Τιτλοποίηση απαιτήσεων: Ποια έγγραφα πρέπει να κοινοποιούνται στον οφειλέτη κατά την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης; (ΑΠ 739/2024)
Η σύμβαση μεταβίβασης της τιτλοποιούμενης απαίτησης δεν αποτελεί αναγκαίο έγγραφο για την απόδειξη της νομιμοποίησης της επισπεύδουσας την αναγκαστική εκτέλεση
Δεκτή έγινε αίτηση αναίρεσης εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις κατά απόφασης, με την οποία είχε κριθεί ότι για την επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης απαιτείται η κοινοποίηση στον καθ’ ου της σύμβασης μεταβίβασης της απαίτησης (ΑΠ 739/2024).
Το ανώτατο δικαστήριο, ωστόσο, έκρινε ότι τα κοινοποιηθέντα στην αναιρεσίβλητη, για την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, έγγραφα εκ μέρους της επισπεύδουσας εταιρείας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στην οποία είχε νομίμως ανατεθεί η είσπραξη και διαχείριση της ένδικής απαίτησης, ήταν αρκετά για να αποδείξουν, κατά τα άρθρα 919 και 925 ΚΠολΔ, ότι η εταιρεία ειδικού σκοπού κατέστη ειδικός διάδοχος της απαίτησης της αρχικής δικαιούχου, αφού η τελευταία είχε μεταβιβάσει με εκχώρηση λόγω πωλήσεως, κατά το άρθρο 10 του Ν.3156/2003, την ένδικη απαίτησή της και η μεταβίβαση αυτή είχε καταχωρηθεί νόμιμα κατά τα αναγκαία και ουσιώδη στοιχεία της σε περίληψη στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 3 Ν. 2844/2000. Με την καταχώρηση αυτή, που επέχει θέση αναγγελίας της εκχώρησης, μεταβιβάσθηκε και το παρεπόμενο δικαίωμα υποθήκης στο ακίνητο της αναιρεσίβλητης.
Επίσης, το δικαστήριο έκρινε ότι τα έγγραφα που κοινοποίησε η επισπεύδουσα εταιρεία διαχείρισης ήταν αρκετά για να αποδείξουν ότι η εταιρεία αυτή ήταν νομίμως αδειοδοτηθείσα κατά τον Ν. 4354/2015 εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στην οποία η εκδοχέας της απαίτησης, είχε αναθέσει, με σύμβαση που επίσης καταχωρήθηκε στο ανωτέρω βιβλίο, την είσπραξη και διαχείριση της απαίτησης, με συνέπεια να νομιμοποιείται αυτή να αρχίσει την ένδικη αναγκαστική εκτέλεση, χωρίς να απαιτείται να κοινοποιήσει και το συνολικό κείμενο της σύμβασης μεταβίβασης.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η υποχρέωση του άρ. 925 παρ. 1 του ΚΠολΔ, επιβάλλεται τόσο για την έναρξη, όσο και για τη συνέχιση της υπό του δικαιοπαρόχου αρξάμενης εκτέλεσης, είναι δε ανεξάρτητη και πρέπει να γίνεται ακόμα και όταν o καθ` ου η εκτέλεση έλαβε με άλλο τρόπο γνώση της διαδοχής. Ως νομιμοποιούντα τo διάδοχο έγγραφα νοούνται τα αποδεικνύοντα τη διαδοχή και πρέπει να κοινοποιούνται, είτε αυτά είναι δημόσια είτε ιδιωτικά. Η παράβαση του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ συνεπάγεται ακυρότητα της εκτέλεσης ανεξαρτήτως βλάβης, δεδομένου ότι η φράση του νόμου "δεν δύναται να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση" είναι ισοδύναμη με την απειλή ακυρότητας.
Ιδίως όμως ως προς την υποχρέωση συγκοινοποίησης των νομιμοποιητικών εγγράφων στην περίπτωση της καθολικής διαδοχής, με δεδομένη τη συνθετότητα και την ποικιλία των επιμέρους πράξεων, από τις οποίες απαρτίζεται αυτή, άρα και των αντιστοίχων εγγράφων που την πιστοποιούν, η απαίτηση συγκοινοποίησης στον καθ` ου η εκτέλεση οφειλέτη, στο πλαίσιο της ρύθμισης του άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, όλων των εγγράφων που απαιτεί ο νόμος για τη συντέλεσή της, εκτός του ότι δεν συμπορεύεται με το πνεύμα της ρύθμισης του ανωτέρω άρθρου 925 παρ. 1 ΚΠολΔ, είναι και ιδιαιτέρως πολυτελής, εξόχως δαπανηρή, αλλά και παρεμβάλλει σοβαρά εμπόδια, δυσχεραίνοντας αδικαιολογήτως την πρόσβαση των δανειστών στην εκτελεστική διαδικασία. Η αναγκαστική εκτέλεση βάζει μεν συνήθως τον τύπο πριν από την ουσία, όχι, όμως, σε βαθμό που εγγίζει τα όρια της κατάχρησης. Πρέπει, λοιπόν, να επιλεγούν εκείνα μόνο τα έγγραφα, που αποδεικνύουν την συντέλεση της καθολικής διαδοχής και, συνεπώς, στοιχειοθετούν τη νομιμοποίηση του καθολικού διαδόχου.
Στην περίπτωση ειδικής διαδοχής του δικαιούχου τιτλοποιούμενης απαίτησης με σύμβαση μεταβίβασης αυτής από την μεταβιβάζουσα επιχείρηση στην αποκτώσα εταιρεία ειδικού σκοπού, κατά τους ορισμούς του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα αποτελέσματα της μεταβίβασης επέρχονται αυτοδικαίως εκ του νόμου και χωρίς άλλη διατύπωση και έναντι τρίτων και ιδίως του οφειλέτη της απαίτησης, από την καταχώριση της σύμβασης μεταβίβασης σε περίληψη στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000, με το ειδικότερο περιεχόμενο που καθορίζεται στην υπ' αρ. 161338/2003 ΥΑ του Υπουργού Δικαιοσύνης, το δικαστήριο επεσήμανε ότι:
α) η νομιμοποίηση της αποκτώσας εταιρίας αρχίζει ακριβώς από τότε, όπως από την καταχώρηση στο ίδιο αυτό βιβλίο της σύμβασης ανάθεσης της διαχείρισης των μεταβιβασθεισών απαιτήσεων σε Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, που προβλέπεται στον Ν. 4354/2015, αρχίζει και η νομιμοποίηση της τελευταίας να αρχίσει ή να συνεχίσει την αναγκαστική εκτέλεση ως διαχειρίστρια της αποκτηθείσας από την εταιρεία ειδικού σκοπού απαίτησης,
β) τα έγγραφα, που πιστοποιούν τις ανωτέρω πράξεις και ολοκληρώνουν τη μεταβίβαση και την ανάθεση της διαχείρισης, είναι τα μόνα κρίσιμα, τα οποία θα πρέπει να συγκοινοποιούνται στον οφειλέτη με την επιταγή εκτέλεσης, η δε κοινοποίηση των εγγράφων αυτών είναι αρκετή και ανταποκρίνεται πλήρως στη νομοτυπική μορφή των εγγράφων που αξιώνει το άρθρο 925 παρ. 1 ΚΠολΔ.
Όλα τα υπόλοιπα σχετικά έγγραφα, στα οποία περιλαμβάνεται και η ίδια η σύμβαση μεταβίβασης της τιτλοποιούμενης απαίτησης, όση σπουδαιότητα και σοβαρότητα και αν παρουσιάζουν για τη διαδικασία της μεταβίβασης καθ` εαυτήν, δεν αποτελούν αναγκαία έγγραφα για την απόδειξη της νομιμοποίησης της επισπεύδουσας την αναγκαστική εκτέλεση.
Απόσπασμα απόφασης
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγονται τα εξής: α) Προκειμένου να αντλήσουν περισσότερα κεφάλαια για τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες, εμπορικές επιχειρήσεις (πιστωτικά ιδρύματα, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις) μπορούν να προσφύγουν στον συγκεκριμένο θεσμό μεταβιβάζοντας τις επιχειρηματικές τους απαιτήσεις λόγω πώλησης στις προς τούτο συνιστώμενες εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες ακολούθως τις "τιτλοποιούν" ενσωματώνοντάς τες σε ομολογίες που εκδίδουν, συγκεκριμένης ονομαστικής αξίας τουλάχιστον 100.000 ευρώ εκάστης, που εν συνεχεία διαθέτουν (με ιδιωτική τοποθέτηση) σε ένα περιορισμένο κύκλο προσώπων όχι άνω των 150, η δε εξόφλησή τους πραγματοποιείται από το προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων, που μεταβιβάζονται ή από δάνεια πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων. β) Η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων επέρχεται από μόνη την καταχώρηση της σχετικής έγγραφης σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του ν. 2844/2000 (ΑΠ 909/2021), η δε καταχώρηση αυτή λογίζεται και ως αναγγελία. γ) Η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζομένων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται με έγγραφη σύμβαση εντολής/διαχείρισης από την αποκτώσα εταιρεία ειδικού σκοπού, σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, νομίμως λειτουργούν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή σε τρίτο (είτε είναι εγγυητής των εν λόγω απαιτήσεων, είτε ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση ή την είσπραξή τους πριν τη μεταβίβαση), καταχωρίζεται δε και αυτή η σύμβαση (όπως και κάθε μεταβολή) στο παραπάνω δημόσιο βιβλίο(ΑΠ 909/2021). Από δε την παράλληλη και συνδυαστική εφαρμογή του Ν. 4354/2015 "Διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων κ.λ.π.", και του άρθρου 10 του ανωτέρω Ν. 3156/2003, προκύπτει ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (Ε.Δ.Α.Δ.Π), που προβλέπονται στον Ν. 4354/2015, έχουν την κατ` εξαίρεση νομιμοποίηση του άρθρου 2 παρ. 4 του νόμου αυτού προς άσκηση κάθε ένδικου βοηθήματος και κάθε άλλης δικαστικής ενέργειας προς είσπραξη των υπό διαχείριση απαιτήσεων, ανεξάρτητα από το ειδικότερο νομικό πλαίσιο, με βάση το οποίο συντελείται η μεταβίβαση αυτών, δηλαδή ακόμη και όταν η μεταβίβαση των απαιτήσεων και η ανάθεση της διαχείρισής τους στις εν λόγω εταιρείες συντελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 του Ν. 3156/2003 για την τιτλοποίηση των απαιτήσεων(ΟλΑΠ 1/2023). δ) Επιτρέπεται η μεταγενέστερη συμφωνία για την αναμεταβίβαση στον μεταβιβάζοντα απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν για σκοπούς τιτλοποίησης, για δε τη σημείωση της μεταβολής του δικαιούχου στη συγκεκριμένη περίπτωση αρκεί και πάλι η καταχώρηση στο δημόσιο βιβλίο του άνω νόμου. ε) οι εν λόγω συμβάσεις (τιτλοποίησης) συντάσσονται σε συγκεκριμένο έντυπο (όπως τούτο περιγράφεται λεπτομερώς στην προμνημονευθείσα ΥΑ 161388/2003), με αναφορά στην πρώτη σελίδα αυτού των στοιχείων των συμβαλλομένων, των ουσιωδών όρων της σύμβασης και του τύπου των μεταβιβαζομένων επιχειρήσεων, στη δεύτερη σελίδα του οφειλομένου κεφαλαίου ανά επιχειρηματική απαίτηση και ανά σύνολο με τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις οφειλετών και εγγυητών, και τις παρεπόμενες εμπράγματες και ενοχικές απαιτήσεις και τέλος στην τρίτη σελίδα των τυχόν μεταβολών των συμβάσεων αυτών, μεταξύ των οποίων και οι προαναφερόμενες, κατόπιν "αποτιτλοποίησης - αποχαρακτηρισμού των δανείων", όρος που καθιερώθηκε κατά τη διαδικασία επαναμεταβίβασης στον αρχικό δικαιούχο των εκχωρηθεισών προς τιτλοποίηση απαιτήσεων από τις εν λόγω δανειακές συμβάσεις, ο οποίος και χρησιμοποιείται κατά την καταχώρισή τους στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 ν. 2844/2000 (ΑΠ 909/2021). στ) Από την διάταξη της παρ. 6 εδ. τελευταίο του ανωτέρω άρθρου 10, που ορίζει ότι για την μεταβίβαση της τιτλοποιούμενης απαίτησης εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ για την εκχώρηση απαιτήσεως, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 455, 458, 460, 462 και 463 ΑΚ, προκύπτει ότι και στην περίπτωση της με εκχώρηση μεταβίβασης απαιτήσεων προς τιτλοποίηση, κατά το ανωτέρω άρθρο, η απαίτηση του μεταβιβάζοντος-εκχωρητή μεταβιβάζεται όπως είναι στην εκδοχέα-εταιρεία ειδικού σκοπού, η οποία καθίσταται δανειστής και ασκεί στο δικό της όνομα τις αγωγές τις οποίες μπορούσε και ο εκχωρητής να ασκήσει προς ικανοποίησή του, μη δυνάμενη μόνο να επικαλεστεί προνόμια συνδεόμενα προς το πρόσωπο του εκχωρητή-δανειστή, ο δε οφειλέτης οφείλει να εκπληρώσει την παροχή κατά την έκταση και κατά τον τρόπο, τόπο και χρόνο που υποχρεούτο να εκπληρώσει αυτή (παροχή) και προς τον εκχωρητή. Δηλαδή η εκχώρηση δικαιώματος έχει σαν αποτέλεσμα τη συμμεταβίβαση όλων των παρεπομένων δικαιωμάτων (μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η υποθήκη, που τυχόν ασφαλίζει την μεταβιβασθείσα απαίτηση) με παρακολουθηματικό τρόπο, δηλαδή χωρίς να χρειάζεται να γίνει ιδιαίτερη μνεία αυτών. Επομένως, από και δια της αναγγελίας της εκχώρησης, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, στην περίπτωση του ανωτέρω άρθρου 10 Ν. 3156/2003 συντελείται με μόνη την καταχώρηση σε περίληψη, που περιέχει τα προαναφερθέντα ουσιώδη στοιχεία της σύμβασης μεταβίβασης, στο ανωτέρω βιβλίο, η εκδοχέας γίνεται, κυρία της εκχωρηθείσας απαίτησης, με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που συνδέονται αναπόσπαστα με τη φύση της απαίτησης, χωρίς βελτίωση ή χειροτέρευση της προηγούμενης νομικής θέσης του οφειλέτη, ο τελευταίος δε μπορεί να αντιτάξει κατά της εκδοχέα όλες τις ουσιαστικές ενστάσεις, που του ανήκουν από την απαίτηση, κατά του εκχωρητή, εφόσον δεν συναρτώνται στενά με το πρόσωπο του τελευταίου (μη προσωποπαγείς) και εφόσον η γέννησή τους εντάσσεται σε χρόνο πριν από εκείνο της αναγγελίας (πρβλ επί εκχώρησης κατά τις κοινές διατάξεις ΑΠ 1074/2022, ΑΠ 1109/2020).
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr.