Πνευματική ιδιοκτησία και αποδεικτικά μέσα: Αντίγραφο ιστοσελίδας με προστατευόμενη φωτογραφία ως αποδεικτικό στοιχείο σε δίκη
Δικαστήριο ΕΕ: Η εκ μέρους διαδίκου ηλεκτρονική διαβίβαση προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο πολιτικής δίκης δεν συνιστά «παρουσίαση στο κοινό»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 28-10-2020 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) αποφάνθηκε ότι ο όρος «παρουσίαση στο κοινό», κατά την έννοια των διατάξεων της οδηγίας 2001/29/ΕΚ [οδηγία για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας], δεν καλύπτει την ηλεκτρονική διαβίβαση σε δικαστήριο προστατευόμενου έργου, συγκεκριμένα αντιγράφου ιστοσελίδας όπου ήταν αναρτημένη μία προστατευομένη με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας φωτογραφία, ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο πολιτικής δίκης.
Ειδικότερα, η υπόθεση ανέκυψε στα πλαίσια διαφοράς που ανέκυψε μεταξύ του BY, ο οποίος ισχυριζόταν ότι είναι κάτοχος του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί μιας φωτογραφίας, και του αντιδίκου του CX, χρήστη της συγκεκριμένης φωτογραφίας, λόγω της διαβίβασης, από τον τελευταίο, ενός αντιγράφου ιστοσελίδας από τον ιστότοπο του πρώτου, όπου περιεχόταν μία φωτογραφία, ως αποδεικτικού στοιχείου σε μεταξύ τους δίκη ενώπιον πολιτικού δικαστηρίου.
Σημειώνεται ότι με τη συγκεκριμένη απόφασή του το ΔΕΕ συντάχθηκε με τις από 29-09-2020 δημοσιευθείσες προτάσεις του γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ Gerard Hogan, ο οποίος είχε επίσης προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι η εκ μέρους διαδίκου ηλεκτρονική διαβίβαση προστατευόμενου με δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας υλικού ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου δεν συνιστά «παρουσίαση στο κοινό» ή «διανομή στο κοινό».
Ιστορικό της υπόθεσης
Ο BY και ο CX είναι φυσικά πρόσωπα και έκαστος εξ αυτών διαχειρίζεται έναν ιστότοπο.
Στο πλαίσιο προηγούμενης διαφοράς τους ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων στη Σουηδία, CX διαβίβασε, ως αποδεικτικό στοιχείο, στο επιληφθέν δικαστήριο ένα αντίγραφο σελίδας κειμένου από τον ιστότοπο του BY, όπου περιλαμβανόταν και μια φωτογραφία.
Ο ΒΥ, ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι κάτοχος του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας επί της φωτογραφίας, ζήτησε να καταδικαστεί ο CX στην καταβολή αποζημιώσεως για προσβολή του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και για παραβίαση της ειδικής προστασίας που παρέχεται στις φωτογραφίες, όπως αυτά κατοχυρώνονται στις σχετικές διατάξεις του σουηδικού νόμου για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων. Ο CX αρνείται οποιαδήποτε ευθύνη προς αποζημίωση.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εν λόγω φωτογραφία προστατευόταν βάσει των διατάξεων του εν λόγω εθνικού νόμου. Το δικαστήριο αυτό διαπίστωσε ότι, δεδομένου ότι η επίδικη φωτογραφία είχε διαβιβαστεί σε δικαστήριο ως διαδικαστικό έγγραφο, κάθε τρίτος μπορούσε να ζητήσει να του αποσταλεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες νομοθετικές διατάξεις. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο συνήγαγε εντεύθεν το συμπέρασμα ότι ο CX είχε διανείμει τη φωτογραφία στο κοινό κατά την έννοια του σουηδικού νόμου. Έκρινε εντούτοις ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι ο BY υπέστη ζημία και, ως εκ τούτου, απέρριψε την αγωγή.
Ο BY άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης αποφάσεως ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Svea hovrätt – Patent- och marknadsöverdomstolen (εφετείου Στοκχόλμης δικάζοντος ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου διανοητικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών, Σουηδία).
Το αιτούν δικαστήριο εκτιμούσε ότι έπρεπε να αποφανθεί ειδικότερα επί του ζητήματος αν η διαβίβαση σε δικαστήριο αντιγράφου της φωτογραφίας ως διαδικαστικού εγγράφου μπορεί να συνιστά άνευ αδείας διάθεση έργου στο κοινό κατά την έννοια του δικαίου της πνευματικής ιδιοκτησίας, είτε ως διανομή στο κοινό είτε ως παρουσίαση στο κοινό, σε περίπτωση που, όπως εν προκειμένω, οι διάδικοι είχαν διευκρινίσει, στο συγκεκριμένο στάδιο της κύριας δίκης, ότι η επίδικη φωτογραφία είχε αποσταλεί ως ηλεκτρονικό αρχείο στο επιληφθέν δικαστήριο με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Το αιτούν δικαστήριο ζήτησε επίσης να διευκρινιστεί κατά πόσον μπορεί να γίνει δεκτό ότι τα δικαστήρια εμπίπτουν στην έννοια του «κοινού».
Ως προς το σημείο αυτό, επισήμανε ότι υπάρχει ασάφεια ως προς τον τρόπο με τον οποίο ερμηνεύονται στο δίκαιο της Ένωσης οι έννοιες «παρουσίαση στο κοινό» και «διανομή στο κοινό», σε περίπτωση που προστατευόμενο έργο διαβιβάζεται σε δικαστήριο ως διαδικαστικό έγγραφο, ιδίως δε σε σχέση με το ζήτημα, αφενός, αν το δικαστήριο μπορεί να θεωρηθεί ως «κοινό» κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29/EK και, αφετέρου, αν ο όρος «κοινό» έχει την ίδια σημασία για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 3, παράγραφος 1, και του άρθρου 4, παράγραφος 1, της προαναφερθείσας οδηγίας.
Επιπλέον, θα έπρεπε να κριθεί αν η διαβίβαση διαδικαστικού εγγράφου σε δικαστήριο συνιστά «παρουσίαση στο κοινό» ή «διανομή στο κοινό», όταν το έγγραφο αυτό διαβιβάζεται είτε σε «υλική» μορφή, ως έντυπο, είτε ως συνημμένο σε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, δεδομένου ότι έχει τα ίδια αποτελέσματα και εξυπηρετεί τους ίδιους σκοπούς σε αμφότερες τις περιπτώσεις.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Svea hovrätt – Patent- och marknadsöverdomstolen (εφετείο Στοκχόλμης δικάζον ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο διανοητικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και υπέβαλε στο Δικαστήριο ορισμένα προδικαστικά ερωτήματα, συναφώς.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο αποφάνθηκε, μεταξύ άλλων, ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2001/29/ΕΚ, έχει την έννοια ότι ο όρος «παρουσίαση στο κοινό», κατά τη διάταξη αυτή, δεν καλύπτει την ηλεκτρονική διαβίβαση σε δικαστήριο προστατευόμενου έργου ως αποδεικτικού στοιχείου στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας μεταξύ ιδιωτών.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA