logo-print

Απόφαση ΔΕΕ στην υπόθεση tax ruling Λουξεμβούργου υπέρ Amazon: Δεν αποδείχθηκε ότι η απόφαση συνιστά κρατική ενίσχυση αντίθετη με τους ενωσιακούς κανόνες

Φορολογική απόφαση προέγκρισης εκδοθείσα από κράτος μέλος – Ενίσχυση η οποία έχει κηρυχθεί ασύμβατη με την εσωτερική αγορά – Έννοια του “πλεονεκτήματος” – “Κανονική” φορολόγηση κατά το εθνικό δίκαιο – Αρχή του πλήρους ανταγωνισμού

15/12/2023

15/12/2023

ΕΣΔΑ Κατ΄άρθρο ερμηνεία

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ
ΞΕΝΟΦΩΝ ΚΟΝΤΙΑΔΗΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Δικαιοδοσία και Εκτέλεση επί διασυνοριακών ευρπωαϊκών οικογενειακών διαφορών

ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος 

Με τη δημοσιευθείσα στις 14.12.2023 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έκρινε ότι Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η φορολογική απόφαση προέγκρισης (tax ruling) που χορήγησε το Λουξεμβούργο στην Amazon συνιστούσε κρατική ενίσχυση ασύμβατη με την εσωτερική αγορά.

Ιστορικό της υπόθεσης

Μέσω μιας tax ruling του 2003, οι αρχές του Λουξεμβούργου δέχθηκαν την πρόταση του ομίλου Amazon σχετικά με τη μεταχείριση, από πλευράς φόρου εισοδήματος εταιριών, δύο θυγατρικών του εταιριών εγκατεστημένων στο Λουξεμβούργο. Με απόφαση του 2017, η Επιτροπή έκρινε ότι η εν λόγω tax ruling συνιστούσε κρατική ενίσχυση ασύμβατη με την εσωτερική αγορά. Κατά την Επιτροπή, η συνεκτίμηση μιας αμοιβής την οποία είχε καταβάλει η μία εκ των δύο αυτών θυγατρικών στην άλλη δυνάμει σύμβασης συναφθείσας μεταξύ τους για την παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης σχετικά με τη χρήση άυλων στοιχείων ενεργητικού μείωσε τεχνητά τη φορολογητέα βάση της πρώτης θυγατρικής και, εν τέλει, τη φορολογητέα βάση του ομίλου Amazon στο Λουξεμβούργο και στην Ευρώπη. 

Το Λουξεμβούργο και η Amazon προσέβαλαν την απόφαση της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Τον Μάιο του 2021, το Γενικό Δικαστήριο με την απόφαση της 12ης Μαΐου 2021, T-816/17 και T-318/18, Λουξεμβούργο κατά Επιτροπής, έκρινε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε επαρκώς κατά νόμον ότι η ενδιαφερόμενη θυγατρική του ομίλου Amazon είχε τύχει αδικαιολόγητης μείωσης της φορολογικής της επιβάρυνσης. Έκρινε ότι το Λουξεμβούργο δεν είχε χορηγήσει επιλεκτικό πλεονέκτημα υπέρ της εν λόγω θυγατρικής και, ως εκ τούτου, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής.

Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως που άσκησε η Επιτροπή κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου

Το Δικαστήριο εκτίμησε ότι το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένως αναγνώρισε τη δυνατότητα γενικής εφαρμογής της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού, βάσει της οποίας εκτιμάται αν κατά τις ενδοομιλικές συναλλαγές τηρούνται οι όροι της αγοράς, στο πλαίσιο της εφαρμογής των κανόνων της Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων. Πράγματι, δεδομένου ότι η αρχή αυτή δεν έχει αυτοτελή ύπαρξη στο δίκαιο της Ένωσης, η Επιτροπή μπορεί να την επικαλείται μόνον εφόσον είναι ενσωματωμένη στο οικείο εθνικό φορολογικό δίκαιο, εν προκειμένω στο λουξεμβουργιανό φορολογικό δίκαιο. Ομοίως, αντιθέτως προς όσα διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο, οι κατευθυντήριες γραμμές του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σχετικά με τις συναλλαγές αυτές μπορούσαν να ασκήσουν επιρροή εν προκειμένω μόνον στην περίπτωση κατά την οποία το λουξεμβουργιανό φορολογικό δίκαιο παρέπεμπε ρητώς σε αυτές. Το Δικαστήριο συνήγαγε εξ αυτού ότι η Επιτροπή προέβη σε εσφαλμένο καθορισμό του «συστήματος αναφοράς», ο οποίος συνιστά το πρώτο στάδιο της ανάλυσης ενός εθνικού μέτρου, προκειμένου να είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί το μέτρο αυτό ως κρατική ενίσχυση

Εντούτοις, παρά την ως άνω διττή πλάνη περί το δίκαιο και το εσφαλμένο συμπέρασμα του Γενικού Δικαστηρίου ότι το σύστημα αναφοράς που προσδιοριζόταν από το λουξεμβουργιανό φορολογικό δίκαιο κατοχύρωνε την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού κατά τον χρόνο έκδοσης της επίμαχης tax ruling, το Δικαστήριο επικύρωσε την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, διότι η απόφαση της Επιτροπής έπρεπε, εν πάση περιπτώσει, να ακυρωθεί λόγω αυτού του εσφαλμένου καθορισμού του συστήματος αναφοράς και όχι για τους λόγους που δέχθηκε το Γενικό Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο είχε ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής λόγω σφαλμάτων κατά την εφαρμογή του εν λόγω συστήματος αναφοράς, εκκινώντας επομένως από την ανακριβή παραδοχή ότι το σύστημα αυτό ήταν σύμφωνο προς τη Συνθήκη.

Γίνεται υπόμνηση ότι το Δικαστήριο μπορεί να επιληφθεί αιτήσεως αναιρέσεως, η οποία περιορίζεται σε νομικά ζητήματα, κατά αποφάσεως ή διατάξεως του Γενικού Δικαστηρίου. Καταρχήν, η άσκηση αναιρέσεως δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Εάν είναι παραδεκτή και βάσιμη, το Δικαστήριο αναιρεί την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου. Στην περίπτωση που η υπόθεση είναι ώριμη προς εκδίκαση, το Δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί το ίδιο οριστικά επί της διαφοράς. Σε αντίθετη περίπτωση, αναπέμπει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο, το οποίο δεσμεύεται από την απόφαση που εξέδωσε κατ' αναίρεση το Δικαστήριο.

Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA

H ένωση δικαίου

ΙΩΑΝΝΗ ΣΑΡΜΑΣ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Το νέο πτωχευτικό δίκαιο των επιχειρήσεων και των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ / ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΙΣΤΩΤΩΝ - ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΥΓΗΤΙΔΗΣ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΟΚΑΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΨΑΡΟΥΔΑΚΗΣ

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ