logo-print

Δικαστήριο ΕΕ: Άκυρες οι αποφάσεις τις Κομισιόν για το καρτέλ των τσιμεντοβιομηχανιών

Οι αποφάσεις της Επιτροπής δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένες

11/03/2016

16/11/2017

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Το εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τις έννομες συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων - Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 11

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακύρωσε τις αποφάσεις με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάλεσε τις τσιμεντοβιομηχανίες να της παράσχουν πληροφορίες, κρίνοντας ότι οι αποφάσεις αυτές δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένες.

Ιστορικό

Τον Νοέμβριο του 2008 και τον Σεπτέμβριο του 2009 η Επιτροπή διενήργησε ελέγχους στις εγκαταστάσεις πολλών επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται στην αγορά του τσιμέντου, ενώ στις 6 Δεκεμβρίου 2010 η Επιτροπή κίνησε εις βάρος διαφόρων από τις επιχειρήσεις αυτές διαδικασία για εικαζόμενες παραβάσεις.

Οι παραβάσεις συνίσταντο, κατά την Επιτροπή, σε «περιορισμούς των εμπορικών συναλλαγών εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ), συμπεριλαμβανομένου του περιορισμού των εισαγωγών προς τον ΕΟΧ από χώρες εκτός του ΕΟΧ, κατανομή αγορών, συντονισμό των τιμών και συναφείς πρακτικές αντίθετες στον ανταγωνισμό εντός της αγοράς τσιμέντου και εντός των αγορών συναφών προϊόντων».

Με αποφάσεις της 30ής Μαρτίου 2011 , η Επιτροπή κάλεσε τις επιχειρήσεις να απαντήσουν σε ερωτηματολόγιο το οποίο αφορούσε τις υπόνοιές της σχετικά με τις ως άνω εικαζόμενες παραβάσεις. Πολλές εταιρίες, όπως οι γερμανικές HeidelbergCement και Schwenk Zement, καθώς και οι ιταλικές Buzzi Unicem και Italmobiliare, άσκησαν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ειδικότερα, προσήψαν στην Επιτροπή ότι δεν εξήγησε ποιες ακριβώς ήταν οι εικαζόμενες παραβάσεις και ότι τους επέβαλε δυσανάλογο φόρτο εργασίας, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, του όγκου των ζητούμενων πληροφοριών και, αφετέρου, της εντελώς περιοριστικής μορφής υπό την οποία έπρεπε να δώσουν τις απαντήσεις τους.

Με αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 2014 , το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε, κατά βάση, τη νομιμότητα των αποφάσεων τις οποίες είχε απευθύνει η Επιτροπή στις τσιμεντοβιομηχανίες ζητώντας τους πληροφορίες. Κατόπιν τούτου, οι εταιρίες ζήτησαν από το Δικαστήριο να αναιρέσει τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου και να ακυρώσει τις αποφάσεις της Επιτροπής.

Απόφαση

Με τις αποφάσεις του, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής ήταν επαρκώς αιτιολογημένες.

Μεταξύ άλλων, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, εν προκειμένω, οι ερωτήσεις της Επιτροπής προς τις επιχειρήσεις είναι εξαιρετικά πολυάριθμες και αφορούν εντελώς διαφορετικά είδη πληροφοριών. Εντούτοις, από τις αποφάσεις της Επιτροπής δεν είναι δυνατό να συναχθεί, με σαφήνεια και χωρίς περιθώριο αμφιβολίας, ποιες υπόνοιες περί παραβάσεως δικαιολογούν την έκδοσή τους, ούτε να διαπιστωθεί αν οι ζητούμενες πληροφορίες είναι απαραίτητες για την έρευνα.

Πράγματι, η αιτιολογία είναι υπερβολικά συνοπτική, αόριστη και γενικόλογη, ιδίως σε σύγκριση με το ευρύ πεδίο του ερωτηματολογίου.

Επιπλέον, κατά το Δικαστήριο, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται οι αποφάσεις δεν αρκεί για να αμβλυνθεί η ανεπάρκεια της αιτιολογίας.

Το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει, όσον αφορά τις αποφάσεις για τη διενέργεια ελέγχου, ότι δεν είναι απολύτως αναγκαίο να οριοθετεί η Επιτροπή με ακρίβεια τη σχετική αγορά ούτε να προβαίνει σε ακριβή νομικό χαρακτηρισμό των εικαζομένων παραβάσεων ούτε να διευκρινίζει σε ποια χρονική περίοδο πιθανολογείται ότι τελέστηκαν οι παραβάσεις αυτές, εφόσον οι έλεγχοι πραγματοποιούνται στην αρχή της έρευνας, οπότε η Επιτροπή δεν έχει ακόμη στη διάθεσή της συγκεκριμένες πληροφορίες.

Εντούτοις, δεν δικαιολογείται μια εντελώς συνοπτική, αόριστη και γενικόλογη αιτιολογία προς στήριξη αιτήματος παροχής πληροφοριών στο πλαίσιο αποφάσεων που εκδόθηκαν, όπως στις υπό κρίση υποθέσεις, πολλούς μήνες μετά την έναρξη της διαδικασίας και δύο και πλέον έτη μετά τους πρώτους ελέγχους, ενώ η Επιτροπή είχε εν τω μεταξύ αποστείλει πλείονες αιτήσεις παροχής πληροφοριών σε επιχειρήσεις για τις οποίες είχε υπόνοιες ότι μετείχαν στην επίμαχη παράβαση.

Το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις εκδόθηκαν σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η Επιτροπή διέθετε ήδη πληροφορίες ικανές να της επιτρέψουν να εκθέσει με μεγαλύτερη ακρίβεια ποιες υπόνοιες περί παραβάσεως είχε εις βάρος των οικείων επιχειρήσεων.

Επομένως, το Δικαστήριο καταλήγει ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής δεν είναι αιτιολογημένες επαρκώς κατά νόμον και αποφασίζει να αναιρέσει τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου και να ακυρώσει τις αποφάσεις της Επιτροπής.

Πηγή: curia.europa.eu

Δίκαιο Δημοσίων Συμβάσεων Δ έκδοση

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΕΙΔΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΡΑΙΚΟΣ

Ερμηνεία Υπαλληλικού Κώδικα - Κατ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΥΠΑΛΛΗΛΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΝΔΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΟΝΟΠΟΥΛΟΥ