Παράνομη κεφαλαιοποίηση τόκων (ΜΠΑ 1696/2025)
Ανατοκισμός τόκων που οφείλονται στα πιστωτικά ιδρύματα τουλάχιστον ανά εξάμηνο - Η προβολή λόγου ανακοπής ως προς το εκκαθαρισμένο της απαίτησης έχει αρνητικό χαρακτήρα, αφού ο καθ' ου η ανακοπή, ο οποίος επέχει θέση ενάγοντος, έχει το υποκειμενικό βάρος για την απόδειξη της ύπαρξης και του ποσού της απαιτήσεως του
Δεκτή έγινε ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής και επιταγής προς πληρωμή, λόγω λόγω ανεκκαθάριστου της ενσαρκούμενης απαίτησης κατόπιν παράνομης κεφαλαιοποίησης τόκων (ΜΠΑ 1696/2025).
Από την κίνηση του ένδικου λογαριασμού που προσκομίστηκε για την έκδοση της διαταγής πληρωμής, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι προέκυψε ότι η καθ’ ης εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων είχε χρεώσει σε βάρος του ανακόπτοντος τόκους επί τόκων κεφαλαιοποιημένους ατάκτως. Συγκεκριμένα, είχε χρεώσει συνολικά για κεφαλαιοποιημένους τόκους το ποσό των 4.519,35 ευρώ, το οποίο αφορά τόκους επί τόκων χρεωθέντες στο αρχικώς οφειλόμενο κεφάλαιο, το οποίο κεφαλαιοποιήθηκε σταδιακά και ξανατοκίσθηκε ατάκτως.
Επί του κεφαλαίου αυτού εξεδόθη η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, συνεπώς, κατά την κρίση του δικαστηρίου, καθίσταται αδύνατος ο υπολογισμός της πραγματικής οφειλής του ανακόπτοντος.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, από τη διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 του Ν. 2601/1998 σαφώς συνάγεται ότι από τη δημοσίευση του νόμου και εφεξής επήλθε διαφοροποίηση των ισχυόντων επί δανείων και πιστώσεων σε αλληλόχρεο λογαριασμό ως προς τον ανατοκισμό των τόκων που οφείλονται στα πιστωτικά ιδρύματα, για συμβάσεις που καταρτίζονται υπό την ισχύ του νόμου, τόσο ως προς το άρθρο 112 ΕισΝΑΚ όσο και προς τα άρθρα 35, 36. 47, 48. 64-67 του Ν.Δ. 177/13.08.1923 «περί ειδικών διατάξεων ανωνύμων εταιριών", που προβλέπουν περιοδικό κλείσιμο του λογαριασμού ανά τρίμηνο κατ' ελάχιστο με τοκισμό έκτοτε του προσωρινού υπολοίπου και συνεπώς ανατοκισμό των μέχρι τότε κονδυλίων των τόκων, αλλά και ως προς την απόφαση 289/30.10.1980 της Νομισματικής Επιτροπής (ΦΕΚ Α' 269/1980), βάσει της οποίας επιτρεπόταν ο ανατοκισμός σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα, εφόσον τούτο είχε συμφωνηθεί από τους συμβαλλόμενους.
Πλέον, προβλέπεται ότι οι οφειλόμενοί στα πιστωτικά ιδρύματα συμβατικοί τόκοι ανατοκίζονται από την πρώτη ημέρα της καθυστέρησης κατά τη διάρκεια λειτουργίας του δανείου ή του αλληλόχρεου λογαριασμού, μόνον εφόσον αυτό συμφωνηθεί μεταξύ των συμβαλλόμενων και μόνον εφόσον εγγράφονται ως κονδύλια στο λογαριασμό κάθε εξάμηνο, κατ' ελάχιστο όριο. Συνεπώς, συμφωνία που καταρτίστηκε μετά την έναρξη ισχύος του νόμου και προβλέπει τον ανατοκισμό για χρονικό διάστημα μικρότερο του εξαμήνου, αντίκειται στην αναγκαστικού δικαίου προαναφερόμενη διάταξη και ισχύει για τον προβλεπόμενο στο νόμο ανατοκισμό ανά εξάμηνο. Αν δεν υπάρχει δε καθόλου συμφωνία ανατοκισμού, αυτός διέπεται από τις διατάξεις του ΑΚ και του ΕισΝΑΚ.
Όσον αφορά δε το βάρος απόδειξης, το δικαστήριο επεσήμανε ότι όταν με τον λόγο της ανακοπής αμφισβητείται η ύπαρξη ή το ύψος της απαιτήσεως, ο λόγος αυτός έχει αρνητικό χαρακτήρα, αφού ο καθ' ου η ανακοπή, ο οποίος επέχει θέση ενάγοντος, έχει το υποκειμενικό βάρος, κατά το γενικό δικονομικό κανόνα του άρθρου 338 παρ. 1 ΚΠολΔ, για την απόδειξη με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο, της ύπαρξης και του ποσού της απαιτήσεως του.
Αν κατά ενάσκηση του σχετικού δικαιώματος του ο οφειλέτης αμφισβητήσει με λόγο ανακοπής το εκκαθαρισμένο της απαίτησης για την οποία εκδόθηκε διαταγή πληρωμής, δεν απαιτείται για το ορισμένο του λόγου αυτού να προσδιορίσει και το ύψος στο οποίο θα ανερχόταν η απαίτηση αν αυτή ήταν εκκαθαρισμένη. Ο ανακόπτων προκειμένου να ευδοκιμήσει η ανακοπή του δεν χρειάζεται να αποδείξει ούτε ότι η απαίτηση είναι ανεκκαθάριστη, αρκεί μόνο αμφισβητώντας την αρνητική αυτή προϋπόθεση στα πλαίσια της ανταποδεικτικής του ευχέρειας να δημιουργήσει αμφιβολία στο Δικαστήριο σχετικά με τη συνδρομή της και, περαιτέρω, να μην επιτύχει ο καθ’ ου η ανακοπή να άρει τη σχετική αμφιβολία παρότι φέρει τον κίνδυνό της ως έχων το υποκειμενικό και αντικειμενικό βάρος απόδειξής της.
Όσο δε αφορά απαίτηση τράπεζας, η οποία, κατά δικονομική συμφωνία των διαδίκων, αποδεικνύεται πλήρως από τα αποσπάσματα των εμπορικών βιβλίων, στην περίπτωση κατά την οποία ο οφειλέτης, σε βάρος του οποίου έχει εκδοθεί βάσει των αποσπασμάτων διαταγή πληρωμής, επικαλεστεί με την ανακοπή του και αποδείξει ότι είναι άκυρος όρος της σύμβασης, δυνάμει της οποίας έχει επιβαρυνθεί η οφειλή του με επιπλέον χρηματικά ποσά πέραν του κεφαλαίου, όπως τόκους και έξοδα τα οποία έχουν ανατοκισθεί, κεφαλαιοποιηθεί και επανατοκισθεί, με συνέπεια να καθίσταται ανέφικτος ο διαχωρισμός και η αφαίρεσή τους από τη συνολική απαίτηση με απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς και ως εκ τούτου να μην αποδεικνύεται το ακριβές ύψος της από τα προσκομιζόμενα για την έκδοση διαταγής πληρωμής αποσπάσματα, αμφισβητεί όχι μόνο τη συνδρομή της αρνητικής προϋπόθεσης που σχετίζεται με το ορισμένο ποσό της απαίτησης, το να μην είναι δηλαδή αυτή ανεκκαθάριστη, αλλά και της θετικής προϋπόθεσης της σχετικής με την έγγραφη απόδειξη του ακριβούς ύψους της.
Απόσπασμα απόφασης
Από όλα τα έγγραφα, που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 20-01- 2023 αίτησης της καθ'ης η ανακοπή, εκδόθηκε η υπ'αριθ. ./2023 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του πρώην Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την οποία υποχρεώθηκε ο ανακόπτων να καταβάλει στην καθ’ης το ποσό των έντεκα χιλιάδων ενενήντα δύο ευρώ καί εξήντα τριών λεπτών (11.092,63 €] πλέον τόκων καί εξόδων, για απαίτηση από την υπ' αριθ. …/19-04-2013 σύμβαση καταναλωτικού δανείου στην οποία ο ανακόπτων είχε συμβληθεί ως οφειλέτης με πιστώτρια την «…» ποσού 23.022,00 ευρώ, κατόπιν δε δυνάμει της με από 29-07-2015 πρόσθετης πράξης ρύθμισης με την …… τροποποιήθηκε ο τρόπος αποπληρωμής του εν λόγω δανείου όπως αναφέρεται στο δικόγραφο της ανακοπής, εν συνεχεία δε αυτή η απαίτηση στη δεύτερη καθ’ ης, για την οποία η πρώτη ενεργεί ως μη δικαιούχος και υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων της. Περαιτέρω, από την κίνηση του υπ’ αριθ. … λογαριασμού που προσκόμισε η πρώτη καθ’ης για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, προέκυψε ότι η τελευταία είχε χρεώσει σε βάρος του ανακοπτοντος τόκους επί τόκων κεφαλαιοποιημένους ατάκτως και σε χρονικά διαστήματα μικρότερα του εξαμήνου(βλ σχετ. 7 προτάσεων ανακόπτοντος). Ειδικότερα προέκυψε ότι την 22-05-2013 χρεώθηκε ποσό 220,45 ευρώ, την 21-06-2013 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-07-2013 ποσό 220,45 ευρώ, την 22-08-2013 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-09-2013 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-10- 2013 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-11-2013 ποσό 227,79 ευρώ, την 23-12-2013 ποσό 220,45 ευρώ, την 22-01-20214 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-02-2014 ποσό 227,80 ευρώ, την 24-03-2014 ποσό 205,75 ευρώ, την 22-04-2014 ποσό 227,80 ευρώ, την 22-08-2015 ποσό 189,45 ευρώ, την 22-09-2015 ποσό 191,22 ευρώ, την 22-10-2015 ποσό 193,03 ευρώ, την 23-11-2015 ποσό 194,91 ευρώ, την 22-12- 2015 ποσό 196,63 ευρώ, την 22-01-2016 ποσό 198,78 ευρώ, την 22-06-2020 ποσό 79,43 ευρώ, την 22-07-2020 ποσό 75,76 ευρώ, την 24-08-2020 ποσό 77,13 ευρώ, την 22-09-2020 ποσό 2,45 ευρώ, την 22-09-2020 ποσό 73,52 ευρώ, την 22-10-2020 ποσό 72,40 ευρώ, την 23-11-2020 ποσό 73,64 ευρώ, την 22-12-2020 ποσό 70,13 ευρώ, την 22-01-2021 ποσό 71,28 ευρώ, την 22-02-2021 ποσό 70,10 ευρώ και συνολικά για κεφαλαιοποιημένους τόκους το ποσό των 4.519,35 ευρώ. Το ως άνω ποσό αφορά τόκους επί τόκων χρεωθέντες στο αρχικώς οφειλόμενο κεφάλαιο, το οποίο κεφαλαιοποιήθηκε σταδιακά και ξανατοκίσθηκε ατάκτως, επί του οποίου κεφαλαίου εξεδόθη η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατος ο υπολογισμός της πραγματικής οφειλής του ανακόπτοντος. Επομένως, η απαίτηση που ενσαρκώνει η ανακοπτόμενη υπ' αριθ. ./2023 Διαταγή Πληρωμής είναι μη βέβαιη και εκκαθαρισμένη και ως εκ τούτου τυγχάνει ακυρωτέα καθώς για την έκδοση της δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις των άρθρων 117,118, 624-626 ΚΠολΔ και εκδόθηκε κατά παράβαση των διατάξεων που διαλαμβάνονται στις παραπάνω μείζονες σκέψεις. Επομένως, το ποσό για το οποίο ζητήθηκε η έκδοση διαταγή πληρωμής δεν είναι ορισμένο κατά παράβαση του άρθρου 624 ΚΠολΔ και δεν μπορεί να αποτελέσει η ανακοπτόμενη διαταγή τίτλο εκτελεστό (916 ΚΠολΔ) καθώς η απαίτηση τυγχάνει ανεκκαθάριστη. Ενόψει των προεκτεθέντων, ο ανωτέρω δεύτερος λόγος ανακοπής πρέπει να γίνει δεκτός και να ακυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής λόγω ανεκκαθάριστου της ενσαρκούμενης απαίτησης, παρελκούσης της διερεύνησης της βασιμότητας των λοιπών λόγων της αφού ικανοποιήθηκε ήδη το αίτημα αυτής για ακύρωση της προσβαλλομένης διαταγής πληρωμής (ΕφΑΘ 5824/2001 ΕλλΔνη 43.189). Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση ανακοπή ως ουσιαστικά βάσιμη, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής υπ’ αριθ. ./2023 και η κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής, από 24-02-2023 επιταγή προς πληρωμή, καθώς και να επιβληθεί σε βάρος των καθ ων λόγω της ήττας τους στη δίκη (άρθρο 176 ΚΠολΔ) η δικαστική δαπάνη του ανακόπτοντος, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.