Παράδοση δεμάτων και online αγορές: Νέοι κανόνες τιμολόγησης και εποπτείας των μεταφορέων
2 στους 3 καταναλωτές έχουν σταματήσει να πραγματοποιούν ηλεκτρονικές αγορές λόγω του υπερβολικά υψηλού κόστους των μεταφορικών
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Οι ευρωβουλευτές ενέκριναν τον νέο κανονισμό για τη βελτίωση της διασυνοριακής παράδοσης δεμάτων προς ενίσχυση των αγορών στο Διαδίκτυο. Ενδεικτικά:
- Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα θέσει σε λειτουργία ιστοσελίδα στην οποία θα γίνεται σύγκριση των τιμών παράδοσης δεμάτων
- Θα υπάρχει καλύτερη ρυθμιστική εποπτεία προς διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της αγοράς
Κατά συνέπεια, η καλύτερη ενημέρωση στις τιμές των υπηρεσιών παράδοσης δεμάτων θα συμβάλλει στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στις διασυνοριακές συναλλαγές και μεταφορές.
Πιο συγκεκριμένα, στη συνεδρίαση της Τρίτης, 13-03-2018, η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υιοθέτησε τους νέους αυτούς κανόνες, οι οποίοι αποτελούν μέρος του πακέτου για το ηλεκτρονικό εμπόριο, με 604 ψήφους υπέρ, 80 κατά και 12 αποχές.
Οι πάροχοι υπηρεσιών παράδοσης δεμάτων θα πρέπει να τιμολογούν τις υπηρεσίες τους για μία προκαθορισμένη λίστα των περισσότερο χρησιμοποιούμενων υπηρεσιών. Η Επιτροπή θα δημοσιεύσει τις τιμές σε μία σχετική ιστοσελίδα έτσι ώστε οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις να έχουν τη δυνατότητα να συγκρίνουν τις εγχώριες και διασυνοριακές τιμολογήσεις μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και μεταξύ παρόχων, και να πετυχαίνουν την καλύτερη δυνατή τιμή. Ο νέος κανονισμός, ο οποίος ενισχύει τον υγιή ανταγωνισμό, θα συμβάλλει στην εξάλειψη των αδικαιολόγητων διαφορών στις τιμολογήσεις.
Σύμφωνα με μία δημόσια διαβούλευση που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάνω από τα 2/3 των καταναλωτών έχουν σταματήσει να πραγματοποιούν αγορές ηλεκτρονικά, επειδή αισθάνονται ότι τα έξοδα των διασυνοριακών παραδόσεων είναι υπερβολικά υψηλά. Οι τιμές για τη διασυνοριακή παράδοση δεμάτων είναι κατά μέσο όρο 3 με 5 φορές υψηλότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες τιμές στις εγχώριες παραδόσεις για όλα τα προϊόντα, βάσει μίας μελέτης που πραγματοποιήθηκε το 2015.
Ενώ τα πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα και οι επιχειρήσεις με μεγάλο όγκο συναλλαγών προκαλούν τον ανταγωνισμό στον τομέα υπηρεσιών που αφορά τις παραδόσεις δεμάτων, οι ΜΜΕ (μικρομεσαίες επιχειρήσεις) και οι ιδιώτες σε απομακρυσμένες περιοχές συναντούν περιορισμένες επιλογές και υψηλές τιμές.
Οι κανόνες δίνουν επιπλέον τη δυνατότητα στις εθνικές αρχές να αξιολογούν τις τιμολογήσεις για τις υπηρεσίες διασυνοριακών παραδόσεων δεμάτων οι οποίες υπόκεινται στην καθολική υποχρέωση των υπηρεσιών αλλά φαίνονται αδικαιολόγητα υψηλές.
Ακόμα, δίνουν περισσότερη έμφαση στην ενημέρωση των καταναλωτών που πραγματοποιούν διασυνοριακές συναλλαγές όσον αφορά τις τιμές, τις επιλογές στις διασυνοριακές παραδόσεις και τις πολιτικές διαχείρισης παραπόνων.
Καλύτερη εποπτεία του τομέα των δεμάτων
Οι μεταφορείς θα υποχρεούνται να γνωστοποιούν στις αρμόδιες εθνικές αρχές τον κύκλο εργασιών τους, τον αριθμό των δεμάτων που παρέδωσαν, τον αριθμό και την κατάσταση των υπαλλήλων τους, πληροφορίες σχετικά με άλλους μεταφορείς που προσλαμβάνουν με συμβάσεις έργου, καθώς και τις διαδικασίες διαχείρισης παραπόνων, προκειμένου να σχηματιστεί μία καλύτερη εικόνα της ανάπτυξης του εν λόγω τομέα και για να εντοπιστεί τυχόν αθέτηση υποχρεώσεων προς την αγορά.
Εξαιρούνται οι πάροχοι υπηρεσιών παράδοσης δεμάτων που απασχολούν λιγότερους από 50 υπάλληλους και δραστηριοποιούνται σε μία μόνο χώρα.
Δήλωση
Lucy Anderson (Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες, Ηνωμένο Βασίλειο): «Αυτοί οι νέοι κανόνες αποτελούν σημαντικό στοιχείο της στρατηγικής της Επιτροπής για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά καθώς υποστηρίζουν την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου ως μέρος μίας σύγχρονης και κοινωνικά δίκαιης Ευρώπης. Θα συμβάλλουν στο να καταστούν οι τιμολογήσεις και οι εργασιακές πρακτικές περισσότερο διαφανείς και θα προσφέρουν μία καλύτερη λύση στους καταναλωτές και τις μικρές επιχειρήσεις που παραγγέλνουν δέματα εκτός των συνόρων».
Επόμενα βήματα
Για να τεθεί σε ισχύ ο υπό επεξεργασία κανονισμός, ο οποίος αποτελεί προϊόν συμφωνίας τον Δεκέμβριο του 2017 μεταξύ των διαπραγματευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, θα χρειαστεί στη συνέχεια να υιοθετηθεί και από το Συμβούλιο των Υπουργών της ΕΕ.