά τρόπο, μάλιστα, που θα καθιστούσε επισφαλή την ικανοποίηση των αντίστοιχων φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου. Η φορολογική Διοίκηση δεν ισχυρίζεται, εξάλλου, ότι προέβη στην εγγραφή της υποθήκης, λόγω αδυναμίας άμεσης επίσπευσης διοικητικής εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας του προσφεύγοντος, εξαιτίας δυσχερειών που συνδέονται είτε με την έκδοση και επίδοση της ατομικής ειδοποίησης για την καταβολή των αντίστοιχων οφειλών, είτε με την εν τοις πράγμασι τήρηση της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. συνήθους διαδικασίας εκτέλεσης. Τέλος, για τη νομιμότητα της εγγραφείσας επί του ακινήτου του προσφεύγοντος υποθήκης δεν αρκεί ότι το ποσό των προς εξασφάλιση οφειλών είναι σημαντικό, όρος αναγκαίος μεν, όχι, όμως, επαρκής για την εγγραφή της υποθήκης.

Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr

Δίκαιο αναγκαστικής εκτελέσεως, τόμ. 1, 3η έκδ., 2025
Πιστωτική σύμβαση και προστασία της εμπιστοσύνης, 2024