Έκθεση της ΕΕ για το κράτος δικαίου το 2021: Τι αναφέρει για την Ελλάδα
Οι αναφορές - μεταξύ άλλων - για τις μεταρρυθμίσεις, τη διαδικασία διορισμού στις ανώτερες θέσεις δικαστών και εισαγγελέων, τη διαφθορά και τις καθυστερήσεις στη διαχείριση των δικογραφιών
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τη δεύτερη έκθεση σε επίπεδο ΕΕ για το κράτος δικαίου μαζί με ανακοίνωση η οποία εξετάζει την κατάσταση στο σύνολο της ΕΕ και περιλαμβάνει ειδικά κεφάλαια ανά χώρα για κάθε κράτος μέλος.
Η έκθεση του 2021 εξετάζει τις νέες εξελίξεις από τον περασμένο Σεπτέμβριο, εμβαθύνοντας την αξιολόγηση των ζητημάτων που είχαν εντοπιστεί στην προηγούμενη έκθεση και λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19.
Συνολικά, η έκθεση δείχνει ότι υπήρξαν πολλές θετικές εξελίξεις στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων αντιμετώπισης προκλήσεων που είχαν εντοπιστεί στην έκθεση του 2020.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται ανησυχίες, οι οποίες, σε ορισμένα κράτη μέλη, έχουν ενισχυθεί, για παράδειγμα όσον αφορά την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και την κατάσταση των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Η έκθεση υπογραμμίζει επίσης την ισχυρή ανθεκτικότητα των εθνικών συστημάτων κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, η οποία κατέδειξε επίσης τη σημασία της ικανότητας διατήρησης ενός συστήματος ελέγχων και ισορροπιών που υποστηρίζει το κράτος δικαίου.
Η έκθεση για την Ελλάδα
Στην έκθεση για την Ελλάδα αναφέρει ότι βρίσκεται σε εξέλιξη σειρά μέτρων που αποσκοπούν στη βελτίωση της αποδοτικότητας και της ποιότητας του ελληνικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
Ο Κώδικας Δικαστικών Υπαλλήλων εγκρίθηκε στις 24 Απριλίου 2021 και βρίσκεται σε εξέλιξη η εκπόνηση του Κώδικα Δεοντολογίας για τη Διοικητική Δικαιοσύνη, αν και δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί σχέδιό του.
Υλοποιούνται μέτρα για τη βελτίωση της ποιότητας της δικαιοσύνης, ιδίως όσον αφορά τη συλλογή δικαστικών στατιστικών στοιχείων και τη δημιουργία ειδικών τμημάτων στα δικαστήρια, καθώς και μέτρα σχετικά με την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις, ιδίως όσον αφορά τις ψηφιακές υπογραφές και την πλήρη υλοποίηση της ηλεκτρονικής κατάθεσης. Προτεραιότητα αποτελεί η μεταρρύθμιση του δικαστικού χάρτη.
Οι εν εξελίξει μεταρρυθμίσεις στην πολιτική δικονομία θα έχουν θετικό αντίκτυπο στην απονομή της δικαιοσύνης, η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις αποδοτικότητας.
Εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τη διαδικασία διορισμού στις ανώτερες θέσεις δικαστών και εισαγγελέων.
Προχωράει η υλοποίηση ευρέος φάσματος μεταρρυθμίσεων για την καταπολέμηση της διαφθοράς, τις οποίες έχει δρομολογήσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Η συνταγματική αναθεώρηση του 2019 σχετικά με το καθεστώς ασυλίας των βουλευτών και των υπουργών είχε ως αποτέλεσμα την παράταση του χρόνου παραγραφής για τις έρευνες και σε ορισμένες υποθέσεις διαφθοράς έχει αρχίσει να αίρεται η ασυλία και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, άρθηκε ένα σημαντικό εμπόδιο στη δίωξη της διαφθοράς στα υψηλά κλιμάκια.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα πρακτικά ζητήματα, ιδίως όσον αφορά τους πόρους για τη διερεύνηση της διαφθοράς και τις καθυστερήσεις στη διαχείριση των δικογραφιών.
Δεν έχουν ακόμη καλυφθεί τα νομοθετικά κενά στη ρύθμιση της άσκησης πίεσης ή επιρροής από ομάδες συμφερόντων (lobbying). Εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις ως προς την αποτελεσματική εποπτεία, ιδίως λόγω της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ τεσσάρων εποπτικών φορέων, και την παρακολούθηση των διατάξεων σχετικά με τις δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης, τις συγκρούσεις συμφερόντων και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων.
Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των βουλευτών και των μελών της κυβέρνησης δημοσιοποιούνται, ωστόσο αυτό γίνεται σε μορφή που δεν είναι μηχαναγνώσιμη και οι εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων και με πιθανές παραβάσεις ή διαδικασίες επιβολής κυρώσεων εξακολουθούν να μην είναι διαθέσιμες στο κοινό.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει προτείνει νέα νομοθεσία για την ενίσχυση της διαφάνειας της ιδιοκτησίας των μέσων μαζικής επικοινωνίας και της δημόσιας διαθεσιμότητας των πληροφοριών σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς των μέσων μαζικής επικοινωνίας.
Η ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής για τα μέσα μαζικής επικοινωνίας έχει ενισχυθεί, ωστόσο η οικονομική της ικανότητα παραμένει ανεπαρκής.
Η δολοφονία ερευνητή δημοσιογράφου, η οποία τελεί επί του παρόντος υπό διερεύνηση, έφερε στο προσκήνιο τις ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των δημοσιογράφων και την ανάγκη βελτίωσης της προστασίας τους.
Οι συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων έχουν επηρεαστεί αρνητικά από την πανδημία COVID-19 και δεν έχουν θεσπιστεί σημαντικά μέτρα για την άμεση στήριξη του τομέα των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Μολονότι υπήρξαν ορισμένες βελτιώσεις στο σύστημα ελέγχων και ισορροπιών (μηχανισμό θεσμικών αντιβάρων) στην Ελλάδα, εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες προκλήσεις.
Ωστόσο, σημειώνονται βελτιώσεις στη νομοθετική διαδικασία, ιδίως όσον αφορά την περαιτέρω εφαρμογή του νόμου για το επιτελικό κράτος.
Ειδικές πρωτοβουλίες αποσκοπούν στη βελτίωση της τυποποίησης και της ομοιομορφίας της νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας, στην απλούστευση και τον εξορθολογισμό, καθώς και στην καθιέρωση μεγαλύτερου βαθμού διαφάνειας και ασφάλειας δικαίου.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, η Ελλάδα δεν κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και όλα τα σχετικά μέτρα ελήφθησαν με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Ενισχύθηκαν οι εξουσίες του Συνηγόρου του Πολίτη.
Το σύστημα εγγραφής σε μητρώο των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στον τομέα του ασύλου, της μετανάστευσης και της κοινωνικής ένταξης εξακολουθεί να αμφισβητείται από ορισμένες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.
Δείτε αναλυτικά την έκθεση.