logo-print

Marc van der Woude: Συνέντευξη με τον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το Lawspot.gr συζήτησε μαζί του σχετικά με τη λειτουργία του Γενικού Δικαστηρίου, την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, την Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές και τον ρόλο των Ελλήνων δικαστών και δικηγόρων στο πλαίσιο απονομής της ενωσιακής δικαιοσύνης

04/02/2025

05/02/2025

Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση
Ενεργειακή Αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 2024

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος 

Το Lawspot.gr εξασφάλισε μία αποκλειστική συνέντευξη με τον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ. Marc van der Woude.

Συζητήσαμε μαζί του σχετικά με τη λειτουργία του Γενικού Δικαστηρίου, την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, την Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές και τον ρόλο των Ελλήνων δικαστών και δικηγόρων στο πλαίσιο απονομής της ενωσιακής δικαιοσύνης.

Θερμές ευχαριστίες οφείλουμε στο ελληνικό τμήμα της Υπηρεσίας Τύπου και Πληροφόρησης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κυρία Χρυσούλα Φραγκιαδάκη.

Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,

Καταρχάς θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε για την πολύ μεγάλη τιμή να μας παραχωρήσετε αυτή τη συνέντευξη.

1. Εκλεγήκατε Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου για πρώτη φορά το 2019. Η δε θητεία σας ανανεώθηκε το 2022 με ορίζοντα τον Αύγουστο 2025. Ως Πρόεδρος, λοιπόν, κληθήκατε, και ακόμα καλείστε, να κατευθύνετε τη λειτουργία του Γενικού Δικαστηρίου στο πλαίσιο δύο θεμελιωδών, θα έλεγε κανείς, μεταρρυθμίσεων. Συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο 2019 ολοκληρώθηκε η πρώτη μεταρρύθμιση του Γενικού Δικαστηρίου [με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/2422], με αποτέλεσμα τον διπλασιασμό του αριθμού των μελών του (2 ανά κράτος μέλος). Περαιτέρω, κατόπιν της τροποποίησης του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης [με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2024/2019], από την 1η Οκτωβρίου 2024 μεταβιβάστηκε στο Γενικό Δικαστήριο, μέρος της προδικαστικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου.

Επομένως, το ερώτημα που ανακύπτει είναι πόσο εύκολη φαντάζει η επίτευξη συνοχής της ενωσιακής νομολογίας, όταν πρέπει να ληφθεί υπόψη, αφενός, η διαφορετική νομική κουλτούρα καθενός εκ των 54 Δικαστών και, αφετέρου, το αξίωμα για ταχύτητα στον χειρισμό των υποθέσεων;

Πράγματι, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετώπισε πολλές οργανωτικές προκλήσεις ήδη από τη θέση σε ισχύ της πρώτης μεταρρύθμισης το 2016 και εξακολούθησε να αντιμετωπίζει μέχρι να καταστεί πλήρως λειτουργικό μόλις τον Ιούλιο του 2022, με την άφιξη του 54ου δικαστή.

Η μεταρρύθμιση αυτή σήμαινε για το Γενικό Δικαστήριο την αναδιάταξη του προσωπικού του και την αναθεώρηση των μεθόδων εργασίας του, ιδίως ενόψει της μείωσης της διάρκειας των διαδικασιών με παράλληλη ενίσχυση της ποιότητας των αποφάσεών του. Έχοντας υπόψη ορισμένους αντικειμενικούς δείκτες, μπορώ να πω ότι πετύχαμε τους στόχους αυτούς, αν και πάντα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης.

Πρώτον, η μέση διάρκεια των διαδικασιών ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με μέσο όρο τώρα περίπου τους 18 μήνες. Στόχος μας είναι να μειωθεί περαιτέρω στους 14 ή 15 μήνες. Πετύχαμε αυτόν τον στόχο το 2021, και μπορούμε να το καταφέρουμε ξανά.

Δεύτερον, οι συνθέσεις των τμημάτων έχουν αυξηθεί. Πριν από τη μεταρρύθμιση, η συντριπτική πλειονότητα των υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των πιο σημαντικών, εκδικάζονταν ενώπιον τριμελών τμημάτων. Τώρα, το Γενικό Δικαστήριο αναθέτει τις σημαντικές υποθέσεις σε πενταμελή τμήματα και, όταν χρειάζεται, στο τμήμα μείζονος συνθέσεως, το οποίο απαρτίζεται από δεκαπέντε δικαστές, ενισχύοντας έτσι το κύρος των αποφάσεών του. Αξίζει να σημειωθεί εν προκειμένω ότι πλέον δεν ασκείται κριτική, στους ακαδημαϊκούς κύκλους, σε βάρος του Γενικού Δικαστηρίου όσον αφορά την ένταση του ελέγχου του.

Τρίτον, το Δικαστήριο συμφώνησε με τις αλλαγές αυτές. Το 2022, αναγνώρισε ότι είχε έρθει η ώρα να μεταβιβάσει επιπλέον αρμοδιότητες στο Γενικό Δικαστήριο, μια μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στην οποία ήταν ακόμη απρόθυμο να προβεί το 2017. Η μεταβίβαση αυτή τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 2024. Το Γενικό Δικαστήριο είναι πλέον αρμόδιο να απαντά σε προδικαστικά ερωτήματα σε ορισμένους σαφώς καθορισμένους τομείς του δικαίου. Επιπλέον, η μεταρρύθμιση του 2024 συνεπάγεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έχει τον τελευταίο λόγο στην πράξη όσον αφορά τις ευθείες προσφυγές σε δέκα τομείς του δικαίου, ενώ το Δικαστήριο εξετάζει αιτήσεις αναιρέσεως μόνο κατόπιν προηγούμενης έγκρισης.

Όπως σωστά επισημαίνετε, οι νέες αυτές αρμοδιότητες σημαίνουν ότι το Γενικό Δικαστήριο πρέπει να διασφαλίζει τη συνοχή της νομολογίας του. Για να διατηρεί την ομοιομορφία του δικαίου σε ολόκληρη την Ένωση σε ορισμένους τομείς του δικαίου, πρέπει, τουλάχιστον, να διασφαλίζει την εσωτερική συνοχή. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, το Γενικό Δικαστήριο προωθεί τη συνεργασία μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών, της διοργάνωσης τακτικών συνεδριάσεων και της όλο και πιο συχνής παραπομπής υποθέσεων σε τμήματα με διευρυμένη σύνθεση. Ο Αντιπρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου επιβλέπει τη διαδικασία αυτή.

Τέλος, όσον αφορά το ζήτημα που θέτετε σχετικά με τις νομικές παραδόσεις στην Ευρώπη, το Γενικό Δικαστήριο απαρτίζεται από δύο δικαστές από κάθε κράτος μέλος. Αυτό διασφαλίζει ήδη ένα σημαντικό βαθμό διαφορετικότητας ως προς τη νομική κουλτούρα, ο οποίος είναι στην πραγματικότητα αυτό που επιδιώκουμε. Θεωρώ ότι οι διαφορετικές νομικές κουλτούρες αποτελούν περισσότερο πλεονέκτημα για την ορθή λειτουργία του Δικαστηρίου μας. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο ασχολείται συχνά με ζητήματα “τεχνικού” διοικητικού δικαίου, για τα οποία η προηγούμενη επαγγελματική εμπειρία έχει μεγαλύτερη σημασία.

Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποίο το Δικαστήριο έχει χειριστεί τις προδικαστικές παραπομπές μέχρι σήμερα;

Ναι. Η ιδέα πίσω από τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας είναι να διασφαλίζεται η ουδετερότητα για τα εθνικά δικαστήρια που αποστέλλουν προδικαστικά ερωτήματα. Το αν ένα ερώτημα παραπέμπεται στο Δικαστήριο ή στο Γενικό Δικαστήριο δεν θα πρέπει να έχει καμία διαφορά για εκείνα: τα εθνικά δικαστήρια θα λάβουν κατάλληλη απάντηση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος και βάσει των ίδιων διαδικασιών. Επιπλέον, τα εν λόγω δικαστήρια θα συνεχίσουν να απευθύνουν τα ερωτήματά τους στην ίδια διεύθυνση, αυτή του Δικαστηρίου, το οποίο στη συνέχεια θα αξιολογεί αν τα ερωτήματα πρέπει να παραπεμφθούν στο Γενικό Δικαστήριο.

Τούτου λεχθέντος, η μεταρρύθμιση αποσκοπεί στον εξορθολογισμό της λειτουργίας του δικαστικού συστήματος της Ένωσης. Με τη μεταφορά υποθέσεων από το Δικαστήριο στο Γενικό Δικαστήριο, το πρώτο θα μπορεί να διαθέσει περισσότερους πόρους για να χειριστεί ευαίσθητες υποθέσεις, οι οποίες συχνά έχουν συνταγματικές επιπτώσεις, ενώ το δεύτερο θα είναι σε καλύτερη θέση για να διεκπεραιώσει αποτελεσματικότερα τις μεταβιβαζόμενες υποθέσεις. Επιπλέον, με την ανάθεση των προδικαστικών παραπομπών σε δύο μόνο τμήματα, θα προκύψει μία de facto εξειδίκευση στο Γενικό Δικαστήριο, η οποία θα του επιτρέψει να διεκπεραιώνει τις παραπομπές ταχύτερα.

2. Μία πολύ σημαντική παράμετρος για τις μεταρρυθμίσεις στο πλαίσιο των δικαστικών συστημάτων, η οποία αναδείχθηκε ακόμα περισσότερο την περίοδο της πανδημίας COVID-19, είναι η ηλεκτρονική δικαιοσύνη. Σε ποιο βαθμό χρησιμοποιούνται εργαλεία e-justice από το Γενικό Δικαστήριο και ποιες προκλήσεις εντοπίζετε στην υιοθέτησή τους; Υπάρχει σχεδιασμός για την αξιοποίηση πιο προηγμένων τεχνολογιών, όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη, στη λειτουργία του Γενικού Δικαστηρίου;

Από το 2018 η διαχείριση των πληροφοριών στις διαδικασίες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου γίνεται μέσω της εφαρμογής e-Curia. Έκτοτε και μέχρι πρότινος, το e-Curia αποτελούσε το μοναδικό μέσο ανταλλαγής εγγράφων μεταξύ των πληρεξουσίων και της Γραμματείας σε όλες τις διαδικασίες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Αυτό ίσχυε για όλους τους διαδίκους. Ωστόσο, ο τροποποιημένος κανονισμός διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου προβλέπει στη διαδικασία των προδικαστικών παραπομπών τη δυνατότητα κατάθεσης των εγγράφων ενώπιον της Γραμματείας  σε έγχαρτη μορφή, όταν ο συντάκτης του εγγράφου αυτού δεν διαθέτει λογαριασμό e-Curia. Η εξαίρεση αυτή προστέθηκε προκειμένου να διατηρηθεί για τους διαδίκους η ίδια πρόσβαση στο δικαστήριο που έχουν και κατά τη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου.

Επιπλέον, από τον Μάρτιο 2022, όλες οι αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου υπογράφονται ηλεκτρονικά με τη χρήση της εφαρμογής EU-Sign.

Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, εισήχθη επίσης η δυνατότητα συμμετοχής σε ακροαματική διαδικασία μέσω τηλεδιάσκεψης και έκτοτε διατηρείται για ορισμένες αυστηρά περιορισμένες περιπτώσεις.

Τέλος, το θεσμικό όργανο ανέπτυξε διάφορα εσωτερικά μεταφραστικά εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιούνται πλέον από το σύνολο του προσωπικού σε καθημερινή βάση.

Τα δικαστήρια διερευνούν συνεχώς τρόπους για να επωφεληθούν από τις εξελίξεις στον τεχνολογικό τομέα, συμπεριλαμβανομένης φυσικά της Τεχνητής Νοημοσύνης. Οι εξελίξεις αυτές δοκιμάζονται σταδιακά και υιοθετούνται λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς και τις απαιτήσεις διατήρησης της ακεραιότητας των ενδίκων διαδικασιών.

3. Ποια είναι η επίδραση της νομολογίας του Γενικού Δικαστηρίου στη λειτουργία της Ψηφιακής Ενιαίας Αγοράς, η οποία, σύμφωνα με τις Συνθήκες, πρέπει να αναπτύσσεται με όρους ελεύθερου, ανοικτού και ανόθευτου ανταγωνισμού;

Πρώτον, η νομολογία του Γενικού Δικαστηρίου στο ρυθμιστικό πεδίο των ψηφιακών υπηρεσιών και αγορών βρίσκεται σε αρκετά πρώιμο στάδιο. Μέχρι στιγμής, έχει εκδοθεί μόνο μία απόφαση στην υπόθεση Bytedance στις 17 Ιουλίου 2024 σχετικά με την Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA). Η υπόθεση αφορούσε το ερώτημα κατά πόσον η Επιτροπή ενήργησε νόμιμα όταν έκρινε ότι η προσφεύγουσα, η οποία είναι η μητρική εταιρεία της πλατφόρμας TikTok, δεν κατόρθωσε να ανατρέψει το τεκμήριο ότι είναι πυλωρός (gatekeeper) κατά την έννοια της DMA. Ορισμένες παρόμοιες υποθέσεις που αφορούν την Apple και τη Meta εκκρεμούν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει ακόμη αποφανθεί επί υποθέσεων που αφορούν την Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες (DSA).

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο είναι δικαστήριο διοικητικού ελέγχου. Ελέγχει κατά πόσον τα θεσμικά όργανα, στην προκειμένη περίπτωση η Επιτροπή, ενήργησαν νόμιμα. Ασκεί αυτό το δικαστικό έργο στη βάση των επιχειρημάτων που προβάλλουν οι προσφεύγοντες για να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα των πράξεων της Επιτροπής. Αντιθέτως, δεν είναι καθήκον του Γενικού Δικαστηρίου να εκτιμήσει τη σκοπιμότητα της δράσης της Επιτροπής. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο ελέγχει τη νομιμότητα των αποφάσεων της Επιτροπής κατά περίπτωση. Δεν ασχολείται με θέματα γενικής πολιτικής.

4. Με την Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA), η Ευρωπαϊκή Ένωση έκανε ένα σημαντικό βήμα προς τη ρύθμιση των μεγάλων ψηφιακών πλατφορμών ή «πυλωρών», με σκοπό την προώθηση του θεμιτού ανταγωνισμού και την ενίσχυση της προστασίας της ιδιωτικότητας. Δεδομένης της επικράτησης αυτών των πλατφορμών στην καθημερινή ζωή των πολιτών της Ένωσης, πώς πιστεύετε ότι οι διατάξεις της DMA θα επηρεάσουν τόσο το δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής όσο και τις ανταγωνιστικές πρακτικές εντός της ψηφιακής αγοράς;

Βασικός σκοπός είναι πράγματι η εξασφάλιση της πρόσβασης σε ταχέως εξελισσόμενες αγορές στις οποίες το φαινόμενο του δικτύου συμβάλλει στην ενίσχυση της θέσης στην αγορά. Ως εκ τούτου, η DMA μπορεί να έχει βαθύτατο αντίκτυπο στην ψηφιακή αγορά, εξισώνοντας, μεταξύ άλλων, τους όρους ανταγωνισμού για τους μικρότερους παίκτες, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και άλλους εμπλεκόμενους φορείς, και επιτρέποντας έτσι στις οντότητες αυτές να συμμετέχουν αποτελεσματικότερα στις οικονομικές δραστηριότητες. Επιπλέον, βασικός στόχος της DMA είναι η ενίσχυση της διαφάνειας, η οποία θα επιτρέπει στους χρήστες να ελέγχουν περισσότερο την παρουσία τους στο διαδίκτυο και τον βαθμό εμπλοκής των πυλωρών στα προσωπικά τους δεδομένα.

5. Θεμελιώδες στοιχείο για την πορεία της ενοποίησης, όπως έχει αναδειχθεί μέσα και από τη νομολογία του Δικαστηρίου, είναι ο διαρκής διάλογος μεταξύ του Δικαστή της Ένωσης και του εθνικού δικαστή. Στο πλαίσιο αυτό, τί θα θέλατε να πείτε στους Έλληνες δικαστές;

Η Ένωση βασίζεται σε μια κοινή έννομη τάξη και η διασφάλιση του σεβασμού του κράτους δικαίου σε αυτόν τον κοινό χώρο, με ομοιόμορφη και αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης, αποτελεί κοινή ευθύνη τόσο των εθνικών δικαστηρίων όσο και των δικαστηρίων της Ένωσης. Δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος του δικαίου της Ένωσης μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο ή εφαρμόζεται από τις εθνικές διοικήσεις, τα εθνικά δικαστήρια είναι το πρώτο σημείο επαφής για να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες μπορούν να απολαμβάνουν τα δικαιώματα που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης ή να στρέφονται κατά κανόνων που θεσπίζουν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, τους οποίους μπορεί να θεωρούν παράνομους. 

Στο πλαίσιο αυτό, τα ελληνικά δικαστήρια διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι Έλληνες πολίτες μπορούν να ασκούν τα δικαιώματα που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης. Ωστόσο, κατ' αυτόν τον τρόπο, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν αμφιβολίες ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να ερμηνεύονται οι κανόνες της Ένωσης, ιδίως αν αναλογιστούν ότι οι κανόνες αυτοί ερμηνεύονται διαφορετικά σε άλλα κράτη μέλη. Μπορεί επίσης να θεωρήσουν ότι η λύση στην οποία κατέληξαν σε μια συγκεκριμένη περίπτωση θα μπορούσε να αφορά ολόκληρη την Ένωση. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα ελληνικά δικαστήρια μπορούν, και σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει, να υποβάλλουν προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι δικαστές της Ένωσης κατανοούν τον φόρτο εργασίας των ελληνικών δικαστηρίων και θα καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να δώσουν απαντήσεις άμεσα.

Μολονότι μπορεί να απαιτηθεί κάποιος χρόνος, αυτός δεν θα πρέπει να θεωρείται "χαμένος" χρόνος, καθώς η διαδικασία της προδικαστικής παραπομπής αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της έννομης τάξης της Ένωσης και, χωρίς την κατάλληλη συμβολή των εθνικών δικαστηρίων, η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να σταματήσει να λειτουργεί αποτελεσματικά. Δεδομένου ότι η διαδικασία αυτή αποτελεί βασικό άξονα της κοινής έννομης τάξης και, ως εκ τούτου, του εγχειρήματος της Ένωσης στο σύνολό του, τα εθνικά δικαστήρια διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της Ένωσης.

6. Πέραν όμως από τον εφαρμοστή και ερμηνευτή του ενωσιακού δικαίου, ήτοι τον δικαστή, κομβικό ρόλο στην απονομή της δικαιοσύνης στην ενωσιακή έννομη τάξη καλούνται να διαδραματίσουν και οι δικηγόροι. Συναφώς, θα θέλατε να πείτε κάτι και στους Έλληνες δικηγόρους και δη σε εκείνους που βρίσκονται στο ξεκίνημα της καριέρας τους;

Χωρίς δικηγόρους, τα δικαστήρια δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Οι  δικηγόροι ακούν τα προβλήματα των πελατών τους και εντοπίζουν πιθανές νομικές οδούς. Χτίζουν τις υποθέσεις επί των οποίων θα κληθούν να αποφανθούν τα δικαστήρια. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο, αναπόφευκτα θα συναντήσουν το δίκαιο της Ένωσης, δεδομένου ότι το δίκαιο της Ένωσης και το εθνικό δίκαιο συνδέονται στενά, όλο και περισσότερο, μεταξύ τους.

Το δίκαιο της Ένωσης δεν είναι κάποιος απόμακρος τομέας του δικαίου, ο οποίος εφαρμόζεται από μεγάλες δικηγορικές εταιρείες σε μακρινές πρωτεύουσες. Είναι το ελληνικό δίκαιο, το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί τόσο ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων όσο και ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Αυτό μπορεί να γίνει στα ελληνικά, που είναι μία από τις 24 επίσημες γλώσσες της Ένωσης. Η γνώση του δικαίου της Ένωσης είναι απαραίτητη για την προάσπιση των συμφερόντων των πελατών, μικρών και μεγάλων.

Ευχαριστούμε πολύ για τον χρόνο σας.

Σας ευχαριστώ κι εγώ.

ENGLISH VERSION

Edited by: Georgios P. Kanellos

Lawspot.gr has arranged for an exclusive interview with the President of the General Court of the European Union, Mr Marc van der Woude.

We discussed with him the functioning of the General Court, e-Justice, the Digital Markets Act, and the role of Greek judges and lawyers in the administration of EU justice.

We sincerely thank the Greek Press and Information Unit of the Court of Justice of the European Union and Ms Chrysoula Fragkiadaki.

Mr. President,

First of all, we would like to thank you for the great honor of granting us this interview.

1. You were elected President of the General Court of the European Union for the first time in September 2019. Your term of office was renewed in September 2022 until August 2025. Thus, as the President you were, and still are, called upon to “steer the wheel” of the General Court during two major, one might say, reforms. In particular, the first reform of the General Court (by Regulation (EU, Euratom) 2015/2422) was completed in September 2019, resulting in the doubling of the number of its Members (two Judges from each Member State). Furthermore, following the amendment of the Statute of the Court of Justice of the European Union (by Regulation (EU, Euratom) 2024/2019), since 1st October 2024, part of the jurisdiction of the Court of Justice to give preliminary rulings has been transferred to the General Court.

The question that arises, therefore, is whether it is easy to ensure the coherence of the EU case law, having regard, on the one hand, to the different legal cultures among 54 Judges and, on the other hand, to the necessity in accelerating the pace of the handling of cases?

Indeed, the General Court of the European Union had and still has to confront many organisational challenges since the first reform entered into force in 2016 and became fully operational only in July 2022 with the arrival of the 54th judge.

This reform implied that the General Court had to redeploy its existing staff and to reconsider its working practices, especially in view of reducing the length of proceedings whilst increasing, at the same time, the quality of its judgments. Referring to a series of objective indicators, I can say that we succeeded in achieving these objectives, although there is always room for improvement.

First, the average length of proceedings has significantly decreased over the last years, now averaging around 18 months. Our goal is to reduce this further to 14 or 15 months. We achieved this target in 2021, and there is no reason we cannot do so again.

Second, the size of the decision-making panels has increased. Prior to the reform, the vast majority of cases, including the more significant ones, were decided by panels of three judges. Now, the General Court assigns the important cases to panels of five cases and, when necessary, to the Grand Chamber of fifteen judges, thereby enhancing the authority of its judgments. It is worth noting in this respect that, in academic circles, the General Court is no longer criticised for the perceived lack of intensity of its judicial scrutiny.

Third, the Court of Justice has embraced these changes. In 2022, it acknowledged that the time had come to transfer additional competences to the General Court, a shift it was still reluctant to make in 2017. This transfer became effective in October 2024. The General Court is now competent to answer preliminary reference questions in certain well-defined areas of law. Furthermore, the 2024 reform implies that the General Court has the final say in practice as regards direct appeals in ten areas of law, with the Court of Justice only accepting appeals with prior authorisation.

As you rightly point out, these new competences imply that the General Court must ensure the consistency of its case law. If it is supposed to maintain uniformity of the law across the Union in certain areas of the law, it must, at the very least, ensure internal consistency. To achieve this objective, the General Court fosters collaboration by exchanging information, organizing regular meetings and increasingly referring cases to large decision-making panels. The vice-president of the General Court oversees this process.

Finally, as regards your point on Europe’s legal traditions, the General Court is composed of two judges from each Member State. This already ensures a significant degree of diversity, which is in reality what we are looking for. I consider that the different legal cultures are more of an asset for the proper functioning of our Court. In addition to that, the General Court often deals with technical administrative law issues for which prior professional experience matters more.

Should the way in which the Court of Justice has been dealing with references for preliminary rulings be taken into account?

Yes. The idea behind the transfer of competence is to ensure neutrality for referring national courts. Whether a question is referred to the Court of Justice or to the General Court should make no difference to them: the national courts will receive a proper answer within a reasonable timeframe and based on the same procedures. Furthermore, these courts will continue to direct their questions to the same address, that of the Court of Justice, which will then assess whether the questions should be referred to the General Court.

That said, the reform aims to streamline the functioning of the EU judicial system. By transferring cases from the Court of Justice to the General Court, the former will be able to allocate more resources to handle delicate cases, which often have constitutional implications, whereas the latter will be better positioned to deal with the transferred cases more efficiently. Additionally, by assigning the preliminary references to two chambers only, there will be a de facto specialisation at the General Court, which should allow it to deal with the references more swiftly.

2. A very important aspect of the reforms in the context of judicial systems, which was highlighted even more so during the COVID-19 pandemic, is e-Justice. To what extent are e-justice tools used by the General Court and what challenges do you identify in their adoption? Are there plans to use more advanced technologies, such as AI, in the functioning of the General Court?

Since 2018 the management of information in proceedings before the General Court has been done on the application e-Curia. Since then, e-Curia had been the only means of exchanging documents between representatives and the Registry in all proceedings before the General Court. This applied to all the parties. However, the amended Rules of procedure of the General Court provide the possibility that the documents in preliminary ruling proceedings be lodged at the Registry in paper format where the author of such a document does not have an e-Curia account. This exception was added in order to maintain for the parties the same access to the court they have in proceeding before the Court of Justice.

Additionally, since March 2022, all the decisions of the General Court are signed electronically using the application EU‑Sign.

During the pandemic, the possibility of participation in a hearing by videoconference has also been introduced and has since been maintained for certain strictly circumscribed situations.

Finally, different internal translation tools have been developed by the institution and are now used by the entire staff on a daily basis.

The Courts are constantly exploring ways to benefit from developments in the technological field, including of course the AI. Such developments are gradually tested and adopted bearing in mind the constraints and requirements of maintaining the integrity of judicial proceedings.

3. What is the impact of the case law of the General Court on the functioning of the Digital Single Market, which, according to the Treaties, must develop in conditions of free and open competition and with no distortions?

First, the case law of the General Court in the field of regulation of digital services and markets is in its very early phase of development. So far, it has delivered only one judgment in Bytedance on 17 July 2024 concerning the Digital Markets Act (DMA). The case concerned the question as to whether the Commission had acted legally when considering that the applicant, which is the parent company of TikTok, had not succeeded in rebutting the presumption that it is a gatekeeper within the meaning of the DMA. A series of similar cases involving Apple and Meta are still pending. The General Court has not yet ruled on cases involving the Digital Services Act (DSA).

Second, the General Court is an administrative review court. It checks whether the institutions, in this case the Commission, acted in a legal manner. It exercises this judicial task based on the arguments which the applicants invoke to contest the legality of the Commission’s action. By contrast, it is not the task of the General Court to assess the expediency of the Commission’s action. In addition, the General Court reviews the legality of the Commission’s decisions on a case-by case basis. It does not deal with general policy issues.

4. With the Digital Markets Act (DMA) now in place, the European Union has taken a significant step towards regulating major digital platforms, or 'gatekeepers,' to foster fair competition and enhance data privacy protections. Given the prevalence of these platforms in the daily lives of EU citizens, how do you think that the DMA's provisions will impact both privacy rights and competitive practices within the digital market?

The focus is indeed to guarantee market access in rapidly evolving markets in which network effects contribute to bolster market positions. As such, the DMA is poised to have a profound impact on the digital market by, among other things, leveling the playing field for smaller players, SMEs, and other stakeholders, thereby enabling these entities to engage more effectively in economic activities. Additionally, a key goal of the DMA is to enhance transparency, which will empower users with greater control over their online presence and the degree of gatekeepers' involvement in their personal data.

5. Fundamental to the process of consolidation, as it has been highlighted through the case law of the Court of Justice, is the ongoing dialogue between the EU Judge and the national judge. In this context, what would you like to say to the Greek judges?

​​The EU is based on a common legal order and ensuring that the rule of law is upheld within this common space, with EU law applied uniformly and effectively, is a joint responsibility of both national courts and EU courts. Since most of EU law is transposed into national law or implemented by national administrations, national courts are the first point of contact for ensuring that citizens can enjoy the rights granted by EU law or challenge rules made by EU institutions, that they may deem unlawful. 

In this context, Greek courts play a central role in ensuring that Greek citizens can exercise the rights conferred by EU law. However, in doing so, they may encounter uncertainties as to the way EU rules should be interpreted, especially if they become aware that these rules are interpreted differently in other Member States. They may also consider that the solution they have reached in a specific case could be relevant for the whole of the Union. In such situations, Greek courts may, and in some cases must, refer preliminary reference questions to the Court of Justice of the European Union. The EU judges understand the workload of Greek courts and will do their utmost to provide prompt answers.

While this may take time, it is time well spent, as the preliminary reference procedure is a cornerstone of the EU legal order and, without proper input from national courts, this procedure could cease to function effectively. Since this procedure is an essential pivot of the common legal order and, hence, of the EU project as a whole, national courts play a key role in ensuring that the EU works as it should.

6. In addition to the judges, who apply and interpret EU law, lawyers are also called upon to play a key role in the proper administration of justice within the EU legal order. In this connection, would you also like to say something to the Greek lawyers, especially those at the beginning of their careers?

Without lawyers, courts cannot function. Private practitioners listen to the problems of their clients and identify potential legal remedies. They build the cases upon which the courts will rule. In doing so, they will inevitably encounter EU law, due to the fact that EU and national law are closely and increasingly interwoven.

EU law is not some distant area of law, which is applied by prestigious firms in remote capitals. It is Greek law, which can be enforced before both Greek courts and the General Court. They can do so in Greek, which is one of the 24 official languages of the EU. Knowing EU law is essential to serve the interests of the clients, large and small.

Thank you very much for your time.

Thank you.

Ενοχικό Δίκαιο Ειδικό Μέρος
Από τον πολιτικώς ενάγοντα στον παριστάμενο για την υποστήριξη της κατηγορίας

ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ