logo-print

Νέα καταδίκη της Ελλάδας για τις ενισχύσεις στα Ναυπηγεία του Σκαραμαγκά προτείνει ο γεν. εισαγγελέας ΔΕΕ

Εξαμηνιαία χρηματική ποινή ύψους 9,5 εκατ. ευρώ και κατ’ αποκοπήν ποσού 13 εκατ. ευρώ

17/05/2018

17/05/2018

Το εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τις έννομες συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων - Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 11
Δικαιοδοσία και Εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρπωαϊκών οικογενειακών διαφορών

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Στις δημοσιευθείσες την Τετάρτη, 16-05-2018, προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας Melchior Wathelet, προτείνει ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την απόφαση αυτή και από το άρθρο 260, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Ειδικότερα, με την απόφασή του Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), το ΔΕΕ είχε αποφανθεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεση της αποφάσεως 2009/610/ΕΚ της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 2008, για τις ενισχύσεις C 16/04 (πρώην NN 29/04, CP 71/02 και CP 133/05) που χορήγησε η Ελλάδα στην επιχείρηση Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ, και παραλείποντας να παράσχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 19 της αποφάσεως αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τα άρθρα 2, 3, 5, 6, 8, 9 και 11 έως 19 της εν λόγω αποφάσεως.

Επιπλέον, o γεν. εισαγγελέας Wathelet, προτείνει, αφενός, να υποχρεωθεί η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης», από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως στην υπό κρίση υπόθεση μέχρι την εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), εξαμηνιαία χρηματική ποινή ύψους 9.500.000 ευρώ, που θα αυξάνεται κατά 2 εκατομμύρια ευρώ για κάθε εξάμηνο που ακολουθήσει το πρώτο εξάμηνο κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως στην υπό κρίση υπόθεση μέχρι την εκτέλεση της ως άνω αποφάσεως. Αφετέρου, να υποχρεωθεί η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης», κατ’ αποκοπήν ποσό ύψους 13.000.000 ευρώ.

Ιστορικό της υποθέσεως

Το 1985, η επιχείρηση Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ (στο εξής: ΕΝAE), ιδιοκτήτρια ενός ελληνικού ναυπηγείου (εμπορικού και στρατιωτικού) ευρισκόμενου στον Σκαραμαγκά (Ελλάδα), έπαυσε τις δραστηριότητές της και ετέθη υπό εκκαθάριση. To 1985 επίσης, η κρατική τράπεζα με την επωνυμία Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως ΑΕ (στο εξής: ΕΤΒΑ) απέκτησε την πλειονότητα των μετοχών της ΕΝΑΕ. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1995, υπεγράφη σύμβαση για την πώληση του 49 % των μετοχών της ΕΝΑΕ στους εργαζομένους της.

Το 1998, η Ελληνική Δημοκρατία αποφάσισε να εκσυγχρονίσει και να ενισχύσει τον στόλο των υποβρυχίων της. Για τον σκοπό αυτόν, συνήψε με την ΕΝΑΕ σύμβαση για την κατασκευή τεσσάρων υποβρυχίων «HDW τύπου 214» (σύμβαση «Αρχιμήδης») και σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό τριών υποβρυχίων «HDW τύπου 209» (σύμβαση «Ποσειδών II»).

Για την κατασκευή και τον εκσυγχρονισμό των υποβρυχίων αυτών, η ΕΝΑΕ συνήψε συμβάσεις υπεργολαβίας με τη Howaldtswerke-Deutsche Werft GmbH (στο εξής: HDW) και τη Ferrostaal AG (στο εξής, από κοινού: HDW-Ferrostaal).

Το 2001, η Ελληνική Δημοκρατία αποφάσισε να ιδιωτικοποιήσει πλήρως την ΕΝΑΕ. Στο τέλος της διαδικασίας ιδιωτικοποιήσεως, η HDW-Ferrostaal απέκτησε το σύνολο των μετοχών της ΕΝΑΕ. Κατά τη διάρκεια του έτους 2005, ο γερμανικός όμιλος ThyssenKrupp AG αγόρασε την HDW καθώς και τις μετοχές που κατείχε η Ferrostaal στην ΕΝΑΕ.

Στο πλαίσιο της ιδιωτικοποιήσεως της ΕΝΑΕ, η Ελληνική Δημοκρατία έλαβε, κατά τα έτη 1996 έως 2003, ορισμένα μέτρα τα οποία συνίσταντο σε εισφορές κεφαλαίου, παροχή εγγυήσεων, αντεγγυήσεων και χορήγηση δανείων υπέρ της ENΑΕ, που αποτέλεσαν το αντικείμενο πολλών αποφάσεων της Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Με την απόφασή της 2009/610/ΕΚ, της 2ας Ιουλίου 2008, η Επιτροπή ζήτησε από την Ελληνική Δημοκρατία την ανάκτηση των  ενισχύσεων C 16/04 (πρώην NN 29/04, CP 71/02 και CP 133/05) που χορήγησε η Ελλάδα στην επιχείρηση Ελληνικά Ναυπηγεία ΑΕ, καθώς και να ενημερωθεί σχετικά με τα μέτρα που θα λάβει κατ’ εφαρμογήν της αποφάσεως αυτής.

Στη συνέχεια, η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η Ελληνική Δημοκρατία δεν συμμορφώθηκε προς τις υποχρεώσεις που υπέχει από την απόφαση 2009/610, άσκησε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου.

Με την απόφασή του της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), επί της ως άνω προσφυγής, το Δικαστήριο έκρινε ότι η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, όλα τα αναγκαία μέτρα προς εκτέλεση της αποφάσεως 2009/610 και παραλείποντας να παράσχει στην Επιτροπή, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο άρθρο 19 της αποφάσεως αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπείχε από τα άρθρα 2, 3, 5, 6, 8, 9 και 11 έως 19 της εν λόγω αποφάσεως.

Κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), η Επιτροπή και η Ελληνική Δημοκρατία αντάλλαξαν σειρά επιστολών σχετικά με την πρόοδο της ανακτήσεως των μη συμβατών ενισχύσεων.

Η Ελληνική Δημοκρατία, στο πλαίσιο αυτό, έλαβε διάφορα νομοθετικά μέτρα σχετικά με την ΕΝΑΕ.

Στις 27 Νοεμβρίου 2014, η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι η απόφαση 2009/610 δεν είχε ακόμη εκτελεστεί, απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στις ελληνικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 260, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, παρέχοντάς τους προθεσμία δύο μηνών για την εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως.

Με την προειδοποιητική επιστολή, η Επιτροπή επισήμανε ότι κατά την ημερομηνία εκείνη οι ελληνικές αρχές ουδόλως είχαν ανακτήσει το ποσό των μη συμβατών ενισχύσεων και δεν της είχαν παράσχει πληροφορίες σχετικά με την εκτέλεση της αποφάσεως 2009/610, προσθέτοντας ότι ούτε οι ελληνικές αρχές ούτε η ΕΝΑΕ είχαν τηρήσει τις δεσμεύσεις που περιλαμβάνονταν στην εν λόγω επιστολή, υπενθυμίζοντας ότι, η Ελληνική Δημοκρατία κατά συνέπεια δεν είχε συμμορφωθεί προς την απόφαση της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10).

Οι ελληνικές αρχές απάντησαν στην προειδοποιητική επιστολή με επιστολή της 23ης Ιανουαρίου 2015. Αφενός, αναφέρθηκαν στην κωλυσιεργία και την πλήρη έλλειψη συνεργασίας από πλευράς της ΕΝΑΕ κατά την υλοποίηση των δεσμεύσεων που περιλαμβάνονταν στην επιστολή της 1ης Δεκεμβρίου 2010. Αφετέρου, επικαλέστηκαν την ανάγκη να παραμείνει λειτουργική η ΕΝΑΕ για δεκαοκτώ έως είκοσι μήνες ακόμη, προκειμένου να μπορέσει το πολεμικό ναυτικό να ολοκληρώσει, στις εγκαταστάσεις της ΕΝΑΕ, την κατασκευή και τον εκσυγχρονισμό των υποβρύχιων που προβλέπονταν από τις συμβάσεις «Αρχιμήδης» και «Ποσειδών II».

Στις 4 Δεκεμβρίου 2015, οι ελληνικές αρχές απέστειλαν στην ENΑΕ ένταλμα εισπράξεως ύψους 523.352.889,23 ευρώ, το οποίο αντιστοιχούσε στο 80 % περίπου του προς ανάκτηση ποσού, συμπεριλαμβανομένων των τόκων έως τις 30 Νοεμβρίου 2015. Κατά τη διάρκεια του Μαρτίου 2016, οι ελληνικές φορολογικές αρχές προέβησαν σε ενέργειες εκτελέσεως του εντάλματος εισπράξεως. Τα ελληνικά δικαστήρια απέρριψαν την αίτηση αναστολής εκτελέσεως που άσκησε η ΕΝΑΕ. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Ελληνική Δημοκρατία επιβεβαίωσε ότι οι προσφυγές που ασκήθηκαν από την ΕΝΑΕ κατά των πράξεων αυτών ήταν ακόμη εκκρεμείς.

Μόλις στις 3 Φεβρουαρίου 2017 κίνησαν οι φορολογικές αρχές διαδικασία αναγκαστικής εκτελέσεως κατά των περιουσιακών στοιχείων της ΕΝΑΕ που συνδέονταν με τις εμπορικές της δραστηριότητες, στο πλαίσιο της οποίας κατάσχεσαν δύο πλωτές δεξαμενές στις 21 Μαρτίου 2017. Επιπλέον, στις 6 Φεβρουαρίου 2017, οι ελληνικές αρχές προέβησαν σε κατασχέσεις εις χείρας τριών τραπεζών στις οποίες διατηρούσε λογαριασμούς η ΕΝΑΕ. Εντούτοις, ελλείψει καταθέσεων, δεν ανακτήθηκε κανένα ποσό.

Στις 29 Ιουνίου 2017, οι ελληνικές αρχές απέστειλαν επιστολή στην ΕΝΑΕ καλώντας την να ρυθμίσει το εναπομείναν 20 % του ποσού της προς ανάκτηση ενισχύσεως (συμπεριλαμβανομένων των τόκων έως τις 30 Ιουνίου 2017), ήτοι 95.098.200,99 ευρώ. Δεδομένου ότι η ρύθμιση αυτή δεν πραγματοποιήθηκε, οι φορολογικές αρχές ανέλαβαν την υποχρέωση να ανακτήσουν το ποσό αυτό με έγγραφο του Υπουργείου Οικονομικών της 31ης Ιουλίου 2017.

Στις 13 Οκτωβρίου 2017, οι ελληνικές αρχές κίνησαν διαδικασία ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων προκειμένου να υπαχθεί η ΕΝΑΕ στη διαδικασία ειδικής διαχειρίσεως που θεσπίστηκε με το άρθρο 68 του νόμου 4307/2014. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με την απόφαση 725/2018 της 8ης Μαρτίου 2018, δέχτηκε την αίτηση των ελληνικών αρχών, υπήγαγε την ΕΝΑΕ σε καθεστώς ειδικής διαχειρίσεως και διόρισε ειδικό διαχειριστή.

Εντούτοις, η Επιτροπή, εκτιμώντας ότι δεν είχε ακόμη επιτευχθεί συμμόρφωση προς την απόφαση του Δικαστηρίου Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), άσκησε στις 22 Φεβρουαρίου 2017 την υπό κρίση προσφυγή.

Προτάσεις του γεν. εισαγγελέα

Με τις σημερινές του προτάσεις, ο γενικός εισαγγελέας M. Wathelet, συμπεραίνει ότι πρέπει να γίνει δεκτή η ασκηθείσα προσφυγή της Επιτροπής και προτείνει στο Δικαστήριο τα εξής:

Πρώτον, η Ελληνική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεση της αποφάσεως της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την απόφαση αυτή και από το άρθρο 260, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Δεύτερον, η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης», από την ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως στην υπό κρίση υπόθεση μέχρι την εκτέλεση της αποφάσεως της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10), εξαμηνιαία χρηματική ποινή ύψους 9.500.000 ευρώ, που θα αυξάνεται κατά 2 εκατομμύρια ευρώ για κάθε εξάμηνο που ακολουθήσει το πρώτο εξάμηνο κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως στην υπό κρίση υπόθεση μέχρι την εκτέλεση της αποφάσεως της 28ης Ιουνίου 2012, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C-485/10).

Τρίτον, η Ελληνική Δημοκρατία να καταβάλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στον λογαριασμό «Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης», κατ’ αποκοπήν ποσό ύψους 13.000.000 ευρώ.

Γίνεται υπόμνηση ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο. Η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.

Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα CURIA

  

Το προσύμφωνο στο κτηματολογικό δίκαιο - Βιβλιοθήκη Δικαίου Κτηματολογίου Νο 23
Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα - 5η έκδοση καλλιτεχνικό

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

send