Απόρριψη αγωγής ασφαλιστικής εταιρείας κατά ασφαλισμένου λόγω αοριστίας: Εξαίρεση μέθης (ΜΠΑ 2038/2024)
Δεν προσδιορίζεται με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι οι παραβάσεις οφείλονται στη μέθη του εναγόμενου, ως αποτελούσα το αποκλειστικό ή τουλάχιστον κυρίαρχο αίτιο του ατυχήματος
Απορρίφθηκε λόγω αοριστίας αγωγή ασφαλιστικής εταιρείας κατά ασφαλισμένου, για επανείσπραξη ποσού που κατέβαλλε σε τρίτους, λόγω εξαίρεσης μέθης (ΜΠΑ 2038/2024).
Πιο αναλυτικά, στην επίδικη σύμβαση ασφάλισης συμφωνήθηκε ότι το ασφαλιστήριο συμβόλαιο θα διέπετο από τις διατάξεις του Ν. 489/1976 και του Ν. 1569/1985, από τους όρους του εγκεκριμένου με τη διαδικασία του άρθρου 30 ΝΔ 400/1970 υποχρεωτικού τιμολογίου ασφαλίστρων αυτοκινήτου και τους ενιαίους γενικούς όρους ασφαλιστηρίων αστική ευθύνης αυτοκινήτων, όπως καθορίστηκαν με την Κ4/585/8-4-1978 απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου, καθώς και τις οικείες καθορισθείσες εξαιρέσεις τους, ενώ, μεταξύ των όρων, συμφωνήθηκε όπως εξαιρούνται της ασφαλιστικής κάλυψης οι προξενούμενες σε τρίτους ζημίες, όταν το ασφαλισμένο όχημα οδηγείται από οδηγό τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος κατά την έννοια του άρθρου 42 ΚΟΚ.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, δεν αποτελεί στοιχείο της βάσης της εξ’ αναγωγής αγωγής του ασφαλιστή το οποίο, τεκμαίρεται, κατ’ αρχήν, ότι υπάρχει, το στοιχείο της αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της παράβασης του όρου της απαλλαγής του ασφαλιστή και της πρόκλησης του τροχαίου ατυχήματος. Κατά συνέπεια, ο ιδιοκτήτης ασφαλισμένος ή ο λήπτης της ασφάλισης, πρέπει, κατ’ ένσταση να επικαλεσθεί και να αποδείξει την έλλειψη αιτιώδους συνάφειας (ή) και την έλλειψη υπαιτιότητας, ώστε να μην τελεσφορήσει η εναντίον του αναγωγή του ασφαλιστή.
Εν προκειμένω, όμως, το δικαστήριο διαπίστωσε πως στο δικόγραφο της αγωγής ουδόλως προσδιορίζεται με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι οι επίδικες παραβάσεις και, ακολούθως, η πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης και του δυστυχήματος, οφείλονται στη μέθη του πρώτου εναγόμενου, ως αποτελούσα το αποκλειστικό ή τουλάχιστον κυρίαρχο αίτιο του ατυχήματος. Συνεπώς, δεν δύναται να συναχθεί με βεβαιότητα ότι η ένδικη εξ αναγωγής αξίωση εδράζεται στην τεκμαιρόμενη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παράβασης του επί θέματι λόγου εξαίρεσης (μέθη) και της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης (τροχαίο ατύχημα) και όχι σε μια οδηγική συμπεριφορά που συγκεντρώνει τα οικεία στοιχεία και τα χαρακτηριστικά, με τα οποία σκιαγραφείται ένας αμελής τρόπος οδήγησης, τελών σε αιτιώδη συνάφεια με την οικεία θανατηφόρα σύγκρουση οχημάτων.
Περαιτέρω, το δικαστήριο επεσήμανε ότι οι η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία με τις παραδοχές της επιχειρεί να προβεί σε αναδρομικό υπολογισμό της συγκέντρωσης οινοπνεύματος στον οργανισμό του πρώτου εναγόμενου κατά το χρόνο του ατυχήματος, χωρίς, εντούτοις, να επικαλείται τον χρόνο που ο πρώτος εναγόμενος έπαυσε να πίνει ή το χρόνο έναρξης του μεταβολισμού της αιθανόλης από τον οργανισμό του τελευταίου, ούτε (οποιαδήποτε) συγκεκριμένη μεταβολισθείσα ποσότητα οινοπνεύματος από το σώμα του εν λόγω οδηγού μεταξύ του χρόνου του ατυχήματος και της προς εξέτασή του αιμοληψίας.
Προς υποστήριξη των παραδοχών της, η ασφαλιστική εταιρεία επικαλείται έκθεση χημικού, το δικαστήριο ωστόσο έκρινε πως σε αυτήν δεν έχει συμπεριληφθεί σαφώς εξατομικευμένο, ήτοι, σε αναφορά με τον πρώτο εναγόμενο, προσδιορισμό των παραγόντων που επηρέασαν την ταχύτητα μεταβολισμού της αιθανόλης στο αίμα εκείνου, ούτε οποιοδήποτε προς τούτο αριθμητικό τύπο υπολογισμού του συμπεράσματος της, αρκούμενη στην παράθεση από τη βιβλιογραφία, την οποία επίσης ουδόλως προσδιορίζει, ενός συντελεστή ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες. Συνεπώς, ουδόλως υποδηλώνεται με σαφήνεια ότι ο οδηγός τελούσε, κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος και σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 42 παρ. 1 ΚΟΚ), υπό την επίδραση οινοπνεύματος.
Απόσπασμα απόφασης
Με βάση όλα τα ανωτέρω εκτιθέμενα, για τη θεμελίωση της ένδικης εξ αναγωγής αγωγής επί τη βάση της επικαλούμενης συμβατικής, επιστηριζόμενης δε στην ισχύουσα κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος (24-11-2002) διάταξη του άρθρου 25 παρ. 8 της με αριθμό Κ4/585/1978 απόφασης του Υπουργού Εμπορίου, εξαίρεσης της κάλυψης των ασφαλισμένων εναγόμενων έναντι της ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρείας, η τελευταία επικαλείται μεν ότι ο σχετικός όρος είχε ενταχθεί με τον προπεριγραφόμενο νόμιμο τρόπο στην προαναφερόμενη ./23-5-2002 σύμβαση ασφάλισης του με αριθμό κυκλοφορίας ΖΥΖ-... ΙΧΕ αυτοκινήτου, εντούτοις, α) ισχυρίζεται καθ’ υποφορά - αφού, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχ. II νομική σκέψη της απόφασης, το ακολούθως αναφερόμενο στοιχείο τεκμαίρεται κατ’ αρχήν στην εξ αναγωγής αγωγή του ασφαλιστή ότι υπάρχει-, αναφορικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραβίασης του οικείου λόγου εξαίρεσης από την ασφαλιστική κάλυψη και της πρόκλησης του ένδικου ατυχήματος, ότι το τελευταίο ήταν αποτέλεσμα της μέθης (...λόγω της μέθης του...) του πρώτου εναγομένου, της αμελούς εκ μέρους του τελευταίου (...από απροσεξία, αδέξιο χειρισμό, μη άσκηση από αυτόν του επιβαλλόμενου ελέγχου και εποπτείας του οχήματος του και εκ του λόγου ότι δεν είχε ρυθμίσει την ταχύτητά του αναλόγως των επικρατουσών συνθηκών ... και εξαιτίας της υπερβολικής ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει...) οδήγησης του προαναφερόμενου οχήματος, παραθέτοντας ακολούθως περισσότερες παραβάσεις των κανόνων κυκλοφορίας (διέλευση διπλής διαχωριστικής γραμμής, είσοδος στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας) που είχαν ως συνέπεια την πρόκληση της οικείας θανατηφόρας σύγκρουσης οχημάτων, επισημαινόμενου επίσης ότι σε έτερο σημείο της αγωγής αναφέρεται ότι ο πρώτος εναγόμενος δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια αφού ήταν αδύνατο να ελέγξει το όχημά του λόγω της ποσότητας οινοπνεύματος στο αίμα του (...Δηλαδή, ο οδηγός δεν μπορούσε να οδηγήσει με ασφάλεια το αυτοκίνητο, αφού η ποσότητα οινοττνεύματος στο αίμα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο του αυτοκινήτου του...), χωρίς, εντούτοις, να εμπεριέχεται στο δικόγραφο οποιαδήποτε ειδικότερη επεξήγηση της εν λόγω διατύπωσης, με αναφορά σε συγκεκριμένη παραβίαση κανόνα κυκλοφορίας από τον εν λόγω τελούντα υπό την επίδραση οινοπνεύματος οδηγό, επισημαινόμενου ότι, σε κάθε περίπτωση, μια συνήθης τυπική παράβαση των θεμελιούμενων στον ΚΟΚ υποχρεώσεων από τον τελευταίο .δεν σημαίνει αναγκαίως ότι το ατύχημα οφείλεται στην επίδραση της μέθης.
Συνεπεία του ότι ουδόλως προσδιορίζεται με σαφή και κατηγορηματικό τρόπο ότι οι εν λόγω παραβάσεις και, ακολούθως, η πρόκληση της ένδικης σύγκρουσης οφείλονται στη μέθη του πρώτου εναγόμενου, ως αποτελούσα το αποκλειστικό ή τουλάχιστον κυρίαρχο αίτιο του ατυχήματος, δεν δύναται να συναχθεί με βεβαιότητα ότι η ένδικη εξ αναγωγής αξίωση εδράζεται στην, κατά τα προεκτιθέμενα, τεκμαιρόμενη αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της παράβασης του επί θέματι λόγου εξαίρεσης (μέθη) και της επέλευσης της ασφαλιστικής περίπτωσης (τροχαίο ατύχημα) και όχι σε μια οδηγική συμπεριφορά που συγκεντρώνει τα οικεία στοιχεία και τα χαρακτηριστικά, με τα οποία σκιαγραφείται ένας αμελής τρόπος οδήγησης, τελών σε αιτιώδη συνάφεια με την οικεία θανατηφόρα σύγκρουση οχημάτων, β) σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο αγωγικό δικόγραφο, από την από 19-12-2002 έκθεση εξέτασης αίματος του πρώτου εναγομένου, προέκυψε ότι η περιεκτικότητα του αίματός του σε οινόπνευμα ήταν 0,12 gr/lt ή 0,12 %ο, ωστόσο, επικαλούμενη η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία ότι, σύμφωνα με την προεκτεθείσα σχετική παρατήρηση της συντάκτριας της έκθεσης, ήτοι, της .- χημικού/Π.Υ. : «Σύμφωνα με τη ανωτέρω αναφορά του Τ.Ο.Τ.Α. Αθηνών μεταξύ του χρόνου τραυματισμού και της στιγμής αιμοληψίας του . μεσολάβησαν 315 λεπτά. Θα πρέπει να τονισθεί ότι: Η αιθανόλη στο αίμα ενός ανθρώπου μεταβολίζεται με μία ταχύτητα η οποία επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες (βάρος ατόμου, ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.) Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ένας συντελεστής ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/l/h/. Αμέσως μετά τη χρήση οινοπνευματωδών ποτών η συγκέντρωση της αιθανόλης στο αίμα αυξάνεται για χρονικό διάστημα περίπου μιας ώρας, ενώ μετά αρχίζει ο μεταβολισμός της από τον οργανισμό και κατά συνέπεια η ελάττωση της περιεκτικότητας στο αίμα του εξεταζόμενου.
Σε περίπτωση που κατά τη στιγμή του ελέγχου είχε αρχίσει ο μεταβολισμός της αιθανόλης από τον οργανισμό του . τότε η περιεκτικότητα σε οινόπνευμα στο αίμα του ανωτέρω εξεταζόμενου θα πρέπει να κυμαινόταν μεταξύ 0,90 gr/lt και 1,06 gr/lt (0,90 %ο και 1,06 %ο) στις 05:30 δηλ. τριακόσια δεκαπέντε λεπτά πριν από την στιγμή της αιμοληψίας», επιχειρεί να προβεί σε αναδρομικό υπολογισμό της συγκέντρωσης οινοπνεύματος στον οργανισμό του πρώτου εναγόμενου κατά το χρόνο του ατυχήματος, χωρίς, εντούτοις, να επικαλείται τον χρόνο που ο πρώτος εναγόμενος έπαυσε να πίνει ή το χρόνο έναρξης του μεταβολισμού της αιθανόλης από τον οργανισμό του τελευταίου, ούτε (οποιαδήποτε) συγκεκριμένη μεταβολισθείσα ποσότητα οινοπνεύματος από το σώμα του εν λόγω οδηγού μεταξύ του χρόνου του ατυχήματος και της προς εξέτασή του αιμοληψίας. Επικαλείται δε η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρεία την ανωτέρω παρατήρηση της χημικού ., χωρίς η τελευταία να έχει συμπεριλάβει σαφώς εξατομικευμένο, ήτοι, σε αναφορά με τον πρώτο εναγόμενο, προσδιορισμό των παραγόντων που επηρέασαν την ταχύτητα μεταβολισμού της αιθανόλης στο αίμα εκείνου, ούτε οποιοδήποτε προς τούτο αριθμητικό τύπο υπολογισμού του προπαρατιθέμενου συμπεράσματος της, αρκούμενη στην παράθεση από τη βιβλιογραφία, την οποία επίσης ουδόλως προσδιορίζει, ενός συντελεστή ελάττωσης του οινοπνεύματος στους άνδρες που κυμαίνεται μεταξύ 0,15 gr/lt/h και 0,18 gr/lt/h, με συνέπεια να μην υποδηλώνεται με σαφήνεια ότι ο πρώτος εναγόμενος οδηγός τελούσε, κατά το χρόνο του ένδικου ατυχήματος και σύμφωνα με τη ρύθμιση του Νόμου (άρθρο 42 παρ. 1 ΚΟΚ), υπό την επίδραση οινοπνεύματος.
Κατ’ ακολουθία όλων των ανωτέρω, η υπό στοιχ. Α' αγωγή πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της, τα δε δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν εν όλω μεταξύ των διαδίκων, ενόψει του δυσερμήνευτου χαρακτήρα των εφαρμοσθέντων στην κριθείσα διαφορά κανόνων δικαίου (άρθρο 179 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 591 παρ. 1 του ίδιου κώδικα), σύμφωνα με το διατακτικό.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr.