logo-print

Στο «μικροσκόπιο» του Δικαστηρίου της ΕΕ η νομοθεσία που περιορίζει τη διεθνή χρηματοδότηση των ΜΚΟ στην Ουγγαρία

Γεν. εισαγγελέας ΔΕΕ: Οι επιβληθέντες περιορισμοί παραβιάζουν την ελευθερία κίνησης των κεφαλαίων, τον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, την προστασία προσωπικών δεδομένων και την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι

15/01/2020

16/01/2020

Διεθνής εμπορική διαιτησία - Τόμος Ι -Β έκδοση
Το εφαρμοστέο δίκαιο ως προς τις έννομες συνέπειες των δικαστικών αποφάσεων - Μελέτες ΕΡΜΕΚ Νο 11

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος

Με τις δημοσιευθείσες την Τρίτη, 14-01-2020, προτάσεις του ο γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Manuel Campos Sánchez-Bordona προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι οι περιορισμοί που επέβαλε η Ουγγαρία στην χρηματοδότηση από την αλλοδαπή σωματείων και ιδρυμάτων δεν είναι συμβατοί με το δίκαιο της ΕΕ. 

Επιπλέον, ο γεν. εισαγγελέας Campos Sánchez-Bordona επισημαίνει ότι οι εν λόγω περιορισμοί παραβιάζουν την αρχή της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων και ορισμένα άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, ήτοι το δικαίωμα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, το δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι.

Ιστορικό της υπόθεσης

Το 2017 η Ουγγαρία θέσπισε νόμο με στόχο τη διασφάλιση της διαφάνειας στη χρηματοδότηση που λαμβάνουν από την αλλοδαπή σωματεία και ιδρύματα. Βάσει του νόμου αυτού, τέτοια νομικά πρόσωπα πρέπει να καταχωρούνται ενώπιον των αρμοδίων ουγγρικών αρχών ως «οργανώσεις που λαμβάνουν στήριξη από την αλλοδαπή» υπέρ των οποίων το ποσό των δωρεών κάθε χρόνο δεν μπορεί να ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο όριο. Κατά την καταχώρισή τους, οι οργανώσεις αυτές πρέπει να αναφέρουν τα ονόματα των δωρητών των οποίων οι δωρεές αγγίζουν ή ξεπερνούν το ποσό των 500.000 ουγγρικών φιορινιών (HUF) (περίπου  1.500 €) καθώς και το ακριβές ποσό της δωρεάς. Οι σχετικές πληροφορίες δημοσιεύονται στη συνέχεια σε μία δωρεάν, δημόσια προσβάσιμη ηλεκτρονική πλατφόρμα. Πρόσθετα, τα σωματεία και τα ιδρύματα τα οποία εμπίπτουν στη συγκεκριμένη κατηγορία πρέπει να αναφέρουν στις ιστοσελίδες τους και στις δημοσιεύσεις τους ότι εμπίπτουν στην κατηγορία των «οργανώσεων που λαμβάνουν στήριξη από την αλλοδαπή».

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως σε βάρος της Ουγγαρίας ενώπιον του Δικαστηρίου. Ισχυρίζεται ότι ο ουγγρικός νόμος για τη διαφάνεια στα σωματεία και τα ιδρύματα που λαμβάνουν χρηματοδότηση από την αλλοδαπή παραβιάζει αμφότερα την ελεύθερη κίνηση των κεφαλαίων και ορισμένα άλλα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, ήτοι το δικαίωμα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, το δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι.

Προτάσεις γεν. εισαγγελέα ΔΕΕ

Με τις δημοσιευθείσες προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας Manuel Campos Sánchez-Bordona υποστηρίζει ότι η μεταφορά δωρεάς από την αλλοδαπή υπέρ των ουγγρικών σωματείων και ιδρυμάτων συνιστά «κίνηση κεφαλαίων». Αυτές οι κινήσεις κεφαλαίων που συντελούνται υπό τη μορφή ενισχύσεως σε ορισμένα σωματεία και ιδρύματα με έδρα την Ουγγαρία υπόκεινται σε ορισμένες προϋποθέσεις, όπως η υποχρέωση καταχώρισης ως «οργανώσεις που λαμβάνουν στήριξη από την αλλοδαπή» και η δημοσιοποίηση ορισμένων δεδομένων. Οι προϋποθέσεις αυτές εφαρμόζονται αναλόγως της έδρας ή της κατοικίας του δωρητή, καθώς το αποφασιστικό στοιχείο είναι η εισφορά να προέρχεται «άμεσα ή έμμεσα από την αλλοδαπή». Ωστόσο, είναι πολύ πιθανότερο η προϋπόθεση της «προελεύσεως εκ της αλλοδαπής» να αφορά υπηκόους άλλων κρατών μελών και όχι Ούγγρους πολίτες, έστω και αν ενδέχεται να κατοικούν και οι τελευταίοι εκτός Ουγγαρίας και, ως εκ τούτου, να θίγονται από τα επίμαχα μέτρα.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο γενικός εισαγγελέας συμπεραίνει ότι οι προϋποθέσεις που θέτει ο επίμαχος ουγγρικός νόμος για τις δωρεές σε ορισμένα σωματεία και ιδρύματα μπορούν να περιορίσουν την ελευθερία κινήσεως κεφαλαίων εφόσον είναι ικανές, αφενός, να επηρεάσουν αρνητικά τη χρηματοδότηση σωματείων και ιδρυμάτων με έδρα στην Ουγγαρία τα οποία λαμβάνουν χρηματοοικονομικούς πόρους από την αλλοδαπή, με αποτέλεσμα και τον περιορισμό της άσκησης της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, και, αφετέρου, να έχουν αποτρεπτικό αποτέλεσμα ως προς την πρόθεση των πιθανών δωρητών από την αλλοδαπή, λόγω του στιγματισμού από τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών των σχετικών συναλλαγών, αφού έτσι εκφράζεται μία ιδεολογική τοποθέτηση η οποία ενδέχεται να μην είναι πλήρως αποδεκτή σε εθνικό πλαίσιο στην Ουγγαρία.

Όσον  αφορά, συγκεκριμένα, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, ο επίμαχος νόμος επηρεάζει δυσμενώς τη δυνατότητα χρηματοδοτήσεως των σωματείων και ιδρυμάτων, και ως εκ τούτου έχει επιπτώσεις και στη βιωσιμότητα αλλά και εν τέλει στην επιβίωσή τους, πλήττοντας συνακόλουθα την επίτευξη των κοινωνικών τους στόχων. Επιπλέον, καθιστώντας πιο δυσχερή την χρηματοοικονομική στήριξη πιθανών δωρητών, η εν λόγω νομοθεσία παρεμποδίζει άμεσα την άσκηση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι αυτών των προσώπων.

Ως προς τον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, ο γενικός εισαγγελέας επισημαίνει ότι η απλή γνωστοποίηση του ονόματος του δωρητή αρκεί για την εξακρίβωση της ταυτότητάς του καθώς και την υπαγωγή της γνωστοποίησης αυτής στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης περί προστασίας προσωπικών δεδομένων1. Η επιβαλλόμενη εκ του επίμαχου νόμου υποχρέωση δημοσιότητας συνεπάγεται την άρρηκτη σύνδεση του ονόματος του δωρητή με την πραγματοποίηση δωρεάς υπέρ ορισμένης οργανώσεως. Αυτός καθαυτόν ο ως άνω σύνδεσμος δηλώνει μια συμπάθεια προς την οργάνωση η οποία είναι ικανή να συμβάλλει στον προσδιορισμό του ιδεολογικού προφίλ του δωρητή. Ο γενικός εισαγγελέας προσθέτει ότι στο μέτρο που τα δημοσιοποιηθέντα στοιχεία καθιστούν δυνατή την κατάρτιση ιδεολογικού προφίλ των δωρητών, οι τελευταίοι ενδέχεται να αποτραπούν, ή έστω να αποθαρρυνθούν, από το να συμβάλουν στη συντήρηση της μη κυβερνητικής οργανώσεως με την οποία επιθυμούν να συνεργαστούν. Σε αυτό το πλαίσιο, ο γενικός εισαγγελέας καταλήγει ότι η δημοσιοποίηση, σε ελευθέρως προσβάσιμο, δημόσιο μητρώο τόσο του ονόματος φυσικών προσώπων τα οποία πραγματοποιούν δωρεά από την αλλοδαπή με αποδέκτες ορισμένες οργανώσεις με έδρα την Ουγγαρία όσο και του ύψους του ποσού της οικείας δωρεάς συνεπάγεται επέμβαση στην ιδιωτική ζωή των εν λόγω προσώπων, όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αυτών.

Επομένως, ο γενικός εισαγγελέας υποστηρίζει ότι η δημοσιοποίηση των ως άνω δεδομένων δεν συνιστά επέμβαση μόνο στην άσκηση των δικαιωμάτων του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και στην άσκηση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι, όπως αυτά κατοχυρώνονται στον Χάρτη, δεδομένου ότι το αποτρεπτικό αποτέλεσμα της δημοσιοποιήσεως ενδέχεται να έχει αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και, κατ’ επέκταση, στην ικανότητα αυτών να ασκούν τις δραστηριότητές τους.

Επί της δικαιολόγησης των διαπιστωθεισών επεμβάσεων, ο γενικός εισαγγελέας παραδέχεται ότι οι επικαλούμενοι από την Ουγγαρία σκοποί γενικού συμφέροντος –όπως η προστασία της δημοσίας τάξεως και η καταπολέμηση της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας- συνιστούν, κατ’ αρχήν, σκοπούς οι οποίοι δικαιολογούν επέμβαση στην άσκηση των οικείων δικαιωμάτων, αλλά διαπιστώνει ότι ο σκοπός προστασίας της δημοσίας τάξεως μπορεί να νομιμοποιήσει μέτρα που επιβάλλονται σε σωματεία και ιδρύματα ως προς τα οποία υπάρχουν υπόνοιες προσβολής της δημοσίας τάξεως, δεν μπορεί όμως να νομιμοποιήσει μια γενικευμένη κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα, ex ante, σε κάθε τέτοια οργάνωση, ανεξαρτήτως του αντικειμένου και των δραστηριοτήτων της, τις υποχρεώσεις δημοσιοποιήσεως των δωρεών από την αλλοδαπή. Επίσης, ο γενικός εισαγγελέας συμπεραίνει ότι το ενωσιακό νομοθετικό πλαίσιο στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποιήσεως εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας2 αρκεί για τον σκοπό της διασφάλισης επαρκούς προστασίας.

Εν κατακλείδι, ο γενικός εισαγγελέας αποφαίνεται ότι τα επίμαχα μέτρα είναι δυσανάλογα, διότι, πρώτον, το όριο των 500.000 ουγγρικών φιορινιών (HUF) είναι υπερβολικά χαμηλό δεδομένης της σοβαρότητας των συνεπαγόμενων επεμβάσεων, δεύτερον, οι εισφορές οποίες προέρχονται από τα λοιπά κράτη μέλη τυγχάνουν ίσης μεταχείρισης με τις εισφορές που προέρχονται από χώρες εκτός Ένωσης και, τρίτον, η μη τήρηση των επίδικων υποχρεώσεων οδηγεί στη διάλυση της οργανώσεως που παρέβη την ως άνω υποχρέωση.

Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο γενικός εισαγγελέας προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι ο επίμαχος ουγγρικός νόμος περιορίζει υπέρμετρα την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, καθόσον περιέχει διατάξεις συνεπαγόμενες αδικαιολόγητη επέμβαση στην άσκηση των κατοχυρωμένων στον Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι.

Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.

Το πλήρες κείμενο  των προτάσεων δημοσιεύεται στον ιστότοπο CURIA

  • 1. Συγκεκριμένα, άρθρο 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων (κανονισμός (ΕΕ) 2016/679).
  • 2. Ιδίως, η οδηγία (ΕΕ) 2015/849 [οδηγία σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας].
Ο δικαστικός έλεγχος της δράσης των ανεξάρτητων αρχών

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ & ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ / ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Τα υποκειμενικά και αντικειμενικά όρια της συμφωνίας περί διαιτησίας

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

send