logo-print

Προεγκατεστημένες υπηρεσίες τηλεφωνητή και internet σε κάρτα SIM για smartphone και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές

Γεν. εισαγγελέας ΔΕΕ: Απλώς και μόνο η παράλειψη πληροφόρησης του χρήστη από τον πάροχο σχετικώς δεν αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης

05/06/2018

05/06/2018

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Στις δημοσιευθείσες την Τετάρτη, 31-05-2018, προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Manuel Campos Sánchez-Bordona, προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι απλώς και μόνο η παράλειψη παροχής πληροφοριών στον χρήστη σχετικά με την προεγκατάσταση υπηρεσιών τηλεφωνητή και πλοηγήσεως στο Διαδίκτυο σε κάρτα SIM προοριζόμενη να τοποθετηθεί σε έξυπνο τηλέφωνο δεν συνιστά αθέμιτη ή επιθετική εμπορική πρακτική, κατά την έννοια της οδηγίας 2005/29/ΕΚ, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά, όταν ο χρήστης έχει προηγουμένως λάβει πληροφορίες για τα μέσα με τα οποία μπορεί να κάνει χρήση των υπηρεσιών αυτών και για την τιμή τους.

Επιπλέον, όπως επισημαίνει στις προτάσεις του ο γεν. εισαγγελέας Campos Sánchez-Bordona, η εν λόγω οδηγία προορίζεται να εφαρμόζεται σε κάθε αθέμιτη εμπορική πρακτική, ανεξαρτήτως οικονομικού τομέα, προς διασφάλιση της βέλτιστης προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, κατά την ίδια την οδηγία, οι διατάξεις της υποχωρούν έναντι άλλων κανόνων της Ένωσης που ρυθμίζουν συγκεκριμένες πτυχές αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, μόνο σε περίπτωση συγκρούσεως με τους κανόνες αυτούς.

Ιστορικό της υπόθεσης

Το 2012, η Autorità Garante della Concorrenza e del Mercato (ιταλική αρχή προστασίας του ανταγωνισμού και της αγοράς, AGCM) επέβαλε πρόστιμα στις εταιρίες Wind Telecomunicazioni (νυν Wind Tre) και Vodafone Omnitel (νυν Vodafone Italia), εκτιμώντας ότι εφάρμοσαν επιθετική εμπορική πρακτική συνιστάμενη στην εμπορία καρτών SIM προοριζόμενων να τοποθετηθούν σε έξυπνα τηλέφωνα (smartphones), στις οποίες ήταν προεγκαταστημένες υπηρεσίες τηλεφωνητή και πλοηγήσεως στο Διαδίκτυο, για τις οποίες δεν είχαν παρασχεθεί πληροφορίες στους καταναλωτές.

Το Tribunale amministrativo regionale del Lazio (διοικητικό πρωτοδικείο της περιφέρειας του Λατίου, Ιταλία), ενώπιον του οποίου οι δύο εταιρίες άσκησαν προσφυγές κατά της αποφάσεως της AGCM, έκανε δεκτές τις προσφυγές τους, αναγνωρίζοντας ότι η εν λόγω αρχή δεν μπορούσε να επιβάλει κυρώσεις σε σχέση με συμπεριφορά (τη μη ζητηθείσα παροχή υπηρεσιών) η οποία εμπίπτει στην αρμοδιότητα επιβολής κυρώσεων της Autorità per le Garanzie nelle Comunicazioni (ρυθμιστικής αρχής επικοινωνιών).

Το Consiglio di Stato (Συμβούλιο της Επικρατείας, Ιταλία), το οποίο επιλήφθηκε των υποθέσεων κατόπιν ασκήσεως εφέσεως κατά των πρωτόδικων αποφάσεων, ζητεί κατ’ ουσίαν από το Δικαστήριο να διευκρινίσει εάν η συμπεριφορά των παρόχων υπηρεσιών τηλεφωνίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως «παροχή μη παραγγελθέντων» ή ως «επιθετική εμπορική πρακτική» κατά την έννοια της οδηγίας 2005/29/ΕΚ για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και, επιπλέον, αν οι διατάξεις της οδηγίας αυτής πρέπει να υποχωρούν έναντι άλλων κανόνων της Ένωσης και, ενδεχομένως, έναντι εθνικών διατάξεων που έχουν εκδοθεί σε εκτέλεση των κανόνων αυτών.

Προτάσεις του γεν. εισαγγελέα

Με τις σημερινές προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας M. Campos Sánchez-Bordona εκτιμά ότι απλώς και μόνο η παράλειψη παροχής πληροφοριών σχετικών με την προεγκατάσταση των υπηρεσιών τηλεφωνητή και πλοηγήσεως στο Διαδίκτυο σε κάρτα SIM προοριζόμενη να τοποθετηθεί σε έξυπνο τηλέφωνο δεν συνιστά αθέμιτη ή επιθετική εμπορική πρακτική, όταν ο χρήστης έχει προηγουμένως λάβει πληροφορίες σχετικά με «τα τεχνικά και λειτουργικά μέσα με τα οποία μπορεί να κάνει, στην πράξη, χρήση των υπηρεσιών αυτών και σχετικά με την τιμή τους», στοιχεία τα οποία απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

Συγκεκριμένα, μολονότι δεν μπορεί να αποκλειστεί η ύπαρξη παροχής μη παραγγελθεισών υπηρεσιών, την οποία η οδηγία 2005/29 χαρακτηρίζει παράνομη, ο μέσος καταναλωτής γνωρίζει κανονικά ότι οι επίμαχες υπηρεσίες ενεργοποιούνται με την πληκτρολόγηση του αριθμού του τηλεφωνητή ή με τις εντολές που θέτουν σε λειτουργία την πλοήγηση στο Διαδίκτυο. Επομένως, η χρήση των υπηρεσιών από τον χρήστη θα μπορούσε να ισοδυναμεί με σιωπηρή αποδοχή της παροχής τους. Εν πάση περιπτώσει, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η παροχή μη παραγγελθείσας υπηρεσίας δεν συνιστά αυτή καθαυτήν αθέμιτη εμπορική πρακτική· πρόσθετη προϋπόθεση είναι να απαιτεί ο εμπορευόμενος παρανόμως πληρωμή για την υπηρεσία αυτή. Προκειμένου να διαπιστωθεί αν η ζητηθείσα πληρωμή ήταν, εν προκειμένω, παράνομη, ο γενικός εισαγγελέας διευκρινίζει ότι το εθνικό δικαστήριο θα πρέπει να εξακριβώσει σε ποιο βαθμό οι σχετικές με τις τιμές των υπηρεσιών πληροφορίες παρέχουν στον μέσο καταναλωτή τη δυνατότητα να συναγάγει ότι η κάρτα SIM που αγόρασε είναι σε θέση να του προσφέρει τις υπηρεσίες αυτές, χωρίς να μπορεί να υφίσταται αμφιβολία σχετικά με την προεγκατάσταση των υπηρεσιών αυτών και, συνακόλουθα, για το κόστος που συνεπάγεται η χρήση τους.

Ακολούθως, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι μια εμπορική πρακτική χαρακτηρίζεται ως «επιθετική» βάσει της οδηγίας 2005/29 όταν, μέσω μιας θετικής ενέργειας του εμπορευομένου συνιστάμενης σε παρενόχληση, καταναγκασμό ή κατάχρηση επιρροής, ο καταναλωτής ωθείται σε απόφαση την οποία δεν θα λάμβανε διαφορετικά. Ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι, εν προκειμένω, η παράλειψη παροχής πληροφοριών που προσάπτεται στους παρόχους υπηρεσιών τηλεφωνίας δεν εμπίπτει σε καμία από αυτές τις περιπτώσεις.

Για την περίπτωση κατά την οποία το Δικαστήριο κρίνει ότι η συμπεριφορά που προσάπτεται στους παρόχους υπηρεσιών τηλεφωνίας συνιστά αθέμιτη εμπορική πρακτική, ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι η εφαρμογή της οδηγίας 2005/29 δεν αναιρείται από άλλους κανόνες του δικαίου της Ένωσης, όπως η οδηγία περί καθολικής υπηρεσίας. Συναφώς, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η οδηγία 2005/29 προορίζεται να εφαρμόζεται σε κάθε αθέμιτη εμπορική πρακτική, ανεξαρτήτως οικονομικού τομέα, προς διασφάλιση της βέλτιστης προστασίας των καταναλωτών. Εντούτοις, κατά την ίδια την οδηγία 2005/29, οι διατάξεις της υποχωρούν έναντι άλλων κανόνων της Ένωσης που ρυθμίζουν συγκεκριμένες πτυχές αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, μόνο σε περίπτωση συγκρούσεως με τους κανόνες αυτούς. Ο γενικός εισαγγελέας εκτιμά ότι στις υπό κρίση υποθέσεις δεν υφίσταται σύγκρουση μεταξύ της οδηγίας 2005/29 και της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, αλλά πρόκειται για περίπτωση στην οποία επιβάλλεται η συνδυαστική εφαρμογή τους, δεδομένου ότι, για να καθοριστεί εάν η παροχή ζητήθηκε από τον καταναλωτή (οδηγία 2005/29), θα πρέπει να αποσαφηνιστεί αν οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που προβλέπονται στην οδηγία 2002/22/ΕΚ, η οποία δεν χαρακτηρίζει ως παράνομη συμπεριφορά τη μη ζητηθείσα παροχή υπηρεσιών, αλλά καθορίζει τις πληροφορίες τις οποίες πρέπει να παρέχουν στους καταναλωτές οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.

Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στον ιστότοπο CURIA

Βασική Νομοθεσία Ναυτικού Δικαίου

ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΜΠΕΧΛΙΒΑΝΗΣ - ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΕΚΑΣ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΝΑΥΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Εγχειρίδιο Εργατικού Δικαίου - Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις Η έκδοση