Ενσωματώνεται η Οδηγία για την προξενική προστασία των πολιτών της ΕΕ σε τρίτες χώρες (Οδηγία 2015/637)
Κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2015/637/ΕΕ σχετικά με την προξενική προστασία των πολιτών της ΕΕ σε τρίτες χώρες.
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, στόχος της Οδηγίας είναι να θεσπίσει τα απαραίτητα µέτρα συνεργασίας και συντονισµού προκειµένου να διευκολύνει την παροχή προξενικής προστασίας σε µη αντιπροσωπευόµενους πολίτες της Ένωσης, όταν αυτοί βρίσκονται σε µια τρίτη χώρα. Ειδικότερα, παρουσιάζονται αρχές και διαδικασίες για τη διευκόλυνση κατανόησης υποχρεώσεων των κρατών-µελών και πιο συγκεκριµένα των προξένων, οι οποίοι καλούνται να εφαρµόσουν τα προβλεπόµενα στον εν λόγω νόµο.
Τα ληφθέντα µέτρα ενισχύουν την ασφάλεια δικαίου και την αποτελεσµατική συνεργασία και αλληλεγγύη µεταξύ των προξενικών αρχών. Τα κράτη-µέλη παρέχουν προξενική προστασία σε µη αντιπροσωπευόµενους πολίτες υπό τους ίδιους όρους που ισχύουν και για τους υπηκόους τους.
Προς τούτο απαιτείται στενή συνεργασία µεταξύ του συντρέχοντος κράτους-µέλους που αντιπροσωπεύεται στην τρίτη χώρα και του κράτους-µέλους του οποίου είναι υπήκοος ο πολίτης.
Οι πολίτες της Ένωσης θα πρέπει να θεωρούνται ως µη αντιπροσωπευόµενοι πολίτες σε τρίτη χώρα όταν το κράτος-µέλος της ιθαγένειάς τους δεν έχει πρεσβεία, προξενείο ή επίτιµο πρόξενο στη συγκεκριµένη τρίτη χώρα.
Οι πρεσβείες και τα προξενεία πρέπει να αλληλοενηµερώνονται σχετικά για τυχόν έκτακτες συνθήκες, οι οποίες ενδέχεται να επηρεάζουν προσωρινά την ικανότητά τους να παρέχουν προξενική προστασία. Για παράδειγµα, πολίτης που ζητά προξενική προστασία ή βοήθεια από την πρεσβεία ή το προξενείο άλλου κράτους-µέλους δεν πρέπει να παραπέµπεται στην πρεσβεία ή το προξενείο του οικείου κράτους-µέλους του οποίου είναι υπήκοος, όταν είναι αδύνατον λόγω των τοπικών συνθηκών ή λόγω έλλειψης πόρων να έρθει µε ασφάλεια σε επαφή µε τις εν λόγω αρχές κατά τρόπο που να µπορεί να απολαύει προξενικής προστασίας.
Η έννοια της έλλειψης αντιπροσώπευσης ερµηνεύεται µε στόχο τη διασφάλιση της αποτελεσµατικότητας του δικαιώµατος των µη αντιπροσωπευόµενων πολιτών να προστατεύονται από την πρεσβεία ή το προξενείο άλλου κράτους-µέλους αµερόληπτα, λαµβανοµένων υπόψη των συνθηκών της εκάστοτε περίπτωσης.
Οι πολίτες που έχουν υπηκοότητα περισσότερων του ενός κράτους-µέλους θεωρούνται µη αντιπροσωπευόµενοι, εάν κανένα από τα κράτη-µέλη των οποίων είναι υπήκοοι, δεν αντιπροσωπεύεται στην εκάστοτε τρίτη χώρα.
Προκειµένου να διασφαλιστεί η αποτελεσµατικότητα του δικαιώµατος παροχής προξενικής προστασίας το συντρέχον κράτος-µέλος ενδεχοµένως απαιτηθεί να παρέχει προστασία σε µέλη της οικογένειας πολιτών της Ένωσης τα οποία είναι υπήκοοι τρίτης χώρας, ανάλογα µε τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε περίπτωσης.
Τα κράτη-µέλη ενδέχεται ωστόσο να αδυνατούν να παρέχουν ορισµένα είδη προξενικής προστασίας, όπως τα προσωρινά ταξιδιωτικά έγγραφα σε µέλη της οικογένειας που είναι υπήκοοι τρίτης χώρας.
Μη αντιπροσωπευόµενοι πολίτες δύνανται να ζητούν προξενική προστασία από την πρεσβεία, ή το προξενείο οποιουδήποτε κράτους-µέλους.
Ωστόσο, αυτό δεν εµποδίζει τα κράτη-µέλη να προβαίνουν σε πρακτικές ρυθµίσεις για τον καταµερισµό των αρµοδιοτήτων όσον αφορά την παροχή προξενικής προστασίας σε µη αντιπροσωπευόµενους πολίτες, σύµφωνα µε το παρόν σχέδιο νόµου.
Τα κράτη-µέλη που λαµβάνουν αιτήµατα προστασίας πρέπει να εκτιµούν στην εκάστοτε περίπτωση εάν η παροχή προξενικής προστασίας είναι αναγκαία ή εάν η υπόθεση µπορεί να παραπεµφθεί στην πρεσβεία ή το προξενείο που έχει ορισθεί ως αρµόδιο, σύµφωνα µε τυχόν ισχύουσα ρύθµιση.
Τα κράτη-µέλη ενηµερώνουν την Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) για κάθε τέτοια ρύθµιση, η οποία δηµοσιοποιείται από την Ένωση και τα κράτη-µέλη, προκειµένου να διασφαλίζεται η αναγκαία διαφάνεια.
Το κράτος-µέλος ιθαγένειας µη αντιπροσωπευόµενου πολίτη µπορεί να ζητά τη µεταβίβαση της αίτησης ή της υπόθεσης από το κράτος-µέλος από το οποίο ο εν λόγω πολίτης ζητά ή λαµβάνει προξενική προστασία προκειµένου να παρέχει το ίδιο την προξενική προστασία.
Οι επίτιµοι πρόξενοι εξαιρούνται από το σχέδιο νόµου.
Τα αιτήµατα προστασίας εξετάζονται εάν οι αιτούντες παρουσιάσουν έγκυρο διαβατήριο ή δελτίο ταυτότητας πολίτη της Ένωσης.
Εντούτοις, µη αντιπροσωπευόµενοι πολίτες που χρειάζονται προξενική προστασία ενδέχεται να µην έχουν πλέον στην κατοχή τους έγγραφα της ταυτότητάς τους.
Εάν οι αιτούντες αδυνατούν να παρέχουν έγκυρα έγγραφα ταυτότητας µπορούν να αποδεικνύουν την ταυτότητά τους µε οποιοδήποτε άλλο µέσο. Εάν απαιτείται η ταυτότητα του ενδιαφεροµένου, µπορεί να εξακριβωθεί σε επικοινωνία µε τις αρχές του κράτους-µέλους του οποίου ο αιτών ισχυρίζεται ότι είναι πολίτης. Όσον αφορά τα µέλη οικογένειας από τρίτη χώρα που συνοδεύουν τον αιτούντα, οι αρχές του κράτους-µέλους ιθαγένειας του αιτούντος πρέπει επίσης να είναι σε θέση να βοηθήσουν το συντρέχον κράτος-µέλος κατά την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ύπαρξης οικογενειακής σχέσης µε τον αιτούντα.
Η προξενική προστασία για µη αντιπροσωπευόµενους πολίτες περιλαµβάνει τη συνδροµή σε ορισµένες τυπικές καταστάσεις στις οποίες τα κράτη-µέλη παρέχουν προξενική προστασία στους υπηκόους τους, ανάλογα µε τις ξεχωριστές συνθήκες της εκάστοτε περίπτωσης, όπως σε περίπτωση σύλληψης ή κράτησης, σοβαρού ατυχήµατος ή σοβαρής ασθένειας και θανάτου, καθώς και όσον αφορά την παροχή βοήθειας και τον επαναπατρισµό σε δυσχερείς περιπτώσεις ή την έκδοση προσωρινών εγγράφων.
Κατά περίπτωση, πρέπει να ικανοποιούνται δεόντως οι επιθυµίες των πολιτών, µεταξύ άλλων όσον αφορά την υποχρέωση ενηµέρωσης µελών της οικογένειας ή άλλων σχετικών προσώπων και, σε περίπτωση που υφίσταται τέτοια υποχρέωση, το πρόσωπο που πρέπει να ενηµερώνεται.
Παροµοίως, σε περίπτωση θανάτου λαµβάνονται δεόντως υπόψη οι επιθυµίες του πλησιέστερου συγγενούς, σχετικά µε τις ρυθµίσεις που πρέπει να γίνουν όσον αφορά τη σορό του εκλιπόντος πολίτη.
Το κράτος-µέλος ιθαγένειας του µη αντιπροσωπευόµενου πολίτη είναι αρµόδιο για αυτές τις επαφές.
Δείτε αναλυτικά το σχέδιο νόμου εδώ.