logo-print

Τι είναι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου

Βασικές πληροφορίες για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τη σύνθεσή του

11/11/2015

12/10/2018

CBWK 2024
CBWK 2024

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (συχνά αναφερόμενο και ως Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) είναι διεθνές δικαστήριο που ιδρύθηκε το 1959.

Είναι αρμόδιο για ατομικές ή κρατικές προσφυγές κατά παραβιάσεων ανθρωπίνων και πολιτικών δικαιωμάτων βάσει της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Από το 1998, το Δικαστήριο συνεδριάζει μόνιμα και κάθε πολίτης έχει δυνατότητα άμεσης προσφυγής.

Στα περίπου πενήντα χρόνια λειτουργίας του το Δικαστήριο έχει εκδώσει περισσότερες από 10.000 αποφάσεις, οι οποίες είναι δεσμευτικές για τα κράτη και έχουν οδηγήσει κυβερνήσεις σε τροποποιήσεις της νομοθεσίας και της διοικητικής πρακτικής σε ποικίλους τομείς.

Η νομολογία του Δικαστηρίου καθιστά τη Σύμβαση ένα ισχυρό και δυναμικό εργαλείο για την αντιμετώπιση νέων προκλήσεων και την εδραίωση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας στην Ευρώπη.

Το Δικαστήριο εδρεύει στο Στρασβούργο, ενώ κάθε χρόνο εισάγονται σε αυτό περισσότερες από 50.000 νέες προσφυγές.

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου δεν επιλαμβάνεται υποθέσεων αυτεπαγγέλτως. Είναι αρμόδιο για την εξέταση αιτιάσεων παραβίασης της Σύμβασης κατόπιν άσκησης ατομικών ή διακρατικών προσφυγών.

Σύνθεση

Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου συγκροτείται από αριθμό δικαστών ίσο με αυτόν των κρατών μελών της Σύμβασης (47 δικαστές, σήμερα).

Οι δικαστές εκλέγονται από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, βάσει λίστας τριών υποψηφίων που υποβάλλει κάθε Κράτος. Οι δικαστές εκλέγονται για περίοδο εννέα ετών και δεν είναι επανεκλέξιμοι.

Αν και εκλέγονται για κάθε συμβαλλόμενο Κράτος, οι δικαστές μετέχουν στο Δικαστήριο υπό την ατομική τους ιδιότητα και δεν εκπροσωπούν το πρώτο. Είναι εντελώς ανεξάρτητοι και δεν μπορούν να ασκούν οιαδήποτε δραστηριότητα ασυμβίβαστη με την υποχρέωση της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας.

Ο εθνικός δικαστής δεν μπορεί να εξετάσει υπόθεση που αφορά τη χώρα του σε μονομελή δικαστικό σχηματισμό. Κατ’ εξαίρεση, μπορεί να μετάσχει σε τριμελή σύνθεση. Αντίθετα, μετέχει πάντοτε στη σύνθεση του Δικαστηρίου που εξετάζει υπόθεση είτε σε Τμήμα επταμελούς σύνθεσης είτε στο Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης (17 δικαστές).

Η σύνθεση του Δικαστηρίου μπορεί να διαφέρει από τη μια υπόθεση στην άλλη, καθώς το Δικαστήριο μπορεί να συνέρχεται σε τέσσερις διαφορετικές συνθέσεις. Οι προφανώς αβάσιμες προσφυγές εξετάζονται από μονομελή δικαστικό σχηματισμό. Τριμελής επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ομόφωνα επί του παραδεκτού και επί της ουσίας σχετικά με υπόθεση που θέτει ζητήματα για τα οποία υπάρχει σταθερή νομολογία του Δικαστηρίου. Μία υπόθεση μπορεί επίσης να ανατεθεί σε επταμελές Τμήμα που αποφαίνεται, κατά πλειοψηφία, ταυτόχρονα επί του παραδεκτού και της ουσίας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης (17 δικαστές) εξετάζει τις υποθέσεις που παραπέμπονται ενώπιόν του είτε όταν ένα επταμελές τμήμα αποφασίσει να παραιτηθεί υπέρ αυτού είτε όταν σχετικό αίτημα παραπομπής γίνει δεκτό.

Το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης καθίσταται αρμόδιο για εξέταση υπόθεσης σε δύο περιπτώσεις: είτε κατόπιν παραπομπής είτε λόγω παραίτησης Τμήματος. Μετά τη δημοσίευση απόφασης Τμήματος, τα μέρη μπορούν να ζητήσουν την παραπομπή της υπόθεσης στο Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης, αίτηση η οποία θα γίνει δεκτή σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο του Τμήματος Ευρείας Σύνθεσης αποφασίζει εάν θα παραπεμφθεί η υπόθεση στο Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης προκειμένου να εξετασθεί εκ νέου. Το Τμήμα Ευρείας Σύνθεσης μπορεί επίσης να καταστεί αρμόδιο μετά από παραίτηση Τμήματος, σε εξαιρετικές επίσης περιπτώσεις. Αυτό συμβαίνει σε περίπτωση που η υπόθεση εγείρει σημαντικό ζήτημα ως προς την ερμηνεία της Σύμβασης ή όταν μπορεί να υπάρξει αντίθεση με προηγούμενη νομολογία του Δικαστηρίου.

Ένας δικαστής μπορεί να εξαιρεθεί σε συγκεκριμένη υπόθεση και οφείλει μάλιστα να ζητήσει την εξαίρεσή του, εάν συμμετείχε στην εξέταση της υπόθεσης σε προγενέστερο στάδιο. Σε αυτήν την περίπτωση, γίνεται λόγος για εξαίρεση του δικαστή. Αντικαθίσταται στη διαδικασία από άλλο δικαστή ή από ad hoc δικαστή, εάν πρόκειται για τον εθνικό δικαστή.

Παράλληλα, μπορεί από την κυβέρνηση του σχετικού Κράτους, να διοριστεί δικαστής ad hoc έτσι ώστε να μετάσχει στην εξέταση υποθέσεων όπου ο εθνικός δικαστής κωλύεται, εξαιρείται η απαλλάσσεται των καθηκόντων του.  

Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου: Διαδικασία και αποφάσεις

Με πληροφορίες από echr.coe.int

Black Friday Books 2024
Επιχειρήσεις και Ανθρώπινα Δικαιώματα: Διακυβέρνηση, Ευθύνη και Βιώσιμη Ανάπτυξη