logo-print

Μείωση επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής (ΣτΕ 1368/2021)

Στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων περί περικοπών των αποδοχών και επιδομάτων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων εμπίπτει και το εν λόγω επίδομα

12/10/2021

13/10/2021

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με πρόσφατη απόφασή του (ΣτΕ 1368/2021), έκρινε πως στο μέτρο της περικοπής των αποδοχών και επιδομάτων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, σύμφωνα με τους Ν. 3833/2010 και Ν. 3845/2010, εμπίπτει και το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής, επικυρώνοντας τη κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Από τις διατάξεις του άρ. 1 παρ. 2 του Ν. 3833/2010 και του άρ. τρίτου παρ. 1 του Ν. 3845/2010, συνάγεται ότι οι προβλεπόμενες στις διατάξεις αυτές ποσοστιαίες μειώσεις αφορούν, αδιακρίτως, όλα τα επιδόματα και τις αποζημιώσεις και αμοιβές που χορηγούνταν στους εν ενεργεία λειτουργούς και υπαλλήλους του Δημοσίου. Εξαιρούνται δε μόνον τα επιδόματα που ρητώς αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρ. 1 του Ν. 3833/2010, στις ρυθμίσεις της οποίας παρέπεμψε και η παράγραφος 2 του άρθρου τρίτου του ν. 3845/2010.

Συνεπώς, στο πεδίο εφαρμογής των ανωτέρω διατάξεων εμπίπτει και το προβλεπόμενο στο άρ. 155 του Ν. 3566/2007 επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής. Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, ενόψει και της αδιάστικτης διατύπωσης και του σκοπού τους, το ζήτημα της φύσης των καταβαλλόμενων επιδομάτων δεν είναι κρίσιμο για την υπαγωγή αυτών στη γενική ως άνω ρύθμιση περί μειώσεως των αποδοχών. Εξάλλου, και η προσαύξηση του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής λόγω τέκνων, η οποία δεν αποτελεί ξεχωριστό επίδομα αλλά αναγκαίο παρακολούθημα του βασικού επιδόματος αλλοδαπής, δεν εντάσσεται ούτε αυτή στην ειδικότερη έννοια της οικογενειακής παροχής, που ρητώς εξαιρείται από τις επίμαχες μειώσεις.

Περαιτέρω, το θεσπισθέν με τις διατάξεις των νόμων 3833 και 3845/2010 μέτρο των ποσοστιαίων μειώσεων των εν γένει αποδοχών των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου είναι γενικό και δεν αποκλείει την παράλληλη εφαρμογή ειδικών νομοθετικών ρυθμίσεων, όπως τις διατάξεις του Οργανισμού του Υπουργείου Εξωτερικών (Ν. 3566/2007), με τις οποίες θεσπίζεται ειδική διοικητική διαδικασία καθορισμού και αναπροσαρμογής του επιδόματος αλλοδαπής.

Επιπλέον, το δικαστήριο επεσήμανε πως ναι μεν ο ίδιος Ν. 3833/2010 προέβλεψε περιπτώσεις καταβολής μειωμένων ποσοστών επιδόματος αλλοδαπής, ωστόσο με τις ρυθμίσεις αυτές τροποποιήθηκαν οι διατάξεις του άρ. 17 του Ν. 2685/1999 περί δαπανών μετακινήσεως των μεταβαινόντων στο εξωτερικό υπαλλήλων, όπως ίσχυαν, κατά το μέρος που αφορούν στην καταβολή επιδόματος αλλοδαπής, όχι στους διπλωματικούς υπαλλήλους του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά στους μετακινούμενους στην αλλοδαπή πολιτικούς και στρατιωτικούς υπαλλήλους, με εντολή του Δημοσίου, για εκτέλεση υπηρεσίας ή με ειδική αποστολή ή για εκπαίδευση, επί χρονικό διάστημα άνω των 30 ημερών. Συνεπώς, ούτε και από την ειδική αυτή μέριμνα του νομοθέτη να ρυθμίσει σχετικώς τα της καταβολής επιδόματος αλλοδαπής στους μετακινούμενους στο εξωτερικό ως άνω υπαλλήλους, επηρεάζονται οι επίμαχες διατάξεις των Ν. 3833/2010 και Ν. 3845/2010, καθό μέρος αφορούν και την περικοπή του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής των διπλωματικών υπαλλήλων.

Στη συνέχεια, το δικαστήριο τόνισε πως οι επίδικες ρυθμίσεις, καθό μέρος αφορούν το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής, δεν αντίκεινται ούτε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., ούτε στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Και τούτο, διότι υφίσταται, καταρχήν, η απαιτούμενη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, συντρέχοντος εν προκειμένω γενικού δημοσίου συμφέροντος και στην ανάγκη προστασίας των περιουσιακών δικαιωμάτων των διπλωματικών υπαλλήλων.

Με τους νόμους 3833 και 3845/2010 ελήφθη το μέτρο της περικοπής των εν γένει αποδοχών και επιδομάτων των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, μεταξύ των οποίων και του επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων της ελληνικής οικονομίας, το οποίο αποσκοπούσε στην εξυπηρέτηση σκοπών, που συνιστούν εξαιρετικά σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και αποτελούν και σκοπούς κοινού ενδιαφέροντος των κρατών μελών της Ευρωζώνης. Άλλωστε, ειδικώς υπό συνθήκες παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, και δεδομένου ότι η βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών είναι προς όφελος του συνόλου των πολιτών, ο κοινός νομοθέτης δύναται να θεσπίσει μέτρα περιστολής των δημοσίων δαπανών, συνεπαγόμενα σοβαρή, κατά το μάλλον ή ήττον, οικονομική επιβάρυνση όλων των κατηγοριών εργαζομένων, με όριο, βεβαίως, τις συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας, της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών και του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Τούτο δε ενόψει και της καθιερωμένης στο άρθρο 25 παρ. 4 του Συντάγματος αξίωσης του Κράτους να εκπληρώνουν όλοι οι πολίτες το χρέος της κοινωνικής και εθνικής αλληλεγγύης. Ενόψει αυτών, με τα δεδομένα που, κατά τον νομοθέτη, συνέτρεχαν κατά τον χρόνο θεσπίσεως των επίμαχων περιοριστικών μέτρων, τα μέτρα αυτά, των ποσοστιαίων περικοπών του καταβαλλόμενου στους διπλωματικούς υπαλλήλους επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής, δεν παρίστανται, καταρχήν, απρόσφορα, και μάλιστα προδήλως, για την επίτευξη των επιδιωχθέντων με αυτά σκοπών, ούτε, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, μπορεί να θεωρηθούν μη αναγκαία προς τούτο.

Το δε συνταγματικό δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας δεν εμπεριέχει αξίωση του δημοσίου λειτουργού ή υπαλλήλου για λήψη, εις το διηνεκές, αποδοχών και εν γένει υπηρεσιακών παροχών ορισμένου ύψους και δεν αποκλείει, καταρχήν, τη διαφοροποίηση αυτών ανάλογα με τις συντρέχουσες εκάστοτε συνθήκες.

Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr

Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Πολιτειολογία
send