Συζητείται σήμερα στο Δικαστήριο της ΕΕ η υπόθεση του μοναχού Ειρηναίου κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Κανόνες ασυμβίβαστου με το δικηγορικού λειτούργημα: Μπορεί ένας μοναχός να είναι δικηγόρος;
Συζητείται σήμερα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης η υπόθεση του Μοναχού Ειρηναίου κατά του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών για τους κανόνες ασυμβιβάστου με το δικηγορικό λειτούργημα (C-431/17)
Ο μοναχός Ειρηναίος της Ιεράς Μονής Πέτρας (Νομός Καρδίτσας), κατά κόσμον Αντώνιος Γιακουμάκης, ζήτησε από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών (Δ.Σ.Α.) να εγγραφεί στο ειδικό μητρώο του Συλλόγου, ως δικηγόρος που απέκτησε τη δικηγορική ιδιότητα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ (Κύπρο), συνυποβάλλοντας όλα τα σχετικά δικαιολογητικά.
Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με απόφαση του Δ.Σ.Α. το 2015, κατ’ επίκληση του Προεδρικού Διατάγματος 152/2000 και του Κώδικα Δικηγόρων.
Ο μοναχός Ειρηναίος υποστηρίζει ότι οι ανωτέρω διατάξεις αντίκεινται στην οδηγία 98/5/ΕΚ, η οποία επιβάλλει πλήρη εναρμόνιση ως προς τις προϋποθέσεις εγγραφής των ενωσιακών δικηγόρων στα μητρώα άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από την πλευρά του ο Δ.Σ.Α υποστηρίζει ότι η απόρριψη της αίτησης δικαιολογείται από θεμελιώδεις αρχές και κανόνες που διέπουν την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος.
Ειδικότερα:
α) Ο δικηγόρος πρέπει να απασχολείται πλήρως με την άσκηση του λειτουργήματός του, ο δε μοναχός δεν δύναται να το επιτύχει αυτό, λόγω των δεσμεύσεών του,
β) Η άσκηση της δικηγορίας επάγεται αντιδικία, ασύμβατη με το μοναχικό σχήμα,
γ) Προϋπόθεση της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος είναι η ανεξαρτησία του δικηγόρου, ο δε μοναχός υπόκειται στον πειθαρχικό έλεγχο των εκκλησιαστικών οργάνων και δικαστηρίων,
δ) Ο δικηγόρος οφείλει να έχει έδρα και γραφείο στην περιφέρεια του Πρωτοδικείου όπου είναι διορισμένος, ενώ ο μοναχός οφείλει να εγκαταβιώνει στη μονή της μετάνοιάς του, δυνάμενος κατ’ εξαίρεση να λαμβάνει άδειες από τον Ηγούμενο, γεγονός που καταδεικνύει και την έλλειψη ανεξαρτησίας του,
ε) Δεν επιτρέπεται στον δικηγόρο να παρέχει τις υπηρεσίες του χωρίς οικονομικό αντάλλαγμα, ενώ ο μοναχός δεν επιτρέπεται να ασκεί κατά σύστημα αμειβόμενη επαγγελματική δραστηριότητα.
Στα πλαίσια της διαδικασίας που εκκρεμεί ενώπιόν του, το Συμβούλιο της Επικρατείας ρωτά το Δικαστήριο της ΕΕ αν η οδηγία 98/5/ΕΚ, για τη διευκόλυνση της μόνιμης άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος σε κράτος μέλος διάφορο εκείνου στο οποίο αποκτήθηκε ο επαγγελματικός τίτλος, έχει την έννοια ότι η εγγραφή ενός μοναχού της Εκκλησίας της Ελλάδος ως δικηγόρου στα μητρώα της αρμόδιας αρχής κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο στο οποίο έχει αποκτήσει τον επαγγελματικό του τίτλο, προκειμένου να ασκεί εκεί το επάγγελμά του υπό τον επαγγελματικό του τίτλο καταγωγής, μπορεί να απαγορεύεται από τον εθνικό νομοθέτη, για τον λόγο ότι οι μοναχοί της Εκκλησίας της Ελλάδος δεν δύνανται, κατά το εθνικό δίκαιο, να εγγράφονται στα μητρώα των δικηγορικών συλλόγων, επειδή δεν παρέχουν, λόγω της ιδιότητάς τους αυτής, ορισμένα απαραίτητα για την άσκηση της δικηγορίας εχέγγυα.